Κεφαλαιο 6

52 3 0
                                    

   Κοίταξα πίσω μου από όπου ερχόταν η γλυκιά αυτή φωνή. Και αντίκρισα τα καστανά μάτια του Ντάνιελ, να με κοιτάζουν με μια ζεστασιά. Άρχισα να χάνομαι εκεί μέσα και ξαφνικά με πήρε αγκαλιά. Του ανταποκρίθηκα αγκαλιάζοντας τον και εγώ. Και τότε κλείνοντας τα μάτια μου χάθηκα εντελώς μέχρι που μας διέκοψε το κουδούνι. Με άφησε και με κοίταξε στα μάτια.
Δεν ξέρω γιατί αλλά μέσα στα μάτια του κρυβόταν μια ζεστασιά. Τι να είναι άραγε??
Αγάπη! Τι λες καλέ?! Ακόμα δεν γνωριστήκαμε!
Σου αρέσει!!
Τι?! Όχι όχι δεν μου αρέσει ο Ντάνιελ. Μα γιατί το σκέφτομαι αυτό τώρα??
Σε βρήκε ο ξαφνικός έρωτας!
Σκάσε επιτέλους βλεμμένο!!
Ξαφνικά ο Ντάνιελ με έβγαλε από τις σκέψεις δίνοντας μου ένα φιλί στο μάγουλο. Είμαι σίγουρη πως κοκκίνισα ολόκληρη σαν την ντομάτα ενώ μου χαμογέλασε.

Η υπόλοιπη μέρα πέρασε κάπως ωραία. Στην ομάδα μας μπήκε μια κοπέλα, αφού ο Ντάνιελ είχε διώξει προηγουμένος τον Μάικ. Την καινούρια τη λέγανε Ρόζα. Ήταν πολύ καλή κοπέλα και πολύ συμπαθυτική. Τα μαλλιά της ήταν μαύρα μακριά και σγουρά, όπως μαύρα ήταν και τα μάτια της.

- Γειά σου μαμά και μπαμπά!, τους είπα αφού είχα γυρίσει από το σπίτι.

- Γειά σου αγάπη μου! Πως ήταν η πρώτη μέρα σου στο σχολείο?, με ρωτούν ταυτόχρονα ο μπαμπάς και η μαμά.
- Ε τι να πω, καλή. Αλλά όχι και κάτι σπουδέο.
- Εμένα δεν μου λες γειά?, ρώτησε ο Μάρκος.
- Συγνώμη δεν σε είδα!,του λέω ειρωνικά.
- Μμμ δικαιολογίες!, μου απάντησε κι εκείνος ειρωνικά και γέλασα.

   Ανέβηκα πάνω στο δωμάτιο μου και άφησα την τσάντα μου δίπλα από το κομοδίνο μου. Ευτυχώς δεν μας έβαλαν μαθήματα αλλά μας φόρτωσαν με διάφορα βιβλία.
   Ξεντύθηκα και έβαλα μια αμάνικη γαλάζια μπλούζα, μπλε σορτσάκι και κατέβηκα κάτω.

- Τι έχουμε να φάμε σήμερα?, ρώτησα τη μαμά.
- Κάποια πείνασε βλέπω!, είπε ο Μάρκος.
- Δε σου μιλήσαμε εσένα!
- Δεν χρειάζεται να μου μιλήσεις για να σου μιλήσω.
- Οοοοο δεν θα τα πάμε καλά! Μαμά?, είπα νευριασμένα και άκουσα τον αδερφό μου να γελά.
- Που βρίσκεις το αστείο?, ρώτησα τον αδερφό μου ειρωνικά κάνοντας μια γκριμάτσα. Για απάντηση πήρα ένα χαχανητό του αδερφού μου. Μάλιστα! Άλλος χαζοχαρούμενος!

-Χαχαχαχαχαχχαχα!, γελάω εγώ τώρα. Είδα πως με κοιτάξαν και οι τρεις περίεργα και γέλασα ακόμα πιο δυνατά κατευθύνοντας στην κουζίνα.
- Τόσο αστείο το βρίσκεις?, με ειρωνεύτηκε αυτή τη φοά ο αδερφός μου.
- Ναι πολύ! Έχεις πρόβλημα?, τον ρώτησα με ένα χαμόγελο νικήτριας. Για απάντηση πάλι πήρα ένα χαχανητό.
Ναι μάλλον έχεις μεγάλο πρόβλημα!, σκέφτηκα.

   Μόλις μπήκα στην κουζίνα μια μυρωδιά ψημένου κοτόπουλου με πλημμύρισε και δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί μου ήρθαν τάσεις εμετού. Βγήκα γρήγορα από εκεί μέσα και έτρεξα πάνω.

- Φάτε εγώ δεν πεινάω!, φώναξα στους υπόλοιπους.

   Έπιασα μια μπουκάλα με νερό και ήπια. Έγινα πολύ καλύτερα αλλά δεν επρόκειτο να φάω. Μου κόπηκε η όρεξη. Ξάπλωσα πάνω στο κραβάτι ενώ έκανα ένα κρύο μπάνιο και με πήρε ο ύπνος μεσημεριάτικα. Αρκετά με βασάνισαν όλοι τους σήμερα. Μια η μάνα μου, μετά ο Ντάνιελ, ο Μάρκος, ο καθηγητής. ......
Ντάνιελ τι μου σημβαίνει?! Γιατί χάνομαι στα μάτια σου?! Αγάπη θα πει χάνομαι. Εγώ όμως δεν σε αγαπώ!! Βρε βρε που μπλέξαμε και πάλι.

Αυτή ήταν η τελευταία μου σκέψη πριν να αποκοιμηθώ.

Ιδού και το έχτο κεφάλαιο.  Και ξανά συγνώμη που άργησα. Το επόμενο θα μπει την άλλη εβδομάδα ή ίσως αυτό το σαββατοκύριακο. :-)


Has llegado al final de las partes publicadas.

⏰ Última actualización: Jul 31, 2015 ⏰

¡Añade esta historia a tu biblioteca para recibir notificaciones sobre nuevas partes!

Θέλω να με ερωτευτείςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora