Chapter 7

3 2 0
                                    

  Κυριακή 18 Δεκεμβρίου.
Η Κάτια ξύπνησε άρρωστη σήμερα. Πήγε κατευθείαν στο κινητό της και έτρεξε στο μπάνιο. Τίποτα. Κανένα μήνυμα. Του έστειλε καλημέρα. Πήγε κάτω να φάει πρωινό. Έπειτα έβαλε τα ρούχα της. Σήμερα θα πήγαιναν στο σπίτι του παππού της.
[...]
Μετά από ώρες, γύρω στις 3:00 το μεσημέρι, άκουσε ένα ντιν από το κινητό της. Αμέσως σηκώθηκε από τον καναπέ και πήγε να δει τι είναι. Απλά τα είχε δει τα μυνήματα και δεν της είχε απαντήσει... περίμενε περίμενε.... Πέρασαν έτσι δυο ώρες χωρίς τίποτα. Σταμάτησε το κινητό και πήγε να ξαπλώσει στο κρεβάτι της. Άρχισε πάλι τα κλάματα." Πρέπει να πεθάνω, δεν μπορώ να ζω χωρίς αυτόν, θέλω να είμαι κοντά του γιατί δεν με θέλει;" Αυτά σκεφτόταν και χτυπούσε τα χέρια της στον τοίχο. Κατά το απόγευμα της έστειλε.

Συγγνώμη δεν μπορούσα να μιλήσω.
                                        Οκ
[10 λεπτά μετά]
                              Μπορείς να μου πεις τι σκέφτηκες;

Λοιπόν....κοίτα. Δεν μπορώ.
     Μα γιατί;; Σου έκανα κάτι;
Όχι όχι.. Απλά δεν μπορώ. Συγγνώμη.
     
Καλά... να το θυμάσαι..

Συγγνώμη.  
Έκλεισε το κινητό της. Πήγε έβαλε μαύρα ρούχα. Άνοιξε το νερό για να γεμίσει η μπανιέρα. Όταν πια είχε γεμίσει, μπήκε μέσα. Το νερό, της έφτανε μέχρι τον λαιμό. Εάν πήγαινε πιο κάτω θα την κάλυβε. Σκεφτόταν εάν άξιζε ή όχι. "Τον αγαπάω"
είπε και βούλιαξε. Δυσκολευόταν να αναπνεύσει αλλά παρέμενε μέσα. Μετά από δύο ή τρία λεπτά, πέθανε. 7:00 μ.μ. Οι γονείς της γύρισαν και την είδαν εκεί μέσα νεκρή. Κάλεσαν ασθενοφόρο. Ήταν αργά. Είδαν το κινητό της. Δεν μπορούσαν να το ανοίξουν, είχε κωδικό. Είχε ένα μήνυμα.
"Από ποιόν είναι το μήνυμα;" είπε ο μπαμπάς της.
"Από έναν Προμηθέα."
Το ασθενοφόρο ήρθε και την πήρε. Οι γονείς της πήραν τη διευθύντρια του σχολείου για να της πουν ότι η Κάτια δεν θα ξαναέρθει σχολείο επειδή πέθανε. "Συλλυπητήρια" τους είπε. Η Κάτια πια θα κοιμόταν για πάντα.                                                                   

Can't Go BackWo Geschichten leben. Entdecke jetzt