19:Διακοπές

160 15 2
                                    

"Τι;" είπα κοιτώντας σαν χάνος.

"Οκ. Φυσικά. Δεν έχω πρόβλημα" είπε ο Αλέξης χαλαρά σηκώνοντας τους ώμους αδιάφορα και βγάζοντας την ζώνη του και εγώ εκεί με το στώμα μέχρι το πάτωμα!

Και εκεί που πάει να βγει αρχίζει και γελάει, να γελάει ανεξέκτα, να κοπανιέται! Μετά από λίγα δευτερόλεπτα και ο αστυνομικός! Μετά από λίγα λεπτά σταμάτησαν και γύρισαν να με κοιτάξουν και ξανάρχισαν να γελάνε! Ποιος ξέρει τι φάτσα είχα!

"Α ρε Αλέξη τι κάνω για 'σενα!" Πέταξε στο άκυρο ο αστυνομικός! Αλέξη; Τον ξέρει; Μάλλον έχω χάσει επεισόδια!

"Ευχαριστώ βρε Λουκά! Ποοο να 'σαι καλά! Με έκανες και γέλασα!" Είπε και κόλισαν πέντε.

"Τι γίνεται εδώ;" ρώτησα όσο πιο ήρεμα μπορούσα.

"Ω ναι φυσικα! Στέλλα Λουκάς. Λουκά η Στέλλα." Είπε και ο Λουκάς μου έτεινε το χέρι του.

"Χαίρομαι που σε γνωρίζω. Και επειδή μάλλον δεν έχεις καταλάβει, το παλικάρι από εδώ μου ζήτησε να σου κάνουμε πλάκα. Μιας και του χρωστούσα χάρι. Είμαι και αστυνομικός..."

"Τι;"

"Ω ναι!" Είπε ο Αλέξης και μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο.

"Λοιπόν παιδιά πρέπει να πηγαίνω. Γεια σας και χάρηκα για την γνωριμία." Είπε και κατευθήνθηκε προς το περιπολικό.

"Είδες τι παθαίνει όποιος τρέχει, μικρό?" Είπε με ένα στραβό χαμόγελο. Α δεν θα το αφήσω έτσι αυτό!

"Εντάξει Αλέξη μου συγνώμη, την επόμενη φορά θα σε ακούσω." Είπα όλο νάζι και πετάρησα τα μάτια μου. Τον πλησίασα και έγειρα προς το μέρος του δείνοντας του ένα παθιασμένο φιλί. Μόλις ανταπέδωσε, άνοιξα την πόρτα του σιγανά και απότομα τον έσπρωξα έξω κλείνοντας την πόρτα του και ασφάλησα και τις υπόλοιπες για να μην μπορέσει να μπεί.

Μόλις κατάλαβε τι έγινε άρχισε να βάραει την πόρτα και εγώ είχα σκάσει στα γέλια βάζοντας μπρος το αμάξι.

"Σε περίπτωση που το ξέχασες, είναι δικό μου!" Είπε προσπαθόντας να το παίξει νευριασμένος αλλά ήτανε προφανές ότι ήθελε να γελάσει.

"Ξες που θα το βρεις!" Είπα κλείνοντας του συνομοτικά το μάτι, του έστειλα ένα φιλί και έφυγα με προορισμό το σπίτι μου.

***
Είχε περάσει περίπου μισή ώρα από τότε που είχα φτάσει σπίτι και έβρεχε. Θα μου κρυώσει, αλλά μία σου και μία μου Αλεξούκο! Άκουσα χτυπήματα στην πόρτα, αποκλείεται να είναι η Χριστίνα, γιατί έχει κλειδιά! Οπότε... μάλλον ο Αλέξης.... οκ ήρθε η ώρα να πεθάνω.

"Ναιαιαι" είπα δείλα "Ποιος είναι?"

"Άνοιξε και θα δεις" άκουσα τον Αλέξη. Για κάποιον λόγο τον ακούω χαλαρό.

"Πρέπει?"

"Ναι" ας μην τον ζαλήσω άλλο, άνοιξα την πόρτα και είδα έναν βρεγμένο ως το κόκαλο Αλέξη!

"Ιιι συγν..." δεν πρόλαβα να ολοκληρώσω! Με άρπαξε από το χέρι και με οδήγησε τρέχωντας στην αυλή, μέσα στην βροχή.

"Άκου εκεί, να μου πάρει το αμάξι!" Είπε, πιο πολύ στον εαυτό του, ενώ πέρασε τα χέρια του γύρο από την μέση μου.

"Κόντεψα να πεθάνω με αυτή την πλάκα ξες!"

"Αυτό άξιζε! Αν έβλεπες την φάτσα σου, θα γελούσες πιο πολύ από εμάς!" Είπε χασκοφελώντας.

"Ω αλήθεια αξ..." πάλι δεν με άφησε να ολοκληρώσω, διακοπτοντας με από την πρωφανή μουρμούρα μου, κολόντας τα χείλει του στα δικά μου...

~Κάπως έτσι πέρασαν και οι υπόλοιπες μέρες, εβδομάδες και μήνες, κάνοντας τις βλακείες μας με τον Αλέξη και έχωντας τους χαζοτσακωμούς μας. Τα Χριστούγεννα(πόσο πίσω πάει αυτό το βιβλίο...) τα πέρασα στην Ρόδο κρατώντας φυσικά επαφή μαζί του, όπως και το Πάσχα.

Ήρθε και το καλοκαιράκι, η πρώτη μας χρονιά με την Χριστίνα στην σχολή δραματικής τελείωσε. Και με αυτό αφορμή κανωνίσαμε να πάμε διακοπές με τον Γιώργο και τον Αλέξη στην Σαντορίνη.~

Τσεκάραμε για τελαιυταία φορά τις βαλίτσες μας με την Χριστίνα καθώς περιμέναμε τα αγόρια να έρθουν να μας πάρουν με τις μηχανές για να πάμε στο λιμάνι, να πάρουμε το πλοίο για Σαντορίνη, όπου θα καθόμασταν 5 ημέρες.

Ξερώώώώώ το πιο βαρετό και μικρό κεφάλαιο έβερ! Αλλά στο άλλο...χαμός! Αυτό λέω μόνο! Τα λέμε στο επόμενο κεφάλαιο♡♡

Με την πρώτη ματιάWhere stories live. Discover now