6.

11 3 5
                                    

(Αυτό το κεφάλαιο υποτίθεται το έχω ανεβάσει εδώ και ένα μήνα αλλά για κάποιο λόγο τώρα που κοίταξα τα κεφάλαια μου δεν φαινόταν ότι είχε ανέβει, αν φαίνεται κάτι παράξενο από μεριάς σας σας παρακαλώ πείτε μου πχ αν έχω ανεβάσει δύο φορές το ίδιο κεφ)

<<Γειαα>> είπε ντροπαλά ενώ τα μάτια της είχαν κολλήσει στο βλέμμα του. Τα μάτια του είχαν ένα χρώμα ανεξήγητο. Μεταξύ γκρι και γαλάζιου, μπορεί να ανακατευόταν και λίγο πράσινο με μελί. Ποτέ δεν θα καταλάβαινε..

<<Πάμε;>> Της χαμογέλασε.

<<Ν-ναι!>> Είπε και παίρνοντας το κινητό της φύγανε από εκεί.

Νόμιζε πως θα είχε κάποιο αμάξι ή έστω μηχανή αλλά δεν είδε τίποτα. Συνέχισαν να περπατάνε ώσπου φτάσανε σε μια παλιά πολυκατοικία που βρισκόταν στην γειτονιά της εγκαταλελειμμένη πάνω από πέντε χρόνια. Έβγαλε από την φαρδιά τσέπη του φούτερ του ένα πακέτο τσιγάρα και ετεινε ένα προς το μέρος της.

<<Δεν καπνίζω>> Του είπε μα εκείνος επέμεινε.

<<Για όλα υπάρχει πρώτη φορά>> Είπε και της έδωσε να δοκιμάσει. Ρούφηξε όπως έχει δει πολλούς να κάνουν και πνίγηκε από τον καπνό που εισέβαλλε στο στόμα της. Αμέσως το έφτυσε στο πάτωμα και το πάτησε.

<<Γιατί με έφερες εδώ; >> Είπε με ύφος αγανακτισμένο από την απάθεια του.

Εκείνος σηκώθηκε από τον τοίχο που είχε στηριχθεί και περπάτησε μέσα στην πολυκατοικία. Με άφησε μόνη μου; Ήταν η πρώτη σκέψη όταν είδε την μαύρη του μπλούζα να χάνεται στο μαύρο της νύχτας μέσα στο κτήριο.

Ζαλισμένη από το απέραντο μαύρο και τον φόβο έβγαλε ο κινητό της με τρεμάμενα χέρια και άναψε τον φακό. Το φεγγάρι όντας μικρό και σαν κλωστή λεπτό δεν ήταν επαρκή για να φωτίσει την νύχτα και τα αστέρια σαν λαμπάκια που τρεμοσβήνουν έκαναν την νύχτα αφιλόξενη και τρομαχτική.

Αποφάσισε να περπατήσει ως το σπίτι της από το να στέκεται εκεί σαν να περιμένει τον πρίγκηπα με το άσπρο άλογο. Πριν όμως προλάβει να διανύσει ένα μέτρο ο άντρας, ονόματι Φίλιππος, την φώναξε.

Γύρισε απότομα και από την τρομάρα της παραπάτησε προς τα πίσω μα μόλις κατάλαβε πως ήταν αυτός μια ανάσα που κρατούσε εδώ και ώρα βγήκε από μέσα της. Έστρεψε τον φακό στο πρόσωπο του και φώναξε.

<<Γιατί με άφησες εδώ μόνη μου; Μέσα στα μαύρα σκοτάδια! Παραλίγο να πάθω τίποτα από τον φόβο μου! Είσαι τελείως ηλιθιος άνθρωπε μου;! >>

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Mar 01, 2022 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

Ο εφευρέτηςWhere stories live. Discover now