Έρωτας και Ψυχή

85 3 0
                                    


24 Απριλίου 1968

Πάνω από έξι βασανιστικές ώρες είχαν περάσει μέχρι να έρθει το πρώτο κλάμα το οποίο έσβησε όλους τους φόβους, τον πόνο και την αγωνία μου. Ο ήλιος μόλις ξεπρόβαλε, οι χρυσές του ακτίνες ζέσταιναν τη μικρή κάμαρη μας, σηματοδοτώντας ένα πρωινό που τίποτα δεν έμοιαζε σε όλα όσα είχαν ξημερώσει μέχρι τότε.

Τα χέρια μου ίδρωναν και ξεΐδρωναν. Ανοιγόκλεισα τις παλάμες μου σε μία μηχανική κίνηση, ενώ αισθάνθηκα τα μηλίγγια μου να συσπώνται αυτόματα. Τη στιγμή που άκουσα το πρώτο κλάμα του μωρού μου, έπαψε πια να είναι η βαρύτητα που με κρατούσε στην γη. Αυτό το μικρό κορμάκι, αυτή η ψυχή που μόλις έπαιρνε την πρώτη της ανάσα έγινε η κινητήριος δύναμη που έκανε την καρδιά μου να χτυπά και την ανάσα μου να ρέει.

Την πήρα τρυφερά στα χέρια μου και ένιωσα τον χτύπο της καρδούλας της να συσπά το μικρό της σωματάκι. Η κόρη μου άνοιξε τα ματάκια της και το βλέμμα της συνάντησε το δικό μου. Και κατάλαβα, εκείνη την πρώτη στιγμή που τα μάτια μου αντίκρισαν εκείνα της κόρης μου, ότι τα βλέμματα μας δεν θα χώριζαν ποτέ. Σε εκείνη την πρώτη στιγμή μαζί της ένιωσα να ξαναγεννιέμαι, ότι ήξερα μέχρι τότε, μακρινό, θολό και ασήμαντο. Κανένα συναίσθημα που είχα βιώσει δεν συγκρινόταν με την αγάπη που ένιωθα.

«Καλώς ήρθες στον κόσμο ψυχούλα μας», είπε η Λενιώ καθώς ο Λάμπρος ακούμπησε το μωρό στο στήθος της, «θα είσαι το πιο ευτυχισμένο μωρό στην γη καρδούλα μου», ψυθίρισε η Λενιώ στην κόρη της, τα δάκρυα της έπεφταν ποτάμι βρέχοντας το σωματάκι του μωρού.

«Σε ευχαριστούμε, λουλουδάκι μου», είπε ο Λάμπρος και έχωσε το δάχτυλο του στην παλάμη του μωρού. Το βρέφος το έσφιξε με όλη του τη δύναμη. «Σε ευχαριστούμε που ήρθες και φώτισες την ζωή μας. Η μαμά και ο μπαμπάς σε λατρεύουν».

«Και σένα, σε ευχαριστώ, ζωή μου,» είπε τώρα κοιτάζοντας την Λενιώ, «σε ευχαριστώ που έκανες όλα τα όνειρα μου πραγματικότητα». Ο Λάμπρος την φίλησε γλυκά.

«Και εγώ σε ευχαριστώ, ψυχή μου», αποκρίθηκε η Λενιώ, «σε ευχαριστώ που ήσουν δίπλα μου όταν όλα μου τα όνειρα γίνανε πραγματικότητα».
Και έτσι, αγκαλιασμένοι, κρατώντας την κόρη τους στα χέρια τους, συμφώνησαν και οι ίδιοι βουβά, σιωπηλά, ότι θα δώσουν και την ζωή τους, αν χρειαστεί, για να την κρατήσουν ασφαλή και ευτυχισμένη.

Ας βρούμε λίγη αγάπη να γεμίσουμε τα κενά της ψυχής μας,
Ας βρούμε λίγη αγάπη να γεμίσουμε τον χώρο που αφήνει η ύλη ανάμεσα μας,
Η απόσταση στο κρεβάτι είναι ήδη μεγάλη ανάμεσα μας, πολύ σκληρή,
ορκίζομαι,
η πληγωμένη μου καρδιά χτυπάει μόνο για σένα
και μόνο για σένα θα χτυπάει μέχρι το τέλος.
Δώσε μου το φως σου, τον ήλιο σου,
και με τον χρόνο θα ανθίσουν λουλούδια στο στήθος μου,
θα γίνει ένας κήπος γεμάτος χρώματα για να περπατάς,
θα φυτέψουμε έναν μικρό παράδεισο,
γεράνια, ορχιδέες και κόκκινα τριαντάφυλλα,
θα τα προστατεύσουμε από το χιόνι και τις καταιγίδες,
θα τα ποτίζουμε με αγάπη και φως,
θα παίζουμε κυνηγητό και κρυφτό,
και πάντα θα με βρίσκεις,
γιατί ποτέ δεν θα φύγω μακριά σου,
και όταν βαρεθείς την μαυρίλα και την σιωπή αυτού του κόσμου,
εκεί μέσα θα κλειστούμε,
ο ήλιος των ματιών σου και ο ήχος της καρδιάς σου,
θα είναι η μόνη μουσική που χρειάζομαι,
για να πετάξουμε και οι δυό μακριά,
ελεύθεροι, σαν πουλιά του παραδείσου.

Κάθε νύχτα σου διαβάζω ποιήματα. Η κόρη μας μεγαλώνει και μαζί της μεγαλώνει και η αγάπη μου για σένα. Μόνο φως βλέπω πια στο σπιτικό μας. Δεν με νοιάζει η ασχήμια του κόσμου.
Εδώ, στην εξορία, ξεχασμένοι από τον Θεό, βρήκαμε την ευτυχία. Εδώ η αγάπη μας άνθισε και έβγαλε φτερά. Η μικρή μας περπάτησε, είπε μπαμπά και μετά μαμά, και έκλαψες εκείνη την νύχτα, γιατί είπες φταίει ότι την κακομαθαίνω. Εδώ, σε αυτό το μαύρο μέρος που θα μείνει για πάντα μελανό στην ιστορία, κανένας δεν θα μάθει πως σ'αγάπησα ξανά και ξανά, με την δύναμη που αγαπάνε μόνο αυτοί που τα έχασαν όλα.
Κανείς δεν θα μάθει πώς σε έκλεινα κάθε βράδυ στην αγκαλιά μου και ξαναγεννιόμουν μαζί σου, με κάθε κουρασμένη αναπνοή.
Κανείς δεν θα ξέρει πως η κόρη μας έχει τα μάτια σου, και την ελευθερία ενός ανθρώπου που ήταν πάντα ελεύθερος, πιο ελεύθερος από όλους αυτούς που νομίζουν πως έχουν τα πάντα.
Κανείς δεν θα ξέρει πως είμασταν καλά, είμασταν μαζί, είμασταν ευτυχισμένοι, γιατί οι χειμώνες είναι ζεστοί στην αγκαλιά σου και τα καλοκαίρια είναι γεμάτα από φως καθαρό. 

Μετά τη ΦωτιάWhere stories live. Discover now