2

52 6 0
                                    

11:45 π.μ., Μαύρη

 Τι μαλάκας. Πραγματικά.

 Αλλά τι τον λέω μαλάκα. Αφού εγώ η ηλίθια, τον έχω ερωτευτεί. Κι εκείνος τι κάνει; Με δείχνει κάθε μέρα στους φίλους του και τους λέει πόσο χοντρή είμαι. Τίποτα πιο καινούριο δεν έχει να τους πει;

 Εμ, βέβαια. Μόνο αυτό ξέρει. Μόνο αυτό μπορεί να χρησιμοποιήσει εναντίον μου: την εμφάνισή μου. Δεν με ξέρει, και δεν ξέρει πόσο τον αγαπάω. Τι παράξενο να αγαπάς πρώτα κάποιον και μετά να βλέπεις πόσο λάθος έχεις κάνει.

 Η Μπλε και η Κίτρινη λένε πως ίσως κάνει όλο αυτό το τζέρτζελο για να τραβήξει την προσοχή μου. Ναι. Χαίρω πολύ. Την έχει, είναι όλη δική του. Των άλλων την προσοχή θέλει. Φοβάται. Φοβάται μην ξυπνήσει μια μέρα κι αρχίσουν όλοι να τον περνάν στο ντούκου. Φοβάται μη γίνει σαν εμένα.

 Σήμερα η Μωβ ήρθε και με στρίμωξε, γιατί μάλλον υπέπεσε στην αντίληψή της ότι την κοιτάζω περίεργα. Στην πραγματικότητα, ο μόνος λόγος να κοιτάξει κανείς τη Μωβ, είναι για να εντοπίσει τον πομπό αρνητισμού στην ατμόσφαιρα. Είναι τόσο κακιασμένη, που ακόμα κι όταν γελάει τα μάτια της δεν αλλάζουν έκφραση. Έχει σηκώσει αρκετές φορές το χέρι της να με χτυπήσει, αλλά ποτέ δεν το κάνει. Της αρκεί που τη φοβάμαι. Λατρεύει να με κρατάει φοβισμένη. Κι ας ξέρει ότι είναι τόσο κοκαλιάρα κι εγώ τόσο χοντρή, που έτσι και την αρχίσω στις μπουνιές θα ραγίσει σαν μπιμπελό.

 Μια ζούγκλα. Αυτό το σχολείο είναι μια άγρια, ανελέητη ζούγκλα.


11:45 π.μ., Κόκκινη

 Μόλις ξύπνησα. Τα αυτιά μου βουίζουν και το κεφάλι μου πάει να σπάσει. Δε θυμάμαι πόσο μπορεί να ήπια χτες. Εντάξει, σίγουρα και οι άλλοι ήπιαν πολύ.

 Πώς γύρισα σπίτι; Με ταξί; Με λεωφορείο; Με αερόστατο;

 Να κάνω έναν καφέ να ξεκινήσω να διαβάζω λίγο. Όλο έτσι λέω κάθε πρωί. Κι όλο κάνω καφέ απλά για να κάτσω στον υπολογιστή και να χαζεύω όλη μέρα.

 Α, τέλεια. Μόλις ανακάλυψα ότι έχω χάσει το εσώρουχό μου. Πράγματι, ήπια πάαααρα πολύ.

 Ακούω φωνές απ' έξω. Βγαίνω στο μπαλκόνι. Δε βλέπω καλά από δω πάνω... Αλλά ακούω κάτι σαν αγορίστικο γέλιο. Έπειτα βλέπω κάτι στο πεζοδρόμιο... Αυτή δεν είναι η κοπέλα από το λεωφορείο; Περπατάει γρήγορα. Έπειτα βλέπω μια παρέα από αγόρια να την ακολουθούν.

 «Ρε μαλάκα Γαλάζιε, σε γουστάρει η χοντρή;»

 «Φυσικά. Αφού είμαι όμορφος».

 «Και γιατί δεν της τα ζητάς, είπαμε;»

 «Γιατί εγώ είμαι ΑΔΥΝΑΤΟΟΟΟΟΟΟΟΣ!»

 Ε δεν είμαστε καλά. Τι ζόρι τραβάνε αυτοί;

 Δήθεν κατά λάθος, σπρώχνω το ποτιστήρι με το νερό. Πέφτει και σκάει μπροστά τους με δύναμη, κάνοντάς τους όλους παπί. Κοιτιούνται αμίλητοι.

 Μπήκα πάλι μέσα τρισευτυχισμένη.

Μαύρη & ΚόκκινηWhere stories live. Discover now