Μια δολοφονία

469 60 7
                                    

Δεν είναι δυνατόν. Αυτό που βλέπω μοιάζει για ένα κακόγουστο αστείο. Σφίγγω οργισμένα τις γροθιές μου, καθώς κοιτώ το πτώμα που βρίσκεται μπροστά μου. Τρίζω τα δόντια μην ξεσπάσω σε δάκρυα ή φωνές. 

"Πως πέθανε;", ρώτησα χαμηλόφωνα τον Καρλ ενώ είχα σκύψει πάνω από το νεκρό σώμα.

"Μία σφαίρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού, χαριστική βολή. ", απάντησε με σκληρό τόνο και μου ζούληξε τους ώμους παρηγορητικά. Εγώ τραβήχτηκα αμέσως και στάθηκα στα πόδια μου. Περπάτησα προς το περιπολικό και άνοιξα με μανία την πόρτα. Άρπαξα το πακέτο με τα τσιγάρα του Κάρλ και έβαλα ένα στο στόμα μου. 

Είχα να καπνίσω από τα είκοσι μου χρόνια και ήξερα ότι ο καπνός θα πείραζε τον λαιμό μου, μα δεν πτοήθηκα. Το χρειαζόμουν ή τουλάχιστον έτσι πίστευα.  Καθώς κάπνιζα μελαγχολικά και κοιτούσα το κενό, σκεφτόμουν ποιός θα μπορούσε να το κάνει αυτό. Πέρασαν απο το μυαλό μου διάφορες σκέψεις, μα δεν έβγαζα άκρη.

"Τον γνώριζες;", ρώτησε ξαφνικά ο Καρλ βγάζοντας με από το λήθαργο μου. Φυσικά και τον ήξερα που να πάρει! Ήταν φίλος μου και συνεργάτης μου. 

"Ναι, ήταν φίλος μου από το Βέλγιο. Ντιέγκο Γκρασίας. Ήμασταν συνομίληκοι και συνεργάτες πίσω στο Βέλγιο. ", απάντησα δίχως χρώμα στη φωνή μου. Σαν αναλαμπή, πέταξα το τσιγάρο στο έδαφος και άρχισα να κλοτσάω με δύναμη τα λάστιχα του περιπολικού. Ήμουν οργισμένος, θυμωμένος, απηυδησμένος με τον φονιά του Ντιέγκο.

"Πέτρο ηρέμησε σε παρακαλώ!!", προσπάθησε να με συνεφέρει ο Καρλ, αλλά μάταια. Γύρισα και τον κοίταξα με μίσος στο βλέμμα μου, λαχανιασμένος και βουρκωμένος. 

"Ήταν φίλος μου Κάρλ, το ακούς; Φίλος μου! Έχει γυναίκα και μια εικοσάχρονη κόρη! Πως θα το πω στην οικογένεια του μου λες; Πως; Νομίζεις θέλω να σκορπίσω τον πόνο και την θλίψη σε μια τόσο αγαπημένη οικογένεια; Γαμώτο, γαμώτο", φώναζα κυριολεκτικά μπροστά του και εκείνος φάνηκε να σιωπά και να συμμερίζεται τις ανησυχίες μου, αλλά και τον πόνο μου.

"Μπορώ να το πω εγώ αν θέλεις στην οικογένεια του. Εξάλλου εσύ δουλεύεις στη Δίωξη Ναρκωτικών, όχι στο Ανθρωποκτονιών", πρότεινε ήρεμα και πήρα μια βαθιά ανάσα, συνειδητοποιώντας όλη την κατάσταση, καθώς ο θυμός σταδιακά εξασθενούσε.

"Όχι, όχι. Έχω υποχρέωση να το πω. Είμαστε οικογενειακοί φίλοι, σαν συγγενείς.", αποφάσισα και έφυγα από το παραμελημένο και ετοιμόρροπο γκαράζ στο οποία βρήκαμε το πτώμα του Ντιέγκο.

Πως θα το πω στην Αμαρρυλίς; Θα θέλει σίγουρα να συμμετέχει στην έρευνα. Πάνω που η ζωή μας ήταν ήρεμη και ωραία, δίχως αναταραχές, ήρθε αυτό. 

Θα αναστατωθεί και θα θέλει σίγουρα να επιστρέψουμε στο Βέλγιο να σταθούμε στην Βίβιαν, ήταν αχώριστες αυτές οι δύο. Και με το δίκιο της φυσικά, ποιός δεν θα θελε να συμπαρασταθεί στον καλύτερο του φίλο; 

Αλλά γαμώτο, ποιός μπορεί να το έκανε;

Μπατσοι Γουρουνια 2Onde histórias criam vida. Descubra agora