Μια ιδέα της @adraxetim3ra - La Artista (Twitter - X)
Αν δεν ήταν για τον Παντελή δεν θα έβγαινε από το σπίτι του απόψε. Μια φορά παντρευόταν όμως ο αδελφικός του φίλος όμως και ήθελε να τον τιμήσει. Δεν ήταν και πολύ οι καλεσμένοι. Δέκα άτομα όλοι κι όλοι, ορφανμένη η κοπέλα και ο γαμπρός μόνο τη μάνα του είχε στον κόσμο. Ήθελε να είναι κοντά του στη χαρά του.
Είχε ακούσει για αυτό το κέντρο διασκεδάσεις αλλά με τόση δουλειά δεν είχε ποτέ χρόνο και όρεξη για τέτοια. Τα είχε καταφέρει πολύ καλά με τις δουλειές του. Ηταν αφοσιωμένος στη δουλειά του και πολλές φορές οι φίλοι του τον έκριναν γι' αυτό.
«Καλές είναι ρε Στέφανε οι δουλειές, καλοί και οι παράδες αλλά τι να τα κάνεις βρε αδερφέ αν γυρίζεις σε ένα άδειο σπίτι;» Του έλεγαν «Έστω βρε αδερφέ να ξεδίνεις λίγο, αν δεν θέλεις να βάλεις μπελά στο κεφάλι σου. Να βλέπεις λίγο κόσμο, να ανοίγει το μάτι σου.»
Που να 'ξέρε πως τα μάτια του θα άνοιγαν απότομα και ακαριαία το ίδιο κιόλας βράδυ.
Κάθισαν στο μεγάλο τραπέζι που είχε στρωθεί μόνο γι' αυτούς και άρχισαν να τρώνε και να πίνουν. Δεν είχε πολύ όρεξη, γέμισε για δεύτερη φορά του ποτήρι του την ώρα που η ορχήστρα άρχισε να παίζει. Πριν προλάβει το φέρει στο στόμα του άκουσε μια αγγελική φωνή να του γαργαλάει τα αφτιά...
«Για τα μάτια σου μόνο, για τα μάτια σου...» γύρισε το βλέμμα και κοίταξε τη νεαρή γυναίκα να τραγουδάει και να περπατάει από τη μικρή είσοδο της σκηνής και να κατευθύνεται προς το σκαμπό που υπήρχε τοποθετημένο μπροστά από την ορχήστρα. «...οι καρδιές που χτυπάνε και σεργιάνι δεν πάνε, αχ τα μάτια σου.» Τοποθέτησε το μικρόφωνο που κρατούσε στη βάση μπροστά της και συνέχισε να τραγουδάει λικνίζοντας δεξί και αριστερά το κορμί της.
Ηταν σαν οπτασία, την κοίταζε και ένιωθε λες και τραγουδούσε μόνο για 'κείνον. Δεν είχε ξαναδεί τέτοιο πλάσμα. Ηταν πανέμορφη. Σαν σειρήνα τον μάγεψε. Καθώς τραγουδούσε το βλέμμα της συνάντησε το δικό του, για μια στιγμή. Ηταν αρκετή μόνο μια στιγμή για να αλλάξουν τα πάντα.
Η καρδιά του σταμάτησε όταν του χαμογέλασε. Και έπειτα γύρισε αλλού το βλέμμα της άλλου. Όλο το βράδυ έμεινε εκεί να την κοιτάζει. Προσπαθούσε να είναι διακριτικός αλλά μάλλον δεν έκανε και πολύ καλή δουλειά. Οι φίλοι του τον κοίταζαν και πετούσαν συνέχεια υπονοούμενα αλλά δεν τον ένοιαζε. Κοιτάζει αυτή τη σειρήνα με το μαύρο, γυαλιστερό της φόρεμα, το βαθύ της ντεκολτέ και το κόκκινο κραγιόν. Έβγαζε μια αρχοντιά, μια φινέτσα. Δεν μπορούσε να φανταστεί τι μπορεί να την οδήγησε εδώ. Ότι και να ήταν όμως ο Στέφανος του χρωστούσε τον γρήγορο χτύπο της καρδιάς του απόψε.