Απαγορευμένος Καρπός

379 11 1
                                    

Σε ποιό κόσμο θα θέλατε να ζείτε σε αυτό που νομίζετε ότι ζείτε ή στον πραγματικό κόσμο ; τον κόσμο που ζω εγώ, έναν κόσμο που λίγοι ας πούμε  έχουν το προνόμιο να ζούν. Είμαι μισή δαίμονας και στον κόσμο που ζω με δαίμονες και πλάσματα που σίγουρα τα έχετε στην φαντασία σας αλλά δεν φαντάζεστε ότι υπάρχουν γύρω σας, αυτός είναι ο κόσμός που ζείτε. Όσο για εμένα, εγώ είμαι προσαρμοσμένη για αυτόν τον κόσμο εχω δυνάμεις και χαρίσματα που ένας κανονικός άνθρωπός δεν έχει ή έστω θα ήταν σπάνιο αμά είχε ένα από αυτά. Μπορώ να διαβάζω τις σκέψεις, να ελέγχω συναισθήματα, κάνω μαγικά και διάφορα άλλα και λόγο της ηλικίας μου δεν τα έχω ανακαλύψει όλα. Το μόνο μειονέκτημα σε όλα αυτά είναι ότι επείδη έχω αυτά τα χαρίσματα ο σατανάς θέλει την ψυχή όπως και κάθε όμοιας μου και η μόνη λύτρωση από αυτό το κυνηγητό είναι να ερωτευθώ κάποιον και να του δώσω την ψυχή μου μόνο έτσι μπορώ να γλιτώσω. Βέβαια θα αναρωτίεστε τι γίνεται αν αυτός απομακρυνθεί από εμένα ή πάψει να με αγαπάει, τότε δεν έχω ψυχή και τα χαρισματά μου μεταφέρονται σε εκείνον. Δεν είναι άδικο; πόσες κοπέλες έχουν χαθεί έτσι . Εγώ ερωτεύθηκα επίτηδες τον είδα να περπατάει και όταν τον είδα ένιωσα τους παλμούς της καρδιάς μου να ανεβαίνουν, έναν κόμπο στο στομάχι μου και τον λαιμό να ξηραίνεται κατάλαβα ότι ήταν ο ιδανικός για εμένα, εμείς ερωτευόμαστε όπως οι άνθρωποι και πληγωνόμαστε χειρότερα από αυτούς. Έτσι κοίταξα τα χέρια μου σταυρωμένα γεμάτα βιβλία και ήταν η τέλεια δικαιολογία οπότε άρχισα να περπατάω κοιτώντας τα βιβλία ώσπου- " Εί είσαι καλά; " είπε κοιτώντας με με τα τεράστια γαλάζια μάτια του " Ναι ευχαρίστω συγνώμη " είπα καθώς προσπαθούσα να μαζέψω τα βιβλία από κάτω και τότε έσκυψε και αυτός και με βοήθησει " Αμμ ευχαριστώ πολύ, δεν χρειαζόταν ..." είπα περιμένοντας να με ρωτήσει οτιδήποτε " Σιγά.. Πώς σε λένε ;" ρώτησε και τότε ένιωσα την καρδιά μου να χάνει κάποιους παλμούς, σιχαίνομαι το ονομά μου " Αμ Μπρόνα αλλά θα προτιμώ το Φεϊτ" είπα και σηκώθηκα από το πεζοδρόμιο φτίαχνοντας την φούστα μου " Είναι κανένα περίεργο ψευδόνυμο καμίας λέσχης " είπε ειρωνικά και σήκωσα το βλέμμα μου μέχρι που οι ματίες μας συναντήθηκαν " Όχι απλως σιχαίνομαι το Μπρόνα σημαίνει θλίψη στα ιρλανδικά " απάντησα και εκείνος έσμιξε τα φρύδια του " Γιατί να σε βγάλουν αυτό το όνομα; " ρώτησε " Μήπως δεν χρειάζεται να σε ενδιαφέρει " είπα περισσότερο δυνατά από ότι έπρεπε με αποτέλεσμα μερικοί περαστικοί να με κοιτάξουν περίεργα " Εσένα πώς είναι το ονομά σου; " ρώτησα και εκεινος χαμήλωσε το βλέμμα του " Με λένε  Νταίμον" είπε και κατάλαβα γιατί χαμήλωσε το βλέμμα του " Γιατί κάποιος να σε βγάλει έτσι χα ;" ρώτησα με ειρωνεία και εκείνος με κοίταξε " Τί;  Νταίμον