Amelia
2 εβδομάδες πέρασαν από το συμβάν που είδα τον εφιάλτη.
Ήμουν στην αγκαλιά του Evan και ένιωθα ασφάλεια.
Ένιωθα υπέροχα, ενώ δε θα έπρεπε.
Ο Evan τα έχει με τη μητέρα μου.
Θα πρέπει να τον βγάλω από το μυαλό μου.
"Amelia τι θα κάνεις με τον πατέρα σου;" με ρώτησε η Brianna.
Έλα ντε; Έπρεπε κάτι να κάνω και με αυτό.
"Δεν έχω ιδέα."
"Εγώ λέω να του μιλήσεις. Σου οφείλει μια εξήγηση άλλωστε."
"Claire δεν είναι τόσο εύκολο."
"Εύκολο δεν είναι, απλά πρέπει να μάθεις γιατί έφυγε. Δε σου αξίζει όλο αυτό Amelia. Η μάνα σου δε σε στήριξε καν και αυτός αδιαφόρησε για εσένα εντελώς."
"Έχεις δίκιο πρέπει να τον συναντήσω."
"Amelia βγήκε από το γραφείο των καθηγητών." είπε η Brianna.
Και τότε τον είδα. Εμφανισιακά δεν έμοιαζα καθόλου σε εκείνον.
Πφ πρέπει να πάω να του μιλήσω.
"Εμ συγγνώμη Θα μπορούσα να σας απασχολήσω για λίγο;" του είπα αγχωμένη.
"Βεβαίως πείτε μου." μου είπε χαμογελαστός.
Δε με θυμάται καθόλου.
"Κύριε Sellers είμαι η κόρη σας. Η Amelia."
"Εμ συγγνώμη, αλλά έχω δεν έχω κόρη."
"Έχετε κύριε. Μία κόρη την οποία παρατήσατε πριν από 10 χρόνια."
"Amelia... Σε παρακαλώ μη το κάνεις αυτό."
"Μου οφείλεις μια εξήγηση και απαιτώ να την έχω."
"Το ξέρω. Πάμε να πιούμε ένα καφέ και θα στα πω όλα."
"Εντάξει μια στιγμή να ειδοποιήσω τις φίλες μου."
"Amelia."
"Ναι;"
"Μεγάλωσες." είπε ελαφρώς συγκινημένος.
"10 χρόνια δε θα εμένα η ίδια." είπα με απογοήτευση.
15 λεπτά αργότερα
Καθόμασταν σε μία καφετέρια κοντά στο πανεπιστήμιο.
"Λοιπόν Amelia δε θέλω να νομίζεις ότι όλο αυτό το έκανα επίτηδες."
"Δε φάνηκε έτσι όμως."
"Μη με διακόπτεις σε παρακαλώ. Τη μητέρα σου την αγαπούσα πολύ."