Δωσ'μου γραμμάρια, να σου δώσω κιλά. Δωσ'μου κιλά, να σου δώσω τόνους

31 6 5
                                    

Θέλω να το ξεκινήσω ωραία, θέλω να βρω κάτι να σου τραβήξει την προσοχή. Θέλω να μπεις στον πειρασμό να το διαβάσεις για να καταλάβεις πως γράφτηκε για σένα. Οπότε να ξέρεις πως σου γράφω πάλι από ανάγκη, όπως λέει και ο αγαπημένος μας Σιδηρόπουλος.

Πάντα μου άρεσε ( lol )  ο τρόπος που επικοινωνούσαμε. Ο καθένας μας έλεγε για τα αστέρια του , τα όνειρα του. Ίσως για αυτό να τους έχω μια αδυναμία.
Εγώ control εσύ τυφλοποντικοcity, μαχητής μαζί με τον Λαρυ τον τυφλοπόντικα.

Εγώ « Να με αγαπάς, όσο μπορείς να με αγαπάς » εσύ « Γουστάρω όταν ακούω "Αχ, τι παιδί ειν' αυτό;" » Να από πού σου βγήκε το Απόλλωνας.

Κάποτε μου είχες πει ότι δεν γίνεται να ξέρω από αγάπη από τα 14 , ότι κανένας μας δεν μπορεί να ξέρει.

Λογικά εσύ δεν το έχεις πιάσει το νόημα της αγάπης αγαπητέ.

Αγάπη είναι η αγνότητα στα μάτια ενός μικρού παιδιού. Είναι αυτό το σκίρτημα που νιώθεις όταν εκείνο το βλέμμα σε μεταφέρει σε μια δική σου παλιά εποχή αθωότητας, αγνότητας κι ενθουσιασμού. Είναι ένα συναίσθημα που σε επισκέπτεται μοναχά όταν κοιτάς παιδικά προσωπάκια.

Αγάπη είναι οι στιγμές. Οι στιγμές που περνάνε και φεύγουν. Πριν φύγουν, φρόντισε να είσαι παρών καθώς συμβαίνουν. Ποιος ξέρει, ίσως καθώς εσύ είσαι απασχολημένος γκρινιάζοντας, οι καλύτερες στιγμές σου να βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη.

Αγάπη είναι οι δυο να γίνονται ένα. Και μπροστά της, το «εγώ» και το «εσύ» εξαφανίζονται. Αγαπώ θα πει «χάνομαι». Ένα χαμόγελο και μια ματιά που φτάνει μέχρι την καρδιά, μέχρι τα έγκατα της ψυχής. Να νιώθεις την αληθινή χαρά, να μοιράζεσαι χωρίς να το σκέφτεσαι.
Σίγουρα υπάρχουν και πολλά άλλα κομμάτια της που δεν έχω γνωρίσει ακόμη, αλλά μην μου πεις ποτέ ξανά ότι δεν ξέρω από αγάπη.

Μου δίνεις γραμμάρια, σου δίνω κιλά.
Μου δίνεις κιλά, σου δίνω τόνους.
Όταν νιώσεις ότι ο άνθρωπός σου ακούει τη σιωπή σου και νιώθει ακόμα και τη σκέψη σου, όταν νιώθεις ασφάλεια και δεν περνάνε δεύτερες σκέψεις απ’ το μυαλό σου, τότε θα καταλάβεις τι είναι αγάπη.

Και εδώ γελάμε. Διότι αυτό ένιωσα κι εγώ με εσένα αλλά να που τελικά άλλο το φαίνεσθαι άλλο το είναι.

Έχω φτιάξει μια playlist με τα τραγούδια που μου έπαιζες στην κιθάρα σου, με αυτά που μου έβαζες να ακούω και με αυτά που θα ήθελα να σου αφιερώσω.

Έχεις καλό music taste τρομάρα σου.