όχι Ντίμον" είπε φανερά θυμωμένος και τότε χαμήλωσα εγώ το βλέμμα μου Μα τι κάνω πρέπει να τον κάνω δικό μου δεν πρέπει να τον διώξω "Συγνώμη " είπα και έφτιαξα την φούστα μου για να καλύψω την αμηχανία μου " Δεν χρειάζεται ..." είπε αλλά ακόμα δεν ήξερα τι να πω " Αμ ίσως εγώ να φταίω ένας καφές ίσως είναι καλύτερός από το να μιλάμε στην μέση του πουθενά όρθιοι " είπε και εγώ έδειξα τα βιβλία " Πρέπει όμως πρώτα να αφήσω αυτά " είπα και εκείνος μου είπε  είπε την διεύθυνση μίας καφετέριας λίγο πιο μακρία απο το σπίτι μου. Μπορεί να είμαι σχεδόν είκοσι αλλά εξακολουθώ και μένω με την μητέρα μου η οποία ήταν αρκετά χαζή για να ξεγελαστεί από έναν αδύναμο δαίμονα και να κάνει την ζωή μου ακόμα πιο μίζερη χωρίς να με κάνει αθάνατη" Γεία μααα" είπα καθώς έκλεινα την πόρτα τις εισόδου "Σου έφερα κάποια βιβλία" είπα και τα άφησα πάνω στο τραπέζι της κουζίνας" Γεία σου Μπρόνα " είπε η αδερφή μου ξαπλωμένη στον καναπέ βλέπωντας Supernatural " Ίσώς θα έπρεπε να ήσουν σαν αυτούς " είπε και μόλι κατάλαβα γιατί τόσο καιρό δεν τις μιλούσα " Ναι, οκ Σίλβια έλα να στρώσεις το τραπέζι όσο εγώ θα μαγειρεύω αυτή την αναθεματισμένη σούπα " είπα και περίμενα μια θετική απάντηση " Δεν μπορώ τώρα είναι σε κρίσιμο σημείο " είπε και θα της φώναζα να έρθει αν δεν άκουγα το τρίξιμο της πόρτας από το δωμάτιο της μητέρας μου " Μπρόνα μπορείς να κάνει και τα δύο ταυτόχρονα όσο η Σιλβία θα κάνει τα μαθηματά της" είπε καθώς κατέβαινε τις σκάλες " Καλά αλλά μόλις τελείωσω θα φύγω" είπα και συγκεντρώθηκα για να διαβάσω της σκέψεις της μητέρας μου " Πάλι προσπαθείς να με διαβάσεις " είπε ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής της και είδα ότι το βλέμμα της έπεσε πάνω στα βιβλία " Τα έφερα για εσένα " είπα και δοκίμασα μια κουταλία από την σούπα " Μόνο αυτά είναι δωρεάν " είπε και άρχισε να ξεφυλλίζει το πρώτο πάνω-πάνω" Τι θέλεις να κάνω σε βιβλιοθήκη δουλεύω" είπα και έβγαλα δύο πιάτα και τα γέμισα με σούπα "Και πού θα πας; " είπε η Σίλβια και κάθισε σε μία από της καρέκλες " Θα βγω με έναν φίλο μου " είπα ξέρωντας ότι δεν θα το πάρουν καλά " Ο η Μπ θα βγεί ραντεβού " είπε η Σίλβια ενθουσιασμένη και η μητέρα μου είχε μείνει με το στόμα ανοιχτό " Ωωω μαα έχω φέρει την ημερήσια πληρωμή μου είναι μέσα σε ένα από τα βιβλια" είπα και ανέβηκα τις σκάλες Πρέπει να ετοιμαστώ σκέφτηκα και έκλεισα την πόρτα του δωματίου μου πίσω μου. Άνοιξα την ντουλάπα μου και έβγαλα ένα πράσινο πουλόβερ το κολίε με την κουκουβάγια και μια μαύρη φούστα και αφού φόρεσα της μαύρες μπαλαρίνες μου χτένισα της κόκκινες μπούκλες μου. Κοιτάχτηκα στον καθρέστη και σκέφτηκα ότι λίγο λιπ γκλόσ δεν θα πείραζε και έτσι άνοιξα και βρήκα ένα απο αυτά τα περίεργα που μου είχε πάρει η Σίλβια. Δεν είχαμε καμία σχέση εγώ ήμουν κοκκινομάλλα