Ο Τζο δεν ήταν ο συνηθισμένος φίλος που θα μπορούσε να έχει ο καθένας. Ο πατέρας του ήταν ο Λοχαγός Χάρμοντ και με διακριτικό τρόπο φρόντισε ο γιος του να μην στρατευτεί. Αυτό το ήξερε βέβαια μόνο ο ίδιος και ο Ανρί, στο υπόλοιπο χωριό κανόνισαν να βγει η φήμη πως δεν στρατεύτηκε λόγω σοβαρού τραύματος. Άλλωστε δεν κυκλοφορούσε στους δρόμους πια. Αν και υπήρξε διαθέσιμος να βοηθήσει τον οποιονδήποτε, δεν του άρεσε καθόλου όταν προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την καλοσύνη του επειδή γνώριζαν τις παραπάνω ανέσεις που είχε.
Σε λίγο ο Ανρί είχε φτάσει στο μεγάλο σπίτι και όπως συνήθως πήγε στον γκρεμό πίσω από αυτό όπου συνάντησε τον Τζο να παίζει κιθάρα καπνίζοντας. Τον είδε να κάθεται στο παγκάκι τους. Το σπίτι του Τζο ήταν ο,τι πιο προηγμένο μπορούσε να βρεθεί αυτή την εποχή. Καμιά φορά ο Ανρί αναρωτιόταν πως θα ήταν να ζει έτσι. Οι σκέψεις αυτές έφευγαν όμως αμέσως. Αν και φαινόταν πως ο Τζο είχε τα πάντα στην πραγματικότητα του έλειπαν τα πιο σημαντικά. Μεγάλωσε χωρίς μητέρα και ο πατέρας του ήταν ένας σκληρός άνθρωπος. Πάντα τον δικαιολογούσε όμως γιατί η μόνη ζωή που είχε ζήσει ήταν αυτή της πειθαρχίας, της τάξης. Όταν ο Τζο δεν ήταν με τον Ανρί ήταν μόνος και όσο ωραίο και να φαίνεται ένα μεγάλο σπίτι όταν είναι άδειο μοιάζει με το πιο μοναχικό μέρος του κόσμου. Δεν έμεναν από πάντα εκεί, παρά μόνο όταν πέθανε η μητέρα του στα έξι του. Ο πατέρας του έχτισε το σπίτι στην άκρη της πόλης, κοντά σε ένα γκρεμό. Δεν ήταν ο,τι πιο ασφαλές για ένα παιδί αλλά καθώς ο Τζο μεγάλωνε τον ευγνωμονούσε. Ήταν το μοναδικό μέρος που μπορούσε να βρει λίγη ηρεμία μέσα του, εκείνο το κομμάτι ήταν γεμάτο με ζωή, μια ζωή που δεν έβρισκε πουθενά αλλού. Όταν ήταν μικρότεροι καθόντουσαν με τον Ανρί στο γρασίδι και κοιτούσαν τα σύννεφα ή πετούσαν πέτρες στον γκρεμό για να δουν ποια θα πέσει πιο βαθιά. Φανταζόντουσαν πως είναι πειρατές, αεροπόροι, αγρότες και ότι άλλο σκαρφιζόντουσαν. Έφτιαξαν ένα παγκάκι για να κάθονται και να απολαμβάνουν την γαλήνη. Όσο τα χρόνια περνούσαν έβλεπαν γύρω τους εκτός από την χαρά και την ανάγκη. Ο Τζο από πάντα πονούσε για τη μητέρα του και σκεφτόταν πως άλλα παιδιά δεν ήταν τόσο τυχερά. Όταν πρότεινε στο πατέρα του να χτίσουν ένα ίδρυμα για ορφανά παιδιά στην κοντινή πόλη αρχικά δεν συμφώνησε. Κάτι όμως αυτά που είχε ζήσει, κάτι που έβλεπε τον γιο του να υποφέρει χωρίς την αγάπη μιας μάνας, μια αγάπη που ο ίδιος δεν μπόρεσε να του δώσει τον έκαναν τελικά να δεχτεί. Βοηθούσε όπου μπορούσε και μέχρι τα 18 του είχε βελτιώσει τη ζωή πολλών ανθρώπων με τρόπους που δεν μπορούσε καν να καταλάβει. Σε αυτό βέβαια τον βοήθησε και ο Ανρί. "Ο χορτάτος τον νηστικό δεν τον καταλαβαίνει", του είπε κάποτε. Ο ίδιος είχε να φάει, να ντυθεί, μια σκεπή πάνω από το κεφάλι του, άλλοι όχι. Όταν το κατάλαβε αυτό έκανε το παν για να φέρει την αλλαγή. Τα συλλογιζόταν τώρα όλα αυτά ο Ανρί καθώς πλησίαζε το παγκάκι τους.
ESTÁS LEYENDO
ΤΑ ΠΥΡΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
Ficción históricaFinished ✒ Ένας νεαρός από ένα χωριουδάκι της Γαλλίας ζει όπως όλοι οι άλλοι της ηλικίας του. Τα ξέγνοιαστα νεανικά του χρόνια όμως καταστρέφονται όταν ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος ξεσπά και ο μεγαλύτερος του τρόμος είναι η επιστράτευση του. Αναγκα...