Όταν γύρισα σπίτι από το νοσοκομείο τα πρώτα που αντίκρισα ήταν τα γράμματα. Η μουσική δυνάμωσε και από τις πρώτες νότες, βεβαιώθηκα για το μοιραίο λάθος, γιατί κάθε λέξη, κάθε μελωδία έμοιαζε με μαχαίρι στην καρδιά. Τα δάκρυά μου ξεχύνονταν ανεξέλεγκτα και όση προσπάθεια κι αν κατέβαλα να τα σκουπίσω ή έστω να τα πνίξω στο νερό, αυτά συνέχιζαν να τρέχουν και να καίνε τα μάγουλα μου, να φλογίζουν το μέσα μου και να θέλουν να γίνουν ουρλιαχτά, να μετουσιωθούν σε λέξεις, λέξεις που δεν ειπώθηκαν είτε γιατί δεν είχα τολμήσει τολμησα, είτε γιατί δε μου είχε δοθεί η ευκαιρία.

Τα περισσότερα γράμματα πήγαν στα σκουπίδια, κάποια τα έχω κρατήσει διότι δεν πληρωθηκα όχι, έγραψα για εμένα, γιατί είχα να πω κάτι, γιατί κανείς δεν ακούει πραγματικά, γιατί κάποια πράγματα πρέπει να γραφτούν κι αν δεν το αναγνωρίζει κανείς άλλος, το αναγνωρίζω εγώ. Γιατί κάποια πράγματα δεν πρέπει να ξεχαστούν. Πρέπει να τα θυμάμαι.

Ξεφύγαμε Ε; ξεφύγαμε. Οκ so...

Θέλω να το ξεκινήσω ωραία, θέλω να βρω κάτι να σου τραβήξει την προσοχή. Θέλω να μπεις στον πειρασμό να το διαβάσεις για να καταλάβεις πως γράφτηκε για σένα. Οπότε να ξέρεις πως σου γράφω πάλι από ανάγκη, όπως λέει και ο αγαπημένος μας Σιδηρόπουλος.

Έρχεσαι και φεύγεις σαν μπόρα του Αυγούστου. Αλλάζεις σαν τις εποχές, αλλά με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα. Είναι στιγμές που νομίζω πως σε έχω. Μόνο νομίζω όμως.

Κατάφερα να σε πείσω πως στη ζωή μου υπάρχουν κι άλλοι σημαντικοί άνθρωποι. Ενδεχομένως πιο σημαντικοί από σένα.

Εγώ συνεχίζω να είμαι στην ίδια θέση. Εσύ δεν το ξέρεις. Συνεχίζω να κοιμάμαι τα βράδια με τη σκέψη σου. Εσύ δεν το υποπτεύεσαι. Συνεχίζω να σου γράφω τραγούδια, που δε θ’ ακούσεις (+γιατί δεν ανέχομαι να επιβεβαιώσω το εγώ σου. )

Τα λόγια μου τρέχουν, το χέρι μου γράφει στο χαρτί κι έρχονται στιγμές που δεν ξέρω τελικά ποια είναι η αλήθεια. Σε περιγράφω με λέξεις όμορφες, με λέξεις αιχμηρές. Και φοβάμαι πολλές φορές μήπως κάνω λάθος. Μήπως λέω ψέματα, μήπως δεν είσαι εσύ αυτό που σκιαγραφώ. Γιατί πλέον δε σε ξέρω.

Γράφω για τις στιγμές, αυτές τις λίγες στιγμές που σ’ ένιωσα κοντά μου. Για όταν αγγίζονται για λίγο τα χέρια μας. Για τα δευτερόλεπτα που αφέθηκες. Κι όσο γράφω, πάντα θα σκέφτομαι πως ίσως μια μέρα διαβάσεις κάποια λέξη. Κι αν διαβάσεις δε θέλω να δεις όλα αυτά που έγραφα παραπάνω. Γιατί σε σένα, δεν αρέσει το μελό. Ξέρεις, ούτε κι εγώ την αγαπάω αυτή την πλευρά μου. Γιατί είναι παράλογη και παρορμητική και κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν πως θα τους πνίξει.

Είμαι σίγουρη λοιπόν, ότι θα πεις ότι στα έχω κάνει τσουρέκια. Και ποτέ θα σταματήσω να σου γράφω και μπλα μπλα...

Αφού επιμένεις θα σου την δώσω την απάντηση.

Μέχρι λοιπόν να μη με νοιάζει πια να γράψω για σένα ούτε λέξη.

Να μ' αγαπώ Donde viven las historias. Descúbrelo ahora