~Κεφάλαιο 18~

32 8 0
                                    

Η νύχτα έχει πέσει πίσσα και τα αστέρια αστράφτουν απειλητικά, αλλά και προειδοποιούν ότι κάτι θα πάει στραβά. Μεσ' το σκοτάδι και τη σιγή, φλόγες αρχίζουν να ξεπροβάλουν από σκεπές έξω από το παλάτι αλλά και ένας δυνατός χτύπος από την κεντρική πύλη. Οι φρουροί μαζεύονται στην πύλη και προσπαθούν να την κρατήσουν κλειστή, ενώ παράλληλα μια μικρή ομάδα πάει να ενημερώσει τον αυτοκράτορα ότι πάνω από πενήντα οπλισμένοι άντρες προσπαθούν να μπουν στο παλάτι και φωνάζουν «Κάτω ο αυτοκράτορας, ζήτω το νέο αίμα».

«Είναι αδύνατον! Ποιον υποστηρίζουν;» φώναξε ο αυτοκράτορας θυμωμένος.

«Τον Ju, πατέρα...» του απαντάει ο Jinhai που εκείνη τη στιγμή έμπαινε μέσα στο δωμάτιο του αυτοκράτορα στο οποίο ο αρχι-ευνούχος είχε ανακοινώσει τα νέα μέσα στη βαριά εκείνη νύχτα.

«Δεν είναι δυνατόν!» ξεφώνισε σοκαρισμένος και απογοητευμένος ο αυτοκράτορας.

«Κι όμως, πατέρα.»

«Κι εσύ από πού το ξέρεις; Από πότε το ξέρεις;»

«Δεν έχει πάνω από μέρα που το γνωρίζω και...»

«Και;»

«Ήθελα να το εξακριβώσω στα σίγουρα. Γι' αυτό δεν σας ενημέρωσα, πατέρα.» του απάντησε σκύβοντας το κεφάλι.

«Δεν γίνεται! Δεν μπορεί!» φώναξε και άρχισε να πετάει ό,τι έβρισκε μπροστά του.

«Πατέρα, πρέπει να πάρουμε μέτρα τώρα!» του φώναξε για να ηρεμήσει και να δουν τι να κάνουν.

«Δεν ξέρω τι θα κάνεις, αλλά από εδώ και πέρα είσαι υπεύθυνος για οτιδήποτε γίνει. Πήγαινε!» του είπε γυρνώντας του την πλάτη και κάνοντάς του νόημα να φύγει.

«Μάλιστα!» του απάντησε και έφυγε με σκυμμένο το κεφάλι.

Εν τω μεταξύ, τα νέα έφτασαν και στην Αλκμήνη και αμέσως πήγε σε ένα μπαούλο που είχε φέρει μαζί της από την πατρίδα της. Το άνοιξε και έβγαλε ένα τόξο και βέλη. Θα μου πείτε «καλά όλα μπορεί και τα κάνει αυτή η πριγκίπισσα;». Ε να που αυτή η πριγκίπισσα είχε μάθει τοξοβολία ερασιτεχνικά για παν ενδεχόμενο.

Το πήρε λοιπόν, και βγήκε έξω μαζί με την Yu Yan για να βρει τον Jinhai. Μόλις τον βρίσκει, ο Jinhai την σταματάει και της λέει να μείνει στο δωμάτιό τους, όμως αυτή του ξεκαθαρίζει ότι δεν έχει σκοπό να μείνει πίσω και να τον αφήσει μόνο του και του προτείνει να την τοποθετήσει κάπου ψηλά στην πύλη και από εκεί να ρίχνει με το τόξο της όταν είναι απαραίτητο. Προσπαθώντας, όμως, πάλι να της αλλάξει γνώμη, αυτή τον αρπάζει από τον γιακά της πανοπλίας του και τον φιλάει στο στόμα και του λέει:

«Θα μου δείξεις τον δρόμο ή θα πάω μόνη μου;»

Χωρίς άλλη επιλογή, την πηγαίνει ο ίδιος σε μέρος όσο γινόταν κατά τη γνώμη του πιο ασφαλές, αλλά και καλό σε οπτική για να ρίχνει τα βέλη της.

