Κακής απ' αρχής γίγνεται τέλος κακόν.

40 4 3
                                    


Βουτηγμένη
στης Κυριακής τη θλίψη
εκλιπαρώ
το δευτεριάτικο πρωινό να γρηγορεύσει.
Ας πάρει μαζί του
νάρδους να ακούσω το κορμί μου
μύρα και βάλσαμο να νίψω την ψυχή μου.

Δεν μου ταιριάζει η λύπη

-Ανάνηψη

Ήταν Σάββατο. Ένα Σάββατο με λιακάδα, από τα αγαπημένα μας. Ο χτύπος της καρδιάς σου έπαψε. Μαζί και ο δικός μου. Το βλέμμα μου πάγωσε και δεν μπορούσα να αθρώσω λέξη. Εσύ έφυγες, ενώ εγώ έμεινα εδώ.

Έφυγες, πολύ βιαστικά χωρίς να το θες. Τόσο βιαστικά που δεν πρόλαβες να με χαιρετήσεις όπως έπρεπε. Έφυγες δίχως να προλάβεις να με πάρεις μια τελευταία αγκαλιά. Δίχως να με πιάσεις από το χέρι και να μου πεις ότι όλα θα πάνε καλά. Έφυγες δίχως να μου υποσχεθείς ότι θα είσαι πάντα δίπλα μου, να με στηρίζεις και να με προσέχεις όπως έκανες πάντοτε.

Πεντακόσιες εξήντα έξι μέρες μακριά σου. Ένας χρόνος, έξι μήνες και δεκαοχτώ μέρες χωρίς το άρωμα σου, χωρίς το χρώμα της φωνής σου, την γκρίνια σου, τους τσακωμούς μας, τα γέλια μας, της βλακείες μας και την αγκαλιά σου. Κάθε μέρα που περνά, ο πόνος δεν απαλύνεται. Κάθε μέρα ένα μικρό κομματάκι της καρδιάς μου ξανασπάει πενθώντας για την αρετή της ψυχής σου, την καλοσύνη σου και την άπλετη αγάπη που μου χάρισες δίχως να ζητήσεις αντάλλαγμα.

Μα τελικά εσύ δεν έλαβες μόνο την αγάπη μου αλλά κατοχύρωσες ένα μέρος της καρδιάς μου. Ένα κομμάτι της, μόνο για σένα .Και αυτό γιατί το αξίζεις. Το αξίζεις γιατί δεν ήσουν υποχρεωμένη να κάνεις ότι έκανες για μας, αλλά γιατί εσύ το ήθελες. Το έκανες αφιερώνοντας όλη σου την καρδιά και την στοργή για να είσαι δίπλα μας.

Εκείνη την Κυριακή, ο χρόνος δεν πέρναγε με τίποτα. Ήταν μια ηλιόλουστη Κυριακή που στόλιζε τις πρώτες μέρες του Φλεβάρη. Μια Κυριακή κοινότυπη για τον περισσότερο κόσμο αλλά μια Κυριακή που γέμισε με αβάσταχτο πόνο και θλίψη τους αγαπημένους σου.

Τα μάτια μου βράχηκαν. Τα πόδια μου κόπηκαν ενώ τα χέρια μου έτρεμαν. Το βουητό δεν σταμάτησε να ηχεί στα αυτιά μου ενώ στο βάθος ακούγονταν οι απελπισμένες κραυγές των αγαπημένων σου, μέσα σε αυτές και η δικιά μου.

2014

Γύρω στις τρεις και μισή τα ξημερώματα του Σαββάτου οι δρόμοι της ελληνικής πρωτεύουσας ήταν σχεδόν άδειοι όπως και τα περισσότερα Σαββατοκύριακα του Αυγούστου. Τα φώτα της μεγάλης λεωφόρου εμπόδιζαν τα αστέρια να αναδείξουν την λάμψη τους για άλλη μια φορά. Το φανάρι άναψε κόκκινο και το μαύρο αυτοκίνητο σταμάτησε στην διασταύρωση.

3.47 amDonde viven las historias. Descúbrelo ahora