*Shawn's pov*
Κοιτάζω την αντανάκλαση μου στον καθρέφτη. Έχει περάσει ένας ολόκληρος χρόνος από την τελευταία φορά που κοίταξα τον εαυτό μου μέσα από αυτόν τον καθρέφτη. Η πρώτη μου περιοδεία έφτασε στο τέλος της και μετά από ένα χρόνο βρίσκομαι και πάλι σπίτι. Θέλω να τελειώσω την τελευταία μου χρόνια στο σχολειο εδώ στον Καναδά. Για λίγο κοιταζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Όταν έφυγα ήμουν μόλις 15, τώρα είμαι σχεδόν 17 και δεν έχει αλλάξει μόνο η ηλικία μου. Όλον αυτόν το καιρό το είχα ρίξει στην γυμναστική. Οι μύες μου έχουν μεγαλώσει και τα μαλλιά μου είναι ελαχίστως πιο κοντά από τότε. Ακόμα και ψήλωσα. Μα τι δεν άλλαξε; Εννοείται, τα αισθήματα μου για εκείνη. Έχω να την δω ένα χρόνο. Μόλις που θα με αναγνώριζε τώρα και Χριστέ μου, μου λείπουν τα γλυκά φιλιά της. Χρειάζομαι να χαμογελάσω λίγο σκεπτόμενος την αντίδραση της εάν με έβλεπε αυτήν την στιγμή. Λογικά θα με κοίταζε αρκετά λεπτά μέχρι να διαπιστώσει ότι επέστρεψα. Έπειτα, τρέχοντας θα με αγκαλιαζε τόσο σφικτά που όλα τα σπασμένα κομμάτια που κρατούσα τον τελευταίο καιρό θα ενώνονταν και πάλι. Δεν μπορώ να περιμένω άλλο. Έχω την ανάγκη να την δω ξανά, μετά από έναν ολόκληρο χρόνο. Βάζω γρήγορα το κόκκινο Vans hoddie μου , πιάνω τα κόκκινα τριαντάφυλλα που αγόρασα για εκείνη και κατεβαίνω γρήγορα τα σκαλιά.
"Shawn,φεύγεις κιόλας ;" με ρωτάει η μαμά μου καθώς ετοιμάζει το βραδινό.
Πλησιάζω προς το μέρος της και της δίνω ένα απαλό φιλί στο μάγουλο.
"Πρέπει να πάω σε εκείνη. Έχω να την δω ένα χρόνο" της λέω και μου ανταποδίδει το φιλί.
"Θες να σε πετάξω με το αυτοκίνητο;" μου προσφέρει και σταματάει να κόβει τις ντομάτες"
"Όχι, δεν πειραζει. Χρειάζεται να περπατήσω μόνο 20 λεπτά. Μαμα σοβαρά; πάλι ντομάτες;" την ρωτάω με μια ξινισμένη φάτσα.
"Τι; Είναι υγιεινές" λέει γελώντας, "Τώρα πήγαινε και να προσέχεις. Μην αργήσεις για το βραδινό και θα σου ετοιμάσω κάτι ξεχωριστό από ντομάτες" μου απαντάει και της χαμογελάω.
Θέλω να φύγω αλλά με ξαναφωναζει:
"Shawn, περίμενε, εγώ..."
"Μαμα, είναι εντάξει. Πραγματικά!" την επιβεβαιώνω.
Χαμογελάει με δυσπιστία, ή ίσως και με λίγη ανησυχία αλλά εγώ φεύγω.
Ο καιρός είναι συννεφιασμένος και λίγο βροχερός. Μερικοί άνθρωποι περπατάνε εδώ γύρω. Συνήθιζα να λατρεύω αυτές τις βροχερές μέρες και να εκλιπαρώ για αυτές μα πλέον μονο με μελαγχολία μου προκαλούν. Περπατάω 3 στενά πιο κάτω και στριβω στην γωνία. Η γωνια όπου δώσαμε το πρώτο μας φιλί. Ηταν και εκείνη μια βροχερή μέρα. Στέκομαι εκεί για μερικά δευτερόλεπτα ώστε να θυμηθώ πως ένιωθα εκείνη την ημέρα. Η καρδιά μου κόντευε να σπάσει ναι πριν δώσουμε το πρώτο μας φιλί κοιταζομασταν βαθιά μες' τα μάτια.
"Και τώρα τι; " με ρώτησε με αυτήν την ήρεμη φωνή που με έκανε να λιώσω , αφού είχαμε προστατεύσει τους εαυτούς μας από την βροχή.
"Δεν ξέρω. Ίσως..." και μετά την τράβηξα πάνω μου φιλώντας την. Δεν το σκέφτηκα καθόλου. Απλά το έκανα. Τύλιξε τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου και εκείνη την ώρα ένιωσα λες και βρισκόμουν σε ταινία. Χαμογελάω για λίγο και αυτόματα αγγίζω το σημείο όπου είχε αγγίξει τον λαιμό μου. Μετά από λίγο επανέρχομαι στην πραγματικότητα και συνεχίζω τον δρόμο μου προς εκείνη. Ακόμη 15 λεπτά και επιτέλους θα έχω φτάσει. Ανοίγω την μικρή αυλοπορτα, όπου είναι λίγο σκουριασμενη, και προχωράω μπροστά από ένα ψηλό δέντρο που στέκεται μπροστά μου. Συνειδητοποιω πως έφτασε η ώρα. Νιωθω το σώμα μου μουδιασμένο. Ακουμπάω απαλά τα τριαντάφυλλα στο έδαφος
"Γειά σου, γλυκιά μου. Πέρασε ένας χρόνος" ψιθυρίζω και γονατίζω κάτω.
"Faith Johnson. Μια αγαπητή φίλη, αδελφή, κόρη και κοπέλα, 16.04.1999 - 03/06/2015" αναγράφεται πάνω στον ταφόπλακα.
"Μου λειπεις. Μου λειπεις πολύ" μου ξεφεύγει ενας λυγμός και νιώθω την καρδιά μου να σπάει για ακόμη μια φορά. Τοποθετώ το κεφάλι μου ανάμεσα στα χέρια μου και αρχίζω να κλαίω.Γειαα σας..
Αυτη ειναι η δευτερη οστορια πιυ ανεβαζω, μονο που η πρωτη διαγράφτηκε γιατί δεν μου πολύ άρεσε. Θέλω να μου πείτε τις εντυπώσεις σας.😌
*Βτγ δεν ξέρω αν θα έχω χρόνο για να ανεβάζω κάθε μέρα καινούριο κεφάλαιο αλλά σίγουρα θα ανεβάζω κάθε Σαββατοκυριακο💕*
YOU ARE READING
Say you won't let go
FanfictionΌλα μου την θυμίζουν. Συνηθίζαμε να κοιμάστε εδώ, μαζί. Συνηθίζαμε να μιλάμε πολύ αργά το βράδυ για το μέλλον μας. Για τα πάντα. Τα όνειρα μας. Τις επιθυμίες μας. Τίποτα απο αυτά δεν βγήκε αληθινό για εκείνη. Δεν υπάρχει χειρότερος πόνος και συναίσθ...