Έζησαν αυτοί καλά και πως εμείς καλύτερα;

17 4 2
                                    

« Σήκω να σε χαιρετήσω »

« Βαριέμαι »

« Δεν με ενδιαφέρει »

Τα χέρια του τυλίγονται στην μέση μου και νιώθω αυτό το ηλεκτροσόκ, ενώ τα δικά μου χέρια τυλίγονται γύρω από τον λαιμό του. Θεέ μου έχει αυτή τη μυρωδιά που φωνάζει από παντού σπίτι. Μετράω από μέσα μου 2 δευτερόλεπτα και απομακρύνομαι. Κάθεται ξανά στην καρέκλα του και δεν μου ρίχνει κάποιο άλλο βλέμμα, σαν να μου λέει άντε φύγε τώρα.

Δεν σκύβω να φιλήσω το δάκρυ που κυλάει πάνω στο χώμα. Το τρένο σφυρίζει αντίο κι εγώ πρέπει να φύγω.
Χιλιάδες ηλιοτρόπια κάτω απο τον γαλάζιο ουρανό τούτης της καλοκαιρινής ημέρας γέρνουν πάνω στις ερωτευμένες μνήμες μου και θυμίζουν το ονειρεμένο όνειρο που σκοτώσαμε εμείς.

Το τρένο σφυρίζει αντίο κι εγώ φεύγω. Η σκιά του αποχαιρετισμού καλύπτει το πρόσωπο μου. Το δάκρυ κυλάει στο πάτωμα και πεθαίνει.

Αντίο Γ.

Δεν απαξιώνω όσα έζησα κι ένιωσα μαζί σου. Χωρίς εσένα, όμως, είμαι καλύτερα. Άλλωστε και στο τέλος κάθε παραμυθιού από παιδιά, δε μας προσδιόριζαν πώς ακριβώς έζησαν αυτοί καλά και πώς εμείς καλύτερα. Μαζί σου έμαθα πως αυτό επαφίεται στη χρυσή κρίση του καθενός.

Χωρίς εσένα θα είμαι καλύτερα.

Να μ' αγαπώ Where stories live. Discover now