Part 35 - ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

39 5 0
                                    

Μέρα 8η

Η επόμενη μέρα έφτασε. Μια μέρα που κανείς δεν περίμενε.. μια μέρα όπου όλα θα αλλάξουν και θα μπουν σε μια σειρά..

Όλα ήταν ήσυχα για άλλη μια φορά.. κανείς δεν μιλούσε, παρά μόνο σκεφτόταν, ήλπιζε, φοβόταν.. άλλοι έβγαιναν βόλτα στο δάσος, άλλοι καθόταν στον κήπο, άλλοι στο δωμάτιο τους και άλλοι στην τραπεζαρία. Η Έλλη από την άλλη ήταν κοντά στην Ρενέ παρατηρώντας την μιας που για άλλη μια φορά δεν μπόρεσε να επικοινωνήσει μαζί της.. η ελπίδα μέσα της μεγάλωσε καθώς πιστεύει πως από στιγμή σε στιγμή θα ανοίξει τα μάτια της.  Ο Στέφανος καθημερινά της άφηνε από ένα τριαντάφυλλο δίπλα της για να την καλημερισει. Η Έλλη το πρόσεξε αυτό και σκέφτηκε πως η Ρενέ θα ενθουσιαστεί μόλις τα δει όλα αυτά.

Σάμι: Να μπω;
Ελ: Ναι έλα.
Σάμι: Τίποτα ακόμα ε;
Ελ: Όχι.. και αυτήν την φορά είμαι ξεκούραστη μπορούσα να επικοινωνήσω μαζί της αλλά δεν μπορώ. Οπότε η ελπίδα μου μεγάλωσε γιατί ίσως αυτό σημαίνει πως θα ξυπνήσει από στιγμή σε στιγμή.
Σάμι: Μακάρι να έχεις δίκιο. Τι είναι αυτά τα τριαντάφυλλα;
Ελ: Χμ ο Στέφανος της φέρνει από ένα κάθε πρωί. Θα ενθουσιαστεί η Ρενέ μόλις τα δει.
Σάμι: Πολύ γλυκό παιδί.. μπράβο του τον θαυμάζω για την υπομονή και το κουράγιο του.
Ελ: Και γω.

•Ρενε•

Αλ: Ρενέ μου Ρενέ μου ξύπνα κάτι συμβαίνει εδώ. Έλεγε ανήσυχη η μικρή και με δυσκολία άνοιξα τα μάτια μου. Πότε με πήρε ο ύπνος;
Ρ: Τι έγινε μικρή μου;
Αλ: έκανε έναν δυνατό αέρα πάλι σαν αυτόν που είχε ξανά κάνει. Δεν το κατάλαβες;
Ρ: Α όχι δεν κατάλαβα τίποτα..
Αλ: απλά φοβήθηκα.. αλλά πέρασε
Ρ: Συγνώμη γλυκιά μου που δεν σε πρόσεχα..
Αλ: δεν πειράζει..σε έκανα αγκαλιά και σταμάτησε ο αέρας.
Ρ: τώρα αυτό ήταν τυχαίο ή κάτι συμβαίνει;
Αλ: δεν ξέρω..
Είπε και ξανα άρχισε να φυσάει αέρας πιο έντονος από την άλλη φορά σχεδόν μπορούσε να μας σηκώσει. Η Άλις με αγκαλιασε σφικτά και κλείσαμε τα μάτια. Ξαφνικά δεν ένιωσα πλέον να φυσάει αέρας και άνοιξα τα μάτια μου. Βρισκόμουν σε αυτόν τον διάδρομο που μου είχε πει η Έλλη. Κρατούσα την Άλις στην αγκαλιά μου και μόλις αντίκρισα την πόρτα άρχισα να περπατάω αργά προς τα εκεί.
Αλ: Ρενέ; Που πάμε;
Ρ: Πίσω στο σπίτι μου. Απάντησα και αφού ακούμπησα το πόμολο της πόρτας κατάλαβα πως δεν μπορούσα να την ανοίξω.
Αλ: Να βοηθήσω και γω; Είπε και ακούμπησε και εκείνη το χεράκι της στην πόρτα και αφού ξανά προσπαθήσαμε η πόρτα άνοιξε και μπήκαμε μέσα...

The Queen Where stories live. Discover now