Η Θάλεια βγήκε από το μπάνιο του σπιτιού της. Το σομόν μπουρνούζι πέφτει και το γυμνό της σώμα μένει στο χώρο. Ένα περιβάλλον σιωπηρό ντυμένο στα χρώματα του σπιτιού. Ξεκινάει προσεκτικά το ντύσιμό της. Μελετά προσεκτικά κάθε της επιλογή στα ρούχα και τα αξεσουάρ της. Ένα ολόσωμο φόρεμα σε γκρι χρώμα, κοντό, αναδεικνύει ψηλά τα όμορφα πόδια της. Κόκκινες γόβες και ένα δερμάτινο επίσης κόκκινο μακρύ σακάκι στέκεται έτοιμο στο κρεβάτι.
Το πρόσωπο της αντιφεγγίζει στον καθρέφτη της τουαλέτας ένα κρυστάλλινο παγερό βλέμμα. Ξεκινάει προσεκτικά το μακιγιάζ της προσαρμοσμένο στο υπόλοιπο ντύσιμό της. Η προσοχή που δείχνει στις λεπτομέρειες είναι εντυπωσιακή σαν η όλη της εμφάνιση να έχει μια βαρύνουσα σημασία και αντανάκλαση. Ένα προκλητικό αισθησιακό κόκκινο κραγιόν τονίζει καλλίγραμμα τα χείλη της. Και οι αιθέριες σταγόνες από ένα ακριβό άρωμα στο λαιμό την ντύνουν σαγηνευτικά. Πολλές φορές λένε ότι η γλώσσα του ενδύματος και της εμφάνισης αγκαλιάζει τη γλώσσα του σώματος. Μαζί δίνουν στον κάθε άνθρωπο την εξωτερική του προσωπικότητα.
Τα βήματα από τις γόβες της, καθώς εγκαταλείπει την κρεβατοκάμαρα, πάνω στο ξύλινο πάτωμα αντηχούν παράξενα στην σιωπή του χώρου. Πηγαίνει στην κουζίνα, γεμίζει καφέ μια μικρή κούπα και κάθεται στο γραφείο της. Από το μεγάλο πλατύ συρτάρι βγάζει ένα κλειδί. Με αυτό ανοίγει το πλαϊνό κάτω συρτάρι. Στα χέρια της κρατά ένα μεγάλο δερματόδετο βιβλίο. Το πρόσωπό της ζωγραφίζεται με νοσταλγικά αισθήματα καθώς τα χέρια της ξεφυλλίζουν προσεκτικά τις κιτρινισμένες χειρόγραφες σελίδες του. Μια συγκίνηση απλώνεται στα μάτια της και τα χείλη της σφίγγονται σαν να θέλει να κρατήσει κάποια λόγια που αγωνίζονται να βγουν. Τώρα είναι σειρά να βγάλει απ το συρτάρι ένα μεταλλικό σκαλιστό νικέλινο κουτί. Σαν ιεροτελεστία τα δάχτυλά το ανοίγουν και το γλυκό φως από το μεγάλο πορτατίφ κάνει το περιεχόμενό του να λαμπυρίζει γλυκά.
Ένα γυναικείο δαχτυλίδι με ένα μεγάλο κατακόκκινο ρουμπίνι στροβιλίζεται αργά στα χέρια της. Τώρα κρατά ένα λεπτά σκαλισμένο μενταγιόν παλιάς εποχής. Μια χρυσή αλυσίδα συγκρατεί ένα οβάλ κόσμημα που στο εξωτερικό του πάνω σε μια πορσελάνη είναι χαραγμένο ένα όμορφο κόκκινο τριαντάφυλλο. Το πρόσωπο της Θάλειας είναι φορτωμένο συναισθήματα. Τα χέρια της προσεκτικά ανοίγουν το μπροστινό μέρος του κοσμήματος. Στο εσωτερικό του, σαν ένας ολάκερος κρυφός κόσμος να έρχεται στο φως, μια παλιά φωτογραφία αιχμαλωτίζει τα μάτια της. Που να εκεί στο βάθος κάτω από τα πανέμορφα βλέφαρά της, υγραίνονται.
Στο βάθος του κουτιού ήταν αφημένο προσεκτικά σε ένα χρωματιστό χαρτί ένα ρολόϊ τσέπης. Οι μεγάλοι του δείκτες και ο μικρός ήταν σταματημένοι σαν να πάγωσαν το χρόνο.
