7. Φωτιά

164 24 14
                                    

 Στην εκκλησία οι φιάλες είναι παντού τοποθετημένες και ανοιγμένες. Μέσα σε βάζα, στο εκκλησιαστικό όργανο μέσα στους σιδερένιους σωλήνες του, κάτω από τα καθίσματα, όπου θα ήταν δύσκολο να τις βρουν. 

" Όταν πατήσει τα πλήκτρα του οργάνου και ανάψουν τα πρώτα κεριά θα είναι το πιο τέλειο σημείο. Εάν θες να γυρίσεις πίσω μπορείς τώρα, εγώ θα κάτσω να απολαύσω το θέαμα " με σταυρωμένα χέρια μιλάω έξω από το ιερό, ένα χαμόγελο ευχαρίστησης παίζει πάνω στα χείλη μου και όταν βλέπω το ίδιο χαμόγελο στο πρόσωπο του και που δεν απαντά ξέρω ήδη την απάντηση. Του αρέσει, και ας μην το παραδέχεται. Του έχω δείξει έναν ολοκαίνουργιο κόσμο, έναν κόσμο διασκέδασης όχι σαν αυτό του ανθρώπινου είδους, τον δικό μας απολαυστικό τρόπο ζωής.

" Έρχεται ο ιερέας, τα λέμε σε λίγο " τον χαιρετάω πριν τηλεμεταφερθώ έξω από ένα μπαρ. Ξέρω πως οι πιστοί, οι ιερείς που ακολουθούν πιστά δηλαδή 'το θέλημα' του Κυρίου τους μπορούν να δουν τα πραγματικά μας πρόσωπα. Θα αναγνώριζε εάν ήμουν δαίμονας ή όχι αν όντως ήταν πιστός και δεν μπορώ να διακινδυνεύσω ολόκληρο το σχέδιο μας. 

Ακούω την φωνή του. Την φωνή του Χάρη καθαρά μέσα στο κεφάλι μου. Προσπαθεί να επικοινωνήσει μαζί μου.

" Έφυγε και μου είπε θα ξεκινήσει την τελετή. Γύρνα " λέει δύο φορές. Δεν ήξερα πως ο όρκος του αίματος μας δένει τόσο πολύ, ήξερα ότι θα τον ένιωθα όπου και να είναι όπως και εκείνος, δεν μπορεί να φύγει μακριά μου χωρίς την συγκατάθεση μου και όταν πεθάνει ξέρω ότι θα πονέσω αφόρητα. Από ότι φαίνεται μπορούμε να επικοινωνούμε και από απόσταση. 

" Συγνώμη κοπελιά είσαι καλά; " ένας μεθυσμένος βγαίνει από το μπαρ και έχει σκύψει μπροστά στο πρόσωπο μου σαν να είμαι ένα μικρό κοριτσάκι. Η ανάσα του βρομάει αλκοόλ και τσιγαρίλα κάνοντας την μύτη μου να σουφρώσει και τα μάτια μου να μισό κλείσουν και καθώς βγάζω ένα επιφώνημα αηδίας, χτυπάω τα δάχτυλα μου και του γυρίζω τον λαιμό ακριβώς εκατόν ογδόντα μοίρες, ο ήχος όταν έσπασε ο αυχένας του έκανε την τρίχα μου να σηκωθεί και θέλοντας κι άλλο τηλεμεταφέρομαι ξανά πίσω στον Χάρη.

" Άργησες " λέει σιγανά με την όρθια στάση οπού ήμουν εγώ πριν φύγω. 

" Δεν έχασα την έκρηξη οπότε είμαι πάνω στην ώρα " του απαντάω με ένα ελαφρύ γελάκι ειρωνείας. Κόσμος άρχισε να μαζεύεται μέσα. Νέοι, παιδιά, γέροι όλες οι ηλικίες μαζεμένες στο ίδιο κτήριο. Μέτρησα τουλάχιστον σαράντα οπότε και να ξεφύγει κανείς τον αριθμό τον έχουμε κλείσει και η σφραγίδα που πρέπει να σπάσει θα σπάσει και θα ολοκληρώσω την πρώτη μου δουλεία εδώ πάνω. 

Hell H.sWhere stories live. Discover now