-Που είσαι?
-Δίπλα από τη Βουλή.
-Ααα ωραία...
-Έγινε κάτι?
-Εεε? Όχι...
-Πες μου
-Η γιαγιά δεν είναι καλά μας πήραν τηλέφωνο από την κλινική και είμαστε εκεί τώρα πάρε ένα ταξί να έρθεις άμα θες.
Έχασα τη γη κατηγορούν από τα πόδια μου όλα γύριζαν δεν μπορούσα να ακούσω τίποτα τα πρώτα δάκρυα είχαν αρχίσει ήδη να πέφτουν στα μάγουλα μου.
-Τι!Δεν μπορούσα να πάρω ανάσα.
-Ηρέμησε...
-Πως θα έρθω! Θέλω να έρθω! Δεν έχει μετρό! Ούτε ηλεκτρικό! Δεν μπορώ να έρθω, θέλω να έρθω ,δεν υπάρχει τίποτα ΤΊΠΟΤΑΑΑ!Ούτε λεωφορείο!
Δίπλα μου περνούσαν οι τσολιάδες για να πάνε στο μνημείο του αγνώστου στρατιώτη να κάνουν την αλλαγή, ο ήχος που έκαναν τα τσαρούχια τους ήταν εκκωφαντικός γινόταν ένας πανικός. Ξεκίνησα να τρέχω με όση δύναμη μου είχε απομείνει προλάβαινα να πάω Μοναστηράκι να πάρω τον τελευταίο ηλεκτρικό...-Σταματα να τρέχεις θα έρθει ο Νίκος να σε πάρει κατέβα κάτω στο φανάρι στην πλατεία
-Εντάξει...
Έκλεισα το τηλέφωνο και πλανταξα στο κλάμα... Έβγαλα έναν λυγμό από μέσα μου ,έβαλα το χέρι μου μπροστά στο στόμα... Έτρεμα ολόκληρη. Λυγισα τα πόδια μου και έπιασα τα μποτάκια μου από τη βάση τους, δεν κάθησα κάτω στο πάτωμα...Σηκώθηκα όσο δύσκολο κι αν μου ήταν και περπάτησα γρήγορα εγνωσμένου έκλαιγα ,προσπαθούσα να πάρω τηλέφωνο ,λυγμοί έβγαιναν από το στόμα μου .
-Είσαι καλά ? Θέλεις να σε βοηθήσω σε κάτι? Κουνησα αρνητικά το κεφάλι δεν μπορούσα ούτε να μιλήσω μετά από λίγο της απάντησα.
-Όχι ευχαριστώ πάντως... Μα όταν γύρισα το κεφάλι είχε ήδη φύγει.
Πέρασα το φανάρι πήρα τηλέφωνο τους πάντες. Μίλαγα ,μιλαγα τα έλεγα, τα ξανά έλεγα και έκλαιγα χωρίς σταματημό. Αφού έφτασα στην πλατεία Συντάγματος είχα ηρεμήσει λίγο μίλαγα με μια φίλη μου από τη σχολή την Αναστασία κάθησα σε ένα παγκάκι και μίλαγα μαζί της στο διπλανό παγκάκι μια χώριζε με το αγόρι της ,ήταν μαζί με την φίλη της , φώναζε πάρα πολύ "Δεν σε θέλω αγοράκι μουυυ!" Έλεγε για μια στιγμή όταν κοίταξα από εκεί με έκανε να γελάσω γιατί σκέφτηκα ότι δεν είμαι η μόνη τρελή στην πλατεία Συντάγματος.
Όταν μπήκα στο αμάξι ξεκίνησα την συζήτηση με τον Νίκο τον άντρα της μάνας μου ,ξεκίνησα πάλι να κλαίω . Η διαδρομή με έκανε να ξεχαστώ όσο γίνεται αλλά όταν φτάσαμε και πήγα μέσα στην είσοδο της κλινικής έσφιξα τα δόντια μπήκαμε στο ασανσέρ πάτησα το πέντε κι όταν άνοιξε πήγαμε από έναν στενό διάδρομο που οδηγούσε στο τελευταίο δωμάτιο 512 .
Κοντοστάθηκα και μπήκα μέσα ...
KAMU SEDANG MEMBACA
Lost December
Fiksi RemajaΗ γιαγιά μου πάντα έλεγε "όταν μια πόρτα κλείνει μια άλλη ανοίγει". Έτσι έγινε και αυτό το χρόνο. Πράγματα που αν μου έλεγαν ότι θα γίνουν εγώ θα τους κοίταζα και θα γελαγα, κι όμως η ζωή είναι ύπουλη και κρύβει πολλά παιχνίδια. Αγάπες, χαρές, πόνο...