Nineteen

230 15 0
                                    

Μπήκε στο δωμάτιο και άφησε τον δίσκο με το φαγητό στο γραφείο.

Δ: Σου έφερα να φας.
Γ: Δεν πεινάω!
Δ: Δεν ακούω κουβέντα. Θα φας!
Γ: Δεν πεινάω, είπα.
Δ: Κι εγώ είπα ότι θα φας. Όταν γυρίσω να το έχεις αδειάσει.
Γ: Αλλιώς τι;
Δ: Αλλιώς θα φας με το ζόρι.

Είπε και έφυγε.
Σιγά μην φαω.
Ξέρω ότι θα καταστρέψω το στομάχι μου με αυτά που κάνω, αλλά δεν έχω καμία όρεξη.
Μόνο το νερό θα πιω, γιατί έχω κορακιασει.
.
Μπήκε μέσα και μόλις είδε το πιάτο γεμάτο ξεφυσηξε.

Δ: Γιατί δεν εφαγες;
Γ: Σου είπα δεν πεινάω.
Δ: Δεν γίνεται όμως να μην τρως τίποτα. Θα τρέχουμε στα νοσοκομεία.
Γ: Στην Αφρική που δεν τρώνε σχεδόν κάθε μέρα τίποτα, γιατί δεν παθαίνουν κάτι;
Δ: Αλήθεια τώρα;... Έλα βρε κοριτσάκι μου φάε κάτι.
Γ: 1ον δεν είμαι το κοριτσάκι σου και 2ον ΔΕΝ ΠΕΙΝΑΩ!
Δ: Δε θα κάτσω να σε παρακαλάω κιόλας. Κάνε οτι νομίζεις. Εγώ φταίω που σου φέρνω.

Πήρε τον δίσκο και βγήκε απο το δωμάτιο.
Στα τσακιδια.
Ακούστηκε ενα ντουπ και μετά κάτι να σπάει.
Έτρεξα στην πόρτα την άνοιξα και είδα τον Δημήτρη στο τέλος της σκάλας, πεσμένο στο πάτωμα.

Γ: Δημήτρη;

Κατέβηκα τις σκάλες και πήγα από πάνω του.

Γ: Δημήτρη είσαι καλά;
Δ: Ναι, εντάξει, απλά... σκόνταψα στο σκαλί.
Γ: Έλα,να σε βοηθήσω!

Είπα και τον έπιασα απο το χέρι.

Δ: Μπορώ,δεν χρειάζεται.
Γ: Μην κάνεις πείσματα. Έλα!
Δ: Μπορώ είπα!
Γ: Ε κάτσε να πονάς. Εγώ φταίω που προσφέρθηκα. Ανησύχησα κιόλας η ηλίθια.

Είπα και ανέβηκα στο δωμάτιο.
Αλήθεια,πως βγήκα;
Δεν είχε κλειδώσει;
Αμ δεν είχε. Πως να κλειδώσει; Αφού κρατούσε τον δίσκο.
.
Η πόρτα άνοιξε και συνέχισα να κοιτάω το ταβάνι.

Α: I'm baaack!

Σήκωσα απότομα το κεφάλι μου και είδα τον Άρη!

Γ: Έλα ρε Άρη. Έλα ρε φίλε. Που είσαι;

Είπα και σηκώθηκα ενώ εκείνος γέλασε.

Α: Έλα!

Είπε και πήγα και τον αγκάλιασα.

Α: Μια μέρα έλειψα και μου τον σακατεψες.
Γ: Ασε με,μη μου ξαναμιλήσεις γι'αυτον.
Α: Τι έγινε;
Γ: Σκόνταψε λέει στην σκάλα.

Είπα και έκατσα στο κρεβάτι.

Α: Τουλάχιστον για κανα 2 μερουλες θα είμαι εδώ.
Γ: Χτύπησε πολυ;

Ρώτησα διστακτικά. Μη του δείξω οτι ενδιαφέρομαι κιολας.
Γέλασε ελαφρά επειδή το κατάλαβε.

Α: Στραμπουληξε το πόδι του μονο. Θα πρέπει να μην το πολυ παταει για λίγο.

Έγνεψα καταφατικά και εκείνος πλησίασε το γραφείο.

Α: Τι χάος είναι αυτό;
Γ: Είδες τι γίνεται εκεί μέσα;
Α: Που;
Γ: Στη ψυχή μου.
Α: Τι θες να πεις;
Γ: Αυτό που βλέπεις σε αυτό το χαρτί είναι ο εσωτερικός μου κόσμος. Ότι δεν μπορώ να εκφράσω είναι εκει πανω.
Α: Τόσο άσχημα;
Γ: 4 χρόνια τώρα.
Α: Γιατί δεν μιλάς σε κάποιον;
Γ: Σε όποιον και να μιλήσω, αυτό το σκοτάδι δεν θα φύγει από μέσα μου.... Τέλος πάντων,ας μην μιλάμε για μένα. Κάνα νέο από αυτόν τον μεγάλο είχατε;
Α: Που ξέρεις εσύ γι'αυτον; Μη μου πεις οτι το λέει κι αυτό στα βιβλία που διαβάζεις;
Γ: Όχι, όχι.

Είπα γελώντας και έδειξε να του φεύγει ένα βάρος αλλά όχι ολο.

Γ: Μου μίλησε ο Δημήτρης.

Απαγωγή στον έρωτα...Donde viven las historias. Descúbrelo ahora