Κεφάλαιο 1

135 14 20
                                    

Είναι Δεκέμβρης και στην πόλη δεν το είχε στρώσει. Ο δρόμος ήταν καθαρός. Η απόσταση ως την παλιά εγκαταλελειμμένη αποθήκη στο τέρμα της πόλης μου φαινόταν τεράστια. Εκεί συνήθιζα να μένω από τότε που θυμάμαι τα ελάχιστα πράγματα της ζωής μου. Σε αυτή την αποθήκη έμενα με τον νούμερο 1 και κάναμε την προπόνηση μας μέχρι που έγινε αυτό το κάτι που μ έκανε να φύγω από κει. Από εκεί το έσκασα και από ότι φαίνεται εκεί ξανά γυρίζω. Έφτασα απ' έξω, πάρκαρα το τζιπ μου και κοίταξα την ώρα. Είχα ένα τέταρτο ακόμα πριν την διορία που μου έδωσε ο νούμερο 1. Κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο της νυφάδες χιονιού που έπεφταν από τον ουρανό, μου ήρθαν στο μυαλό εικόνες από την πρώτη φορά που βρέθηκα εδώ. Ήταν κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Ήταν ότι πιο τρελό είχα δει ως τότε αλλά δεν είχα ιδέα τι θα ακολουθούσε...

...4 μήνες πριν...

Τρέχω. Τρέχω ανάμεσα σε μικρά, σκοτεινά στενά για να σωθώ. Δεν ξέρω που πηγαίνω έχω χαθεί. Ξαφνικά ακούγετε ένας πυροβολισμός και όλα μαυρίζουν. Πετάγομαι όρθια. Ένα όνειρα ήταν ή μάλλον ένας εφιάλτης. Κοιτάω γύρο μου και συνειδητοποιώ ότι βρίσκομαι σ ένα μικρό δωματιάκι που μοιάζει με δωμάτιο φυλακής. Οι τοίχοι είναι ένα μουντό γκρι χωρίς παράθυρα. Μέσα υπάρχει μια ντουλάπα, ένα τραπεζάκι και ένα κρεβάτι με πολύ σκληρό στρώμα. Επίσης υπάρχει και μια άλλη πόρτα που μάλλον οδηγεί στο μπάνιο. Πάω να σηκωθώ αλλά το κεφάλι μου πονάει πολύ. Τι όνειρο ήταν αυτό που είχα δει; Αλλά για να έχουμε καλό ερώτημα πού είμαι και ποια είμαι; Δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτα σχετικά μ εμένα. Το σώμα μου με πονάει σε μερικά σημεία. Κοιτάζω κάτω από την μπλούζα μου και διακρίνω πολλές μικρές μελανιές. Πάω προς την πόρτα που λογικά θα είναι το μπάνιο και έχω δίκαιο. Ρίχνω λίγο νερό στο πρόσωπό μου και κοιτάζομαι στον καθρέφτη. Βλέπω ένα κάτασπρο χλωμό πρόσωπο πλαισιωμένο από έναν κυματιστό καταρράκτη κόκκινων μαλλιών. Το όλο σύνολο ολοκληρώνουν ένα ζευγάρι μεγάλα μάτια στο χρώμα του πάγου και σαρκώδη χείλη. Όλα δένουν αρμονικά μεταξύ τους. Δεν θυμόμουν καν πως είμαι! Ξανά μπαίνω στο δωμάτιο και πλησιάζω την δεύτερη πόρτα. Ίσως να μπορέσω να φύγω από εδώ. Καθώς βγαίνω έξω, το μόνο που βλέπω είναι διάδρομοι. Ξαφνικά ακούω έναν θόρυβο. Βήματα! Κάποιος έρχεται προς τα εδώ. Αρχίζω να τρέχω στους διαδρόμους χωρίς να ξέρω που πηγαίνω. Ακούγετε ένας πυροβολισμός και στον τοίχο δίπλα μου καρφώνεται μια σφαίρα. Άνετα θα μπορούσε να με πετύχει αλλά αστόχησε επίτηδες. Γυρίζω και κοιτάω πίσω μου για να δω από που προήλθε. Λίγα μέτρα μακριά μου στέκεται ένας νεαρός με μαύρα ρούχα. Ήταν ψιλός περίπου 1,85 μυώδης με κοντά, καστανόξανθα, ατημέλητα μαλλιά με γωνίες στο πρόσωπο και ωραία καλοσχηματισμένα χείλη. Τα μάτια του δεν μπορούσα να τα διακρίνω γιατί φόραγε μια μαύρη μάσκα. Μου χαμογέλασε στραβά και άρχισε να με πλησιάζει απειλητικά. Έκανα ένα βήμα πίσω και άρχισα να τρέχω. Καθώς έτρεχα τον άκουσα να γελάει ώσπου βρέθηκα στο κέντρο ενός τεράστιου δωματίου το οποίο μου έμοιαζε με αποθήκη. Ξαφνικά εμφανίστηκε από το πουθενά. Μ' έπιασε από το λαιμό και με κόλλησε στον τοίχο. Το ειρωνικό του χαμόγελο δεν έλεγε να φύγει από τα χείλη του καθώς με πίεζε όλο και πιο πολύ. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι. Έπρεπε να πάρω ανάσα. Τον κλότσησα στο πόδι με όση δύναμη είχα. Έκανε έναν μορφασμό και χαλάρωσε για λίγο την λαβή του. Έτσι βρήκα την ευκαιρία να τον χτυπήσω με άλλη μια κλοτσιά στα πλευρά και να τρέξω μακριά. Τον είδα να γονατίζει για λίγα δεύτερα άλλα σηκώθηκε αμέσως ξανά με αυτό το χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. Μάλλον δεν είμαι και τόσο δυνατή. Σήκωσε το όπλο του και άρχισε να πυροβολεί σε όλο τον χώρο. Κρύφτηκα πίσω από ένα μεγάλο κασόνι και περίμενα να σταματήσει. Αν και φοβόμουν κάτι μέσα μου, μου έλεγε ότι δεν θα μου κάνει κακό. Αχ τι θα κάνω; Τι θέλει αυτός ο τρελός;

Θα είμαι η σκιά σου!Where stories live. Discover now