«Αγάπη μου πρέπει να φύγω.» Είπε και της άφησε το χέρι. Σηκώθηκε και σαν χαμένος έστρωσα το σακάκι του. «Πρέπει να επιστρέψω στην κόλαση μου πάλι.»
Η Μαριέτα τον κοίταζε σαν μην θέλει να ακούσει τις λέξεις που έβγαιναν από το στόμα του. Η, μέχρι πριν από λίγο, ευτυχισμένη της καρδιά μαύρισε απότομα. Πάλι θα την άφηνε μόνη. Ούτε εικοσιτέσσερις ώρες δεν πέρασαν μαζί και πάλι θα έφευγε. Κατάπιε τον κόμπο που είχε ανέβει στο λαιμό και μαζί τα δάκρυα που θόλωσαν τ'αστέρια της χωρίς να το καταλάβει.
Κατέβασε το βλέμμα, έτριψε αμήχανα τις παλάμες πάνω στα πόδια της και κούνησε καταφατικά το κεφάλι. Δεν είπε λέξη. Μόνο σηκώθηκε, πέρασε γρήγορα από μπροστά του χωρίς καν να τον κοιτάξει και χάθηκε στον διάδρομο με κατεύθυνση το δωμάτιο της.
Στο σαλόνι επικράτησε σιωπή με την ατμόσφαιρα βαριά από τα συναισθήματα που άφησε πίσω της. Πιο βαριά την καρδιά του Στέφανου. Δεν ήθελε να την αφήσει πάλι αλλά δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Θα την έβαζε σε κίνδυνο και αυτό ήταν το τελευταίο πράγμα που ήθελε.
«Δεν πιστεύω πως είναι σωστή κίνηση να φύγετε...» έσπασε τη σιωπή η Δήμητρα και τράβηξε την προσοχή του «... γι' αυτό το έκαναν οι παρακρατικοί, για να σας ξετρυπώσουν και να σας επιτεθούν μόλις επιστρέψετε στη Μεσσινη. Μην φύγετε ακόμα.» Του είπε προσπαθώντας να τον μεταπείσει.
Ο Στέφανος μόνο αναστέναξε σκεπτικός χωρίς να βγάλει μιλιά, το μυαλό του έπαιρνε χίλιες στροφές στο λεπτό για να πάρει τη σωστή απόφαση.
«Εχει δίκαιο η Δήμητρα αφεντικό. Αυτοί είναι ύπουλοι φάρα, αν ήθελαν να φάνε τον ανιψιό και τον γιο σου θα το είχαν κάνει! Για αντιπερισπασμό το έκανα, για να επιστρέψεις και να σε τσακώσουν. Καλύτερα να μείνεις μια δυο μέρες. Και στην τελική, μεγάλοι άντρες είναι, τώρα που είναι ψιλιαδμεννοι θα προσέχουν.» Συμπλήρωσε ο Θυμιος.
Τα λόγια τους τον προβλημάτισαν αλλά δεν είπε τίποτα. Το μόνο που είχε κολλήσει στο μυαλό του ήταν το ύφος της Μαριετας. Ο πόνος, η απογοήτευση και κυρίως ο φόβος που είδε να βιώνει η γυναικεία σου από τη μια στιγμή στην άλλη.
«Κυριε Στέφανε...» του τράβηξε την προσοχή η Αννα που είχε ώρα να βγάλει μιλιά «...πέρα από αυτά που είπαν η Δήμητρα και ο Θυμιος, η θεία μου είναι σε πολύ άσχημη φάση. Όταν της μιλούσα στο τηλέφωνο τόσες μέρες καταλάβαινα ότι δεν είναι καλά. Σε αυτή τη φάση σας χρειάζεται πιο πολύ απ' όλους. Και στο Κιάρι να ήσασταν δεν θα μπορούσατε να αποτρέψετε ό,τι έγινε. Εκείνοι μπορούν να επιβιώσουν με την απουσία σας και τηλεφωνήματα σας. Η θεία μου όμως όχι.»