Κεφαλαιο 31

88 9 1
                                    

Δε θυμαμαι και πολλα απο την χτεσινη βραδια αλλα δε μπορω και να ξεχασω οσα μου ειχε κανει ο Αρης. Εξαιτιας εκεινου και των τρελων του ιδεων εγω εχω καταληξει με ενα παιδι στη κοιλια μου. Ετσι νομιζω δηλαδη.

Πρεπει να παω να κανω τεστ εγκυμοσυνης, πρεπει να το σιγουρευσω δε γινετε. Αλλιως λανθασμενα βαζω λογια στη Μελιτα ποσο μαλλον και στον Αρη.

Η ωρα πρεπει να ειχε παει γυρω στις 12 το μεσημερι, το οποιο σημαινε πως επρεπε να παρω τα ποδια μου και επιτελους να σηκωθω απο το κρεβατι μου. Απορω με τον εαυτο μου ωρες ωρες που καταφερα και εφτασα μεχρι το κρεβατι μου αντι να βρισκομαι σοριασμενη σε κανα πατωμα ή εστω σε εναν καναπε με τα ρουχα της χθεσινης μερας.

Επρεπε να κλεισω ραντεβου σε μια κλεινικη το συντομοτερο δυνατον, ποσο μαλλον σημερα. Δε θα αντεχα στη σκεψη να μην ειμαι εγκυος. Το ξερω θα φανω τρελη αλλα το παιδι το θελω και στο κατω κατω αυτο δε μου φταιει πουθενα. Δε μου χαλασε εκεινο τη ζωη μου. Πφ τι λεω, η ζωη μου ειναι ηδη κατεστραμμενη.

Απο την αλλη μερια του κεφαλιου μου μια μικρη φωνη μου ελεγε και μου ξανα ελεγε να τηλεφωνησω στον Νικο. Επρεπε να ξερει, εχει δικαιωμα να ξερει. Και στο κατω κατω της γραφης αγορι μου ειναι και πρεπει να ξερει τι συμβαινει στη ζωη μου.

Χωρις χρονο για περεταιρω σκεψεις αρπαζω το κινητο, πληκτρολογω τον αριθμο του και αφηνω τον χαρακτηριστικο ηχο να διαπερασει τα αυτια μου.

«Ναι; Κριστι;»
«Ελα Νικο, εγω ειμαι πως εισαι;»
«Καλα ειμαι δε περιμενα τηλεφωνημα σου, με ξαφνιασες αληθεια. Τρεχει κατι;»
«Περιπου. Αλλα αυτες οι συζητησεις δε γινονται απο το τηλεφωνο. Εχεις σημερα καθολου χρονο να βρεθουμε;»
«Φοβαμαι πως οχι πολυ. Πρεπει να φυγω σε μια ωρα περιπου για κατι εξωτερικες δουλειες, θες να περασεις απο εδω σε λιγο; Μονος μου ειμαι.»
«Εγινε. Ξεκινω αμεσως.»
«Ενταξει.»

Μου φανηκε ιδιαιτερα ηρεμος σαν να εχουμε να βρεθουμε απο εχθες. Μα καλα δε βλεπει πως η σχεση μας δε τραβαει αλλο;

Εφοσον του ειχα πει πως θα ξεκινουσα αμεσα, επρεπε να αρχισω να ετοιμαζομαι. Δε θα εβαζα κατι ιδιαιτερο ισα ισα να φαινομαι λιγο ανθρωπος.

Γενικα περπαταω γρηγορα οποτε σε κανα 10λεπτο θα ημουν απεξω. Χτυπησα το κουδουνι και μου ανοιξε αμεσως, σαν να με περιμενε στη πορτα.

«Περασε.» μου χαμογελασε και υστερα μου χαρισε ενα ζεστο φιλι. Ειχα καιρο να αισθανθω τα χειλη του. Μακαρι να γνωριζε ποσο μου ειχε λειψει να νιωθω ασφαλης και ποσο ακομα μου ειχε λειψει να ειμαι μαζι του. Κριμα που ομως τιποτα δεν ηταν μελι-γαλα και στη πραγματικοτητα ολα ηταν σκατα.

The new boyDonde viven las historias. Descúbrelo ahora