Το τραγουδακι απλα μαρεσε βαλτε το αν θελετε 😏
Δάφνης Ρον
Η φωνή του έσταζε ειρωνία και κακία, απορρω πως ζούσα τόσα χρόνια στο ίδιο σπίτι με αυτον τον ακαρδο.
Ο Μάρκος προφανεστατα δεν είχε καταλάβει τι στο καλό εχε γίνει και μας κοιτούσε και τους δυο σοκαρισμένος.
"Νομιζω σου ξεκαθαρησα την θέση μου Μάικ" του το είπα έτσι ώστε να καταλάβει την σοβαρότητα της κατάστασης.
"Μπορεί εσύ να ξεκαθαρησες την θέση σου ΚΟΡΟΥΛΑ μου αλλά εγώ την δικιά μου οχι " λέει και ενα στραβό χαμόγελο ζωγραφίζεται στο πρόσωπο του
Αρχισε να με πλησιάζει με αργά βασανιστικά βηματα.
"Δεν ξέρω αν το χεις πάρει χαμπαρι αλλά μου κατεστρεψες τα παντα" λέει συνεχίζοντας να με πλησιαζει.Εγώ ασυνείδητα κάτω ανα βήμα του ενα βήμα πίσω
"Μου κατέστρεψες την επιχειρήση.." λέει άλλο το μπερδεμένο βλέμμα μου του δείχνει πως δεν καταλαβαίνω για πιο πράγμα μιλάει
"Αα δεν το ξέρεις ε;" λέει και γελάει ειρωνικά "Ο Μπέν σε πήρε γραμμή πως "ασχολιοσουν" με αυτόν εδώ και η οικογένεια του διέκοψε την συνεργασία που ειχαμε " είπε και ο θυμός του αρχισε να γίνεται αισθητός.
Δεν μπορουσα να μιλήσω ,νιωθω πως είχα κοκαλωσει στην θέση μου και το μονο που μπορουσα να κάνω ηταν λιγα βήματα πίσω
Ηξερα ποσο σημαντική ηταν για εκείνον η εταιρία και οτι ηταν ικανός να κάνει τα πάντα για αυτήν και τα κωλολεφτα του
"Η μητέρα σου φυσικα και με άφησε αφού έμαθε πως η εταιρία ηταν στα τελευταία της.Αφού ηταν μια πουτανα σαν και σένα" αρχισε να ουρλιάζει και να με πλησιάζει πιο γρήγορα
Κάποια στιγμή η πλατύ μου βρήκε κάπου πίσω και δεν με άφηνε να συνεχίσω τα έργα πίσω βήματα μου
"Και νομίζεις πως εσύ απλα θα καλό περνάς με τον κάθε παπάρα που σου γυαλιζει;"φωνάζει και βγάζει ενα όπλο απο την κολοτσεπη του σημαδεύοντας με
"Δεν νομιζω"λέει και το οπλιζει
Αυτό ήταν λοιπον ο ίδιος μου ο πατέρας θα με σκοτώσει.Εκλεισα τα μάτια σφικτά και περιμενα το τέλος μου.
Μόλις ακούστηκε ο πυροβολισμός, εγώ αγκάλιασα πιο σφηκτα και τον εαυτό μου και έβαλα απότομα το κεφάλι μου στα γονατα μου
Μετα απο κάποια δεύτερα που κατάλαβα πως ειμαι ακόμα ζωντανή άνοιξα σιγά σιγά τα ματια μου και είδα τον Μάρκο να κραταει το όπλο που με σημάδευε ο πατέρας μου και ο μπαμπάς μου να βρίσκεται στο πάτωμα με λίγο αίμα να τον πλημμυρίζει.