"Πόσα χρόνια... πόσα χρόνια μένεις εκεί..." ακούγεται τώρα η φωνή της στο παντέρημο μεγάλο σαλόνι.
"Πόσα χρόνια άραγε...". Το βλέμμα της γυρίζει στο ανοιχτό μεγάλο βιβλίο. Ο Μονόλογός της ακούγεται σαν μονωδία.
"Απουσία....! κενό... εσωτερική ερημιά... θέλω δύναμη... πρέπει; Καθήκον ή χρέος; Ποιος θα απαντήσει; Λύτρωση ; Που ; Με τι τρόπο ;"
Ο καπνός απ το τσιγάρο που άναψε, φλερτάρισε με το μισοσκότεινο πρόσωπό της όπως ήταν σκυμμένο εκεί στο μεγάλο βαρύ γραφείο. Χάιδεψε τα κοντά μαλλιά της κάνοντας κύματα ολόγυρά τους.
Σαν να επανήλθε ξαφνικά από ένα ταξίδι στο χρόνο, έκλεισε απότομα το μεγάλο βιβλίο, έβαλε το μενταγιόν και το δαχτυλίδι στο κουτί τακτοποιώντας το προσεκτικά. Ζόριζε το πρόσωπό της να αρχίζει να χαλαρώνει κάπως από την παράξενη αυτή συναισθηματική της φόρτιση. Έβαλε τα πράγματα στο συρτάρι και το κλείδωσε ξανά.
Στο δεξί μέρος του γραφείου ανέσυρε κάποιους φακέλους. Διάλεξε έναν από αυτούς και τον έβαλε στην τσάντα της προσεκτικά αφού έλεγξε το περιεχόμενό της. Σήκωσε το ακουστικό του τηλεφώνου της και κάλεσε έναν αριθμό. Μια βαθιά αντρική φωνή αντήχησε στο άλλο άκρο:
"Παρακαλώ"
"Η Μαζαράκη είμαι, η συνάντηση θα γίνει απόψε το βράδυ".
Η φωνή της ακούστηκε στεγνή λες και δεν είχε την παραμικρή σχέση με την προηγούμενή της στο ίδιο γραφείο.
"Ξέρεις που ;"
"'Οχι"
"Θαυμάσια, προχωράμε, έχεις κάποιο πρόβλημα, κάτι να ρυθμιστεί ;"
"Την κάλυψή σας θέλω" .
"Μα την έχεις, οι κανόνες είναι γνωστοί σε όλους μας και σε μας και σε σένα, κάτι άλλο ;"
"Όχι, θα σας ενημερώσω για την εξέλιξη"
"Καλή επιτυχία"
Έκλεισε το ακουστικό αποφασιστικά. Το πρόσωπό της έδειχνε αυστηρό, σκληρό, επαγγελματικό. Ένας άλλος άνθρωπος. Ένα διαφορετικό πρόσωπο. Μια εντυπωσιακή μεταμόρφωση.
Σηκώθηκε, κοίταξε το ρολόι της. Έδειχνε περασμένες οκτώ. Τακτοποίησε τα προσωπικά της αντικείμενα στην τσάντα της, έβαλε το δερμάτινο κόκκινο σακάκι της. Μια τελευταία γουλιά στον καφέ της. Τα φώτα έσβησαν. Η πόρτα έκλεισε.
Τα βήματά της συντονίστηκαν στο δρόμο προς την πλατεία κοντά στο σπίτι της κεντρικά. Προτίμησε να μην πάρει το δικό της αυτοκίνητο. Το βλέμμα του οδηγού ταξί την κοίταξε λάγνο από τον καθρέφτη.
"Ξενοδοχείο King George παρακαλώ".
(Συνεχίζεται...)
Ο Διονύσης Ναρσής περιμένει την Θάλεια στην πρώτη τους συνάντηση. Τι είδους τηλεφώνημα ήταν αυτό που έκανε η νεαρή γυναίκα και ποια η σημασία του; Μια συνάντηση κρίσιμη για πολλά.
BẠN ĐANG ĐỌC
Ο Κύκλος που κλείνει
Phiêu lưuΦλεβάρης 1960: Μια νεαρή γυναίκα μεταφέρεται επειγόντως στο νοσοκομείο σοβαρά τραυματισμένη από πτώση. Ο Κύκλος ανοίγει. Πρωτοχρονιά 1987: Στην έπαυλη του μεγαλοκατασκευαστή Διονύση Ναρσή, δεκάδες καλεσμένοι, επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι, πολιτικοί...