Η ανάσα του είχε γίνει βαριά. Τα ματια του είχαν κλείσει και δεν αντιδρούσε στις φωνές και τα σκουντιγματα μου. Ξαφνικα διεκρινα κάποιον να μπαίνει μέσα στο δωμάτιο.
-Ελίζαμπεθ τι κανεις εδω; ακούστηκε η φωνή του Κέιλ. Ήρθε δίπλα μου μα δεν του έδωσα σημασία.
-Βοήθησε τον είπα απλά και έκλεισα τα ματια μου απαγορεύοντας στα δάκρυα μου να κυλισουν.
-Σου έκανε τοσα και θες να τον σωσεις; με ρώτησε κάπως επιθετικά.
-Κέιλ ηρέμησε ακούστηκε μια αλλη φωνή και η Αναμπεθ με τον Ολιβερ μπήκαν μέσα.
-ΝΑ ΗΡΕΜΗΣΩ; ΤΗ ΒΙΑΣΕ ΠΡΟΣΠΆΘΗΣΕ ΝΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΙ ΜΑΚΡΙΑ ΜΟΥ ΚΑΙ ΑΥΤΗ ΤΩΡΑ ΤΟΝ ΕΧΕΙ ΣΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΣΑΝ ΓΚΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΚΑΙ ΜΟΥ ΖΗΤΑΕΙ ΝΑ ΤΟΝ ΒΟΗΘΗΣΩ; φώναξε δυνατά και με το ποδι του έριξε ενα τραπέζι κάτω. Τον κοίταξα στα μάτια και σηκωθηκα όρθια. Έβαλα με ευκολία τον Τζέικομπ σε εναν μικρό καναπέ και πήγα προς την πόρτα.
-Που πας; με ρώτησε ο Όλιβερ πιάνοντας μου το χερι.
-Οπου θέλω και μην τυχών και γυρίσω και ο Τζεικομπ λείπει αλλιως το ορκίζομαι οτι θα σας σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια. ΟΛΟΥΣ ΣΑΣ είπα ακόμα ποιο δυνατά κοιτάζοντας τον Κέιλ και με την μορφή του άσπρου λύκου μου ετρεξα μακρια τους.Μέσα σε λιγα λεπτα είχα φτασει στο σπίτι του Ρικ. Χτύπησα την πόρτα και εκείνη άνοιξε γρήγορα αποκαλύπτοντας μου την γερικη φιγούρα του.
-Κόρη μου είπε και με ενα χαμόγελο τον αγκάλιασα. Έκλεισε την πόρτα και κάθησε στον καναπέ δίπλα μου.
-Θέλω μια χάρη του είπα κοιτώντας τα καστανά ματια του.
-Ότι θελεις απάντησε εκείνος με ενα χαμόγελο. Ήξερα πως αυτό που θα του ζητούσα ηταν εντελώς παραγολο και πιστευα πως δεν θα δεχόταν. Βαθιά μέσα μου όμως είχα μια μικρή ελπίδα.
-Θέλω να χρησιμοποιείσεις τη μαγεία σου για να σωσεις τον Τζέικομπ. Το προσωπο του σκοτείνιασε αμέσως και με μια απότομη κίνηση σηκώθηκε απο τον καναπέ και κατευθύνθηκε στο παράθυρο.
-Δεν υπάρχει περίπτωση είπε τελικά και εγώ ετρεξα αμέσως κοντα σου.
-Σε παρακαλώ Ρικ. Του είπα και χαμηλωσα το βλέμμα.
-Κόρη μου. Σου έκανε τοσα και εσύ θες να τον σώσεις; Γιατι; έκανε την ίδια ερώτηση με τον Κέιλ.
-Κουβαλάω το παιδι του είπα τελικά και του γύρισα πλάτη.
-ΤΙ; είπε εκείνος και με πλησίασε.
-Ναι Ρικ. Και το θελω. Δεν υπάρχει περίπτωση να το σκοτώσω. Και θα μεγαλώσει με τον πατερα του. Όσους και να ενοχλεί αυτό είπε και τον κοίταξα ξανά. -Ειναι λάθος
-Αυτή είναι η απόφαση μου. Και σωστη και λάθος αυτό θα κάνω. Οποτε η θα με βοηθησεις ή θα βρω να κάνω κάτι άλλο. Του είπα ηρεμα. Δεν ξέρω γιατί το είπα αυτό. Ηταν ψέματα. Αν δεν με βοηθούσε εκείνος δεν θα μπορουσα να σώσω τον Τζέικομπ.
-Δεν μπορω. Δεν μπορω να το κάνω εγώ είπε τελικά και με μια κίνηση σηκώθηκα.
-Δεν πειράζει. Σε ευχαριστώ είπα και έκλεισα τα ματια μου κατευθυνόμενη προς την πόρτα.
-Όμως μπορείς εσύ πρόστεσε πριν προλαβω να ανοιξω.
-Εγώ; είπα δίχως να τραβηξω το βλέμμα μου απο το χερούλι.
-Ναι εσύ. Ενα ξόρκι σου χρειαζεται, λίγη εξάσκηση και θα μπορείς να κανεις οτι θέλεις. Είπε και ενα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο μου μόλις αντίκρυσα τα ματια του.
KAMU SEDANG MEMBACA
The White Wolf
Manusia Serigala"Είχα μια απλή και φυσιολογική ζωή, όπως κάθε κορίτσι στην ηλικία μου άλλωστε. Μια μέρα όμως. Μια μέρα αρκούσε για να αλλάξουν όλα προς το χειροτερο. Οτι είχα καταφέρει μεχρι τωρα φάνηκε ασήμαντο και άχρηστο. Και ποια ήταν η μέρα εκείνη; 18 Απρίλη...