12.Πεπρωμένο ή μήπως όχι;

157 12 4
                                    

*Previously*

Στην άκρη του δρόμου πρόσεξα ένα παγκάκι, καθόλου κακή ιδέα να κάτσω για λίγο. Καθώς πλησίασα όμως πρόσεξα πως ήδη κάποιος άλλος καθόταν εκεί. «Σας πειράζει να καθίσω;» ρώτησα το αγόρι δίπλα μου, καθώς αυτό μου έκανε νόημα να κάτσω.

Τελικά όντως η μοίρα είναι κάτι που δεν μπορείς να αλλάξεις. Το πεπρωμένο σου είναι καθορισμένο και εσύ πρέπει απλά να το ακολουθήσεις. Νόμιζα πως δεν θα τον ξανά έβλεπα αλλά η μοίρα είχε άλλα σχέδια για εμάς.

- - -

«Πως γίνετε ένα άτομο να κάνει τόσο ριζικές αλλαγές στην ζωή σου; Εσείς έχετε νιώσει κάτι παρόμοιο;» ρώτησα τον άντρα δίπλα μου, αλλά αυτός δεν μου απάντησε. «Συγνώμη άμα σας ενοχλώ.» του είπα μετά. Σηκώθηκα από το παγκάκι ξεκινώντας για το σπίτι. «Ξέρετε.» είπε ο κύριος από το παγκάκι, με την γνώριμη φωνή του. «Και εγώ έχω νιώσει έτσι για μία κοπέλα, αλλά τώρα είναι αργά, την έχω χάσει.» μου είπε. Η φωνή του τόσο γνωστή, αλλά και άγνωστη. «Ποτέ δεν είναι αργά. Το τέλος είναι πάντα καλό, αν τώρα είστε χάλια σημαίνει ότι δεν έχει έρθει το τέλος.» του είπα και ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο του. Ακόμα δεν μπορούσα να τον δω καθαρά, όχι μόνο λόγο της βροχής αλλά και επειδή ήταν σκυμμένος.

«Για να το λες εσύ.» Είπε και πλησίασε προς το μέρος μου. Με έπιασε από την μέση και με έφερε πιο κοντά του. Τότε είδα το πρόσωπο του. Το πρόσωπο που με είχε στιγματίσει.

Αυτές οι καστανές μπούκλες του και τα πράσινα υπέροχα μάτια του. «Τζο;» ήταν το μόνο που μπόρεσα να πω. Γιατί μέσα στα επόμενα δευτερόλεπτα με είχε φέρει ακόμα πιο κοντά και είχε ακουμπήσει τα χείλια μας. Αν και είχαν γίνει πολλά τις τελευταίες μέρες δεν αντιστάθηκα. Είχα ανάγκη το φιλί του.

Μετά από λίγο απομάκρυνε τα χείλια του για να πάρουμε ανάσα. Ένα στραβό χαμόγελο στόλισε το στόμα του. «Γιατί γελάς;» τον ρώτησα. «Είμαι χαρούμενος.» μου είπε και τον φίλησα πεταχτά. «Η Λούση σε έψαχνε.» του είπα μονότονα. «Βλέπεις να με νοιάζει η Λούση;» μου είπε, πράγμα που με έκανε να χαρώ και να του χαμογελάσω. «Πάμε μία βόλτα;» με ρώτησε. «Μέσα στην βροχή;» των ρώτησα. «Νόμιζα πως σου άρεσε η βροχή.» «Και εγώ νόμιζα πως σιχαινόσουν τις βόλτες » του είπα. «Για εσένα τα πάντα.» μου είπε. «Λοιπόν ναι, θα ήθελα να πάμε μία βόλτα. Αλλά σε κάποιο κλειστό μέρος. Λίγο πιο στεγνό.» του είπα και γέλασε. Μου κράτησε το χέρι και ξεκίνησε να περπατάει σε μία κατεύθυνση άγνωστη για εμένα, αλλά δεν με ένοιαζε από την στιγμή που ήμουν μαζί του.

8 χρόνια μετά...Wo Geschichten leben. Entdecke jetzt