Κεφάλαιο 17: Η Θάλεια μαθαίνει τις προθέσεις του Τίμου

272 44 88
                                    

 🔞
"Επί τέλους, σε βρίσκω...!"

Η φωνή του Τίμου βγήκε με αγαλλίαση από το τηλέφωνο καθώς στην άλλη άκρη της γραμμής η Θάλεια σήκωσε το ακουστικό. Ήταν Σάββατο μεσημέρι, είχε περάσει λίγο από την εφημερίδα, κύρια να πάρει κάτι σημειώσεις του και της τηλεφώνησε.

"Να υποθέσω ότι υπάρχει κάποιος λόγος που με αποφεύγεις ;" τη ρώτησε ήρεμα.

Η Θάλεια ανταποκρίθηκε στο ερώτημά του κατευναστικά.

"Να σε αποφύγω γιατί;"

"Σε έχω πάρει τόσα τηλέφωνα, σου έχω αφήσει μήνυμα αλλά απόκριση καμία, αναρωτιέμαι αν έχω κάνει κάτι τόσο σοβαρό για να αξίζω τέτοιο αποκλεισμό".

"Με τη σειρά μου να σου πω ότι βάζεις στο μυαλό σου πράγματα που δεν υπάρχουν".

"Εντάξει, δεν επιμένω, άλλωστε θα φανεί αυτό. Λοιπόν σε πήρα για κάτι άλλο. Θέλω να σε δω και λέω το βράδυ να έρθω εκεί, εκτός αν έχεις κάτι κλείσει και με πείσεις για τη σημασία του".

Ακολούθησε μια μικρή σιωπή από πλευρά της Θάλειας. Ένιωσε τον δισταγμό της και επέμεινε.

"Κοίτα.... αν δεν με δεχτείς, θα έρθω και θα κατασκηνώσω έξω απ' τη πόρτα σου, με πλακάτ και πανό,  να το ξέρεις" της είπε με εμφανή διάθεση χιούμορ.

"Όχι δεν έχω κάτι να έρθεις....!" τού είπε. Πέταξε απ' τη χαρά του και το έδειξε.

"Επί τέλους... λοιπόν μην σε κρατάω, άλλωστε θα τα πούμε το βράδυ, σε αφήνω να τελειώσω κάτι εκκρεμότητες εδώ που έχω".

Έκλεισαν το τηλέφωνο ανανεώνοντας το ραντεβού τους.

.................................

Γύρω στις εννέα το βράδυ ο Τίμος ανέβαινε τα σκαλιά του σπιτιού της. Ένα μπουκέτο όμορφα τριαντάφυλλα και ένα τρυφερό φιλί ήταν τα διαπιστευτήριά του. Τον περίμενε όμορφη αλλά συνάμα και κάπως σφιγμένη. Μίλησαν, χαλάρωσαν. Στον ήχο όμορφης μουσικής. Ο Τίμος ήδη είχε πιει το δεύτερο ουίσκι του. Την έβλεπε απέναντί του, ποθητή αλλά αυτή η αίσθηση μιας κρυφής αμηχανίας δεν έλεγε να φύγει από πάνω της.

Αποφάσισε ότι ήρθε η στιγμή να ανοίξει το θέμα που τον έκαιγε. Σηκώθηκε από τον καναπέ, πήρε το ποτό του στο χέρι και βάδισε προς το γραφείο της χαζεύοντας και μιλώντας. Τα μάτια του διαπίστωσαν ότι η παλιά κορνίζα με την φωτογραφία του ζευγαριού του Λεμπεδιωτάκη με την θεία της Θάλειας έλειπε. Αυτό τον ξάφνιασε από τη μία αλλά αμέσως από την άλλη δεν είχε περιθώρια να το αξιολογήσει. Γύρισε απότομα και με μια κατηγορηματική αλλά ήρεμη φωνή τη ρώτησε:

Ο Κύκλος που κλείνειNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