με πράσινα μάτια εκείνη καστανομάλλα με καφέ μάτια και να ήταν μόνο αυτό η επιδερμίδα μου ήταν πάντα εξωγήινα λευκή εκείνης ήταν συνέχεια καραμελένια ίσως την ζήλευα λίγο τα μαλλία της ήταν ίσια ενώ τα δικά μου ένας χείμαρρος από μπούκλες άντε να τις χτενίσεις μετά και παρά το γεγονός ότι είμαι μεγαλυτερή της δύο χρόνια  είναι δύο  κεφάλια πιο ψηλή μου. Έδιωξα της σκέψεις από το μυαλό μου και έπιασα την τσάντα μου και κατέβηκα τις σκάλες όσο πιο γρήγορα μπορούσα " Μα μαμά φυσικά και διαβάζω θρησκευτικά!" αναφώνησε η Σίλβια " Μπά και πώς διαβάζει θρησκευτικά βλέποντας τηλεόραση " είπε όργισμενη η μητέρα μου " Φυσικά το Supernatural μου μαθαίνει δαιμονολογια .." είπε η Σίλβια και απόφασισα να διακόψω την αποικοδομητικη συζητησή τους " Εγώ φεύγω μη με περιμένετε " είπα και έκλεισα την πόρτα όσο πιο γρήγορα γινόταν ακουγα την μητέρα μου να φωνάζει το ονομά μου αλλά ήδη είχα αργήσει να πάω στη καφετέρια. Όταν έφτασα είδα τον Νταίμον να κάθεται σε ένα τραπέζι δίπλα στην τζαμαρία και φαινόταν απορροφημένος διαβάζοντας το κατάλογο έτσι πλησίασα και τράβηξα την καρέκλα για να κάτσω " Γεία σου και πάλι Φεϊτ" είπε και κάθισα αμέσως " Πως είσαι; " ρώτησα και έπιασα έναν από τους καταλόγους " Σχετικά καλά, όλα καλά εσύ ; " είπε και σήκωσα το βλέμμα μου " Να συγνώμμη που άργησα  γίνεται χαμός στο σπίτι " είπα και αναστέναξα " Σχετίζεται με το ονομά σου φαντάζομαι " είπε και ήρθε ο σερβιτόρος " Παρακαλώ, τι θα πάρετε; " είπε και ο Νταίμον δεν έχασε ευκαιρία " Έναν εσπρέσσο " είπε και έδωσε τον κατάλογο στον σερβιτόρο  και ο σερβιτόρος κοίταξε εμένα " Εσείς θα πάρετε κάτι; " ρώτησε και εγώ ακόμα δεν είχα αποφασίσει τι ακριβως ήθελα να πάρω " Μμμ ένα τσαι " είπα και με κοίταξε με απορία " Τι τσαι ;" ρώτησε " Αμ ότι έχετε " είπα και αμέσως ο σερβιτόρος χάθηκε από το οπτικό μου πεδίο " Αποφασιστηκοτητα" είπε ο Νταίμον και αμέσως κατάλαβα ότι με πείραζε " Τί να κάνουμε λίγη έχουν αυτο το χάρισμα" είπα και κοίταξα μέσα στα μάτια του " Αναφέρεσαι σε κάποιον συγκεκριμένα " είπε άπλωσε το χέρι του πάνω στο δικό μου " Ναι , μιλάω σε αυτόν που χώνει την μύτη του απευθεια ς μέσα στον κατάλογο " είπα και μου το έσφιξε ελάχιστα " Είσαι αξιολάτρευτη " είπε και εγώ πάγωσα " Τί ; όχι !" είπα και ο σερβιτόρος έφερε την παραγγελία μας. Ήπια μία γουλία από το τσαί μου ενώ ο Νταϊμον ήπιε τον καφέ του μονορούφι  Δεν γίνετε να αρχίσω μια σχέση χωρίς να ξέρει τι είμαι θα είναι σαν να τον αποπλανώμα αυτό πρεπει να κάνω  σκέφτηκα " Νταίμον πρέπει να σου πω κάτι αλλά όχι σε αυτό το μέρος " είπα και τα τεράστια γαλάζια μάτια του με κοίταξαν με απορία ...

Πώς σας φάνηκε ?

Ήθελα πολυ καιρό να γράψω αυτή την ιστορία .....Ελπίζω να σας άρεσε !!!!!!!!

Απαγορευμένος ΚαρπόςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora