ΚΕΦ. 6: Αμηχανία

136 2 32
                                    

Η Βασιλική ήταν αμήχανη. Χάιδευε το κεφάλι του Βαλεντίνου, και κοιτούσε κάτω, για να μην χρειαστεί να σηκώσει το βλέμμα της πάνω του. Εκείνος το κατάλαβε και θύμωσε. Έπιασε με το χέρι του το σαγόνι της και σήκωσέ το πρόσωπό της αναγκάζοντάς την να τον κοιτάξει.

"Όταν σου μιλώ ή όταν είμαι μπροστά σου θα με κοιτάς κατάλαβες;", της είπε οργισμένος.

Η κοπέλα τρόμαξε πολύ και πίσω πάτησε. Τι του είχε κάνει και της φερόταν έτσι; Επειδή δηλαδή τον είχε βοηθήσει σε μία στιγμή ανάγκης, αυτό σήμαινε ότι θα τον ανεχόταν να της μιλάει με αυτό τον τρόπο;

"Αφήστε με!", του φώναξε.

"Μπα μπα, το γυρίσαμε στον πληθυντικό τώρα;" της είπε περιπαικτικά.

"Μιλώ στον πληθυντικό για να κρατήσω τις αποστάσεις και να σας θυμίσω ποια είναι η θέση σας.", του είπε σθεναρά.

"Ένα Ντουντουνακικο κοριτσοπουλο, που δεν βγήκε καν απ' το αυγό του, δεν έχει δικαίωμα να μου υποδεικνύει τη θέση μου, κατάλαβες, ανόητη; Τη θέση μου την ξέρω καλύτερα από σένα, κατάλαβες;".

Η σκληρότητα του την λύγισε. Δεν απάντησε τίποτα. Δεν άξιζε τον κόπο να ασχοληθεί. Ο νεαρός απέναντι της, ήταν τυφλωμένος από μίσος.

"Τουλάχιστον είσαι καλά", είπε σκύβοντας πάνω από τον Βαλεντίνο.

"Μαθιό!!! Ίντα κάνεις επαε;;", μια δυνατή φωνή ακούστηκε πίσω τους και αμέσως έστρεψαν το βλέμμα τους για να αντικρίσουν τον Στεφάνη, τον μεγαλύτερο ξάδερφο του Μαθιού. Η Βασιλική ντράπηκε να την δει κάποιος μαζί με το Μαθιό και αμέσως άρχισε να απομακρύνεται διακριτικά αλλά γρήγορα.

"Ωπ και η Βασιλικουλα εδώ; Τι γίνεται, κρυφό ραντεβουδακι έχετε; Παίζει τιποτις μεταξύ σας;", ρώτησε μισοαστεια.

Η Βασιλική και ο Μαθιός κοιταχτηκαν με ανεξήγητη ταραχή.

"Ούτε καν, απλά συναντηθήκαμε τυχαία", είπε η κοπέλα, ξαναβρίσκοντας την ψυχραιμία της.

"Ευτυχώς, γιαντα εγώ θα μαι ο πρώτος σου Βασιλικακι!!!", είπε και της χουφτωσε τα οπίσθια.

Η κοπέλα αναστατώθηκε αλλά ταυτόχρονα θύμωσε. Η οργή της φούντωσε και σε μια στιγμή έξαρσης του θυμικού της σήκωσε το χέρι της και χαστούκισε τον Στεφάνη.

"Τα χέρια σου επάνω μου δεν θα τα ξαναπλωσεις κατάλαβες; Γιαντα θα στα κόψω!!!!", ούρλιαξε.

Ο Στεφανής αγριεψε με την προσβολή αυτή μπροστά στον ξάδελφο του. Την βούτηξε από τα χέρια και την κόλλησε πάνω στο σώμα του φιλώντας την ταυτόχρονα στο στήθος, με εκείνη να προσπαθεί να του ξεφύγει. Ούρλιαζε και χτυπιοταν αλλά εκείνος συνέχιζε.

"Ξάδερφε αστην, δεν αξίζει.", του είπε ο Μαθιός, αηδιασμένος απ' την σκηνή που παρακολουθούσε.

"Εσένα δεν σου πέφτει λόγος. Δίνει του, γιαντα θα μηνύσω του κύρη σου ότι συναντάς κρυφά τη Ντουντουνακισσα, κατάλαβες; Αί χάσου!", ταίριαξε ο Στεφανής.

Ο Μαθιός φώναξε στον Βαλεντίνο για να φύγουν αλλά αυτός δεν κουνούσε ρούπι. Είχε σταθεί δίπλα στο Στεφανή και γαβγίζει σαν λυσσασμένο.

"Πάρε το κωλοσκυλο από δω!", διέταξε ο Στεφανής.

Ο Μαθιός άρπαξε τον Βαλεντίνο από το λουρί και σέρνοντας τον σχεδόν, τον έβαλε στο αυτοκίνητο και έβαλε μπρος να φύγει, ενώ αντηχούσαν ακόμη τα ουρλιαχτά της Βασιλικής, που απεγνωσμένα καλούσε σε βοήθεια. Γύρισε και τους έριξε μια τελευταία ματιά. Ο Στεφανής την είχε ρίξει κάτω, είχε πέσει από πάνω της και είχε ανοίξει το παντελόνι του. Σκέφτηκε μονομιάς να γυρίσει να τη βοηθήσει, αλλά άλλαξε γνώμη αμέσως. Δεν ήταν δουλειά του να ανακατευτεί. Έπρεπε να φύγει όσο πιο γρήγορα μπορούσε από κει. Και αυτό έκανε. Έφυγε σπινιαροντας και αφήνοντας το μοιραίο να συμβεί, χωρίς να το εμποδίσει...



Μαθιός και Βασιλική: Αναπάντεχος έρωταςOù les histoires vivent. Découvrez maintenant