Όσα επακολούθησαν ήταν τρομερά. Άντρες με όπλα να προσπαθούν να μπουν από παντού μέσα στο παλάτι, φρουροί να προσπαθούν να αμυνθούν, η Αλκμήνη να ρίχνει βέλη σε άντρες που πήγαιναν να μπουν μέσα, γενικά όλα έδειχναν να μην οδηγούν πουθενά, αλλά ταυτόχρονα να καθησυχάζουν τους φρουρούς ότι όλα είναι υπό έλεγχο.

Όπως μπορείτε να φανταστείτε, όμως, μόνο αυτό δεν γινόταν. Όση ώρα οι φρουροί και ο Jinhai αμύνονταν στην πύλη, ο πρίγκιπας Ju με άλλους είκοσι άντρες είχε ήδη εισβάλει στα διαμερίσματα του αυτοκράτορα και τον είχαν μεταφέρει όμηρο στην αίθουσα του θρόνου. Ο Jinhai το αντιλήφθηκε μόνο όταν άρχισαν να υποχωρούν οι άντρες στην πύλη και να προσέχει ότι κανείς τους δεν ήταν ο αδερφός του. Εκείνη τη στιγμή, λοιπόν, έρχεται κα ο ευνούχος Peng με τον Yu Huai να του αναγγείλουν τα νέα.

Έτρεξαν όλοι κατευθείαν προς την αίθουσα του θρόνου, μόνο για να βρουν τον πρίγκιπα Ju να κρατάει τον αυτοκράτορα με το ένα χέρι και με το άλλο να του σημαδεύει το λαιμό με ένα επιχρυσωμένο μαχαίρι.

«Δεν νομίζω να θέλεις, αδερφέ μου, να φέρεις όλη τη στρατιά μέσα εδώ και να με απειλήσεις. Εγώ έχω το πάνω χέρι αυτή τη στιγμή.»

«Γιατί το κάνεις αυτό;» τον ρώτησε ο Jinhai.

«Γιατί; Ρωτάς γιατί; Χα! Και σε είχα για έξυπνο, αδερφέ... Ας σου πω τότε γιατί! Γιατί ενώ είμαι ο νόμιμος διάδοχος, ο πρωτότοκος γιος, αυτός που από τη στιγμή που γεννήθηκε προορίστηκε για αυτοκράτορας, αυτός που από μικρή κιόλας ηλικία μάθαινε το πώς πρέπει να είναι ένας αυτοκράτορας, έχασα από τον τρίτο πρίγκιπα! Έχασα από την ακτινοβολία που εξέπεμπες! Έχασα την εύνοια του αυτοκράτορα και πατέρα μου από εσένα! Έχασα μπροστά στα μάτια του λαού μου από τα έργα σου στον πόλεμο και τη διοίκηση! Η ζωή μου καταστράφηκε όταν άκουσα τον πατέρα μας να μιλάει με τον αρχι-ευνούχο ότι σκεφτόταν να αλλάξει τον διάδοχο σε εσένα!» φώναξε με όλη την οργή και απογοήτευση του.

«Μα εγώ δεν θέλω να γίνω αυτοκράτορας. Δεν θα δεχόμουν ποτέ την πρόταση του πατέρα.» του είπε προσπαθώντας να τον καθησυχάσει.

«Αυτό είναι ακόμα χειρότερο. Εσύ δεν χρειάζεται να κοπιάσεις γι' αυτό και στο δίνουν στο πιάτο και το αρνείσαι! Εγώ πάλεψα γι' αυτήν την θέση κι ας ήταν γραφτό μου να γίνω ο αυτοκράτορας από την ημέρα που γεννήθηκα!»

Πλέον τα πράγματα δεν πήγαιναν και πολύ καλά. Το μαχαίρι στο λαιμό του αυτοκράτορα όλο και τον ακουμπούσε δυνατότερα. Κανείς δεν μπορούσε να κουνηθεί, γιατί μια κίνηση και ο αυτοκράτορας θα ήταν νεκρός.

«Ξέρεις κάτι αδερφέ; Ποτέ δεν σε μίσησα. Σε ζήλεψα. Αλλά πιο παλιά σε αγαπούσα. Τώρα απλά δεν νιώθω τίποτα. Πες αντίο στον πατέρα μας.» και με αυτά σηκώνει το μαχαίρι και πάει να το καρφώσει στην καρδιά του αυτοκράτορα αλλά κάτι από πίσω του έλαμψε...

...

Δύο κόσμοι, Μία ένωση Donde viven las historias. Descúbrelo ahora