Γύρνα σε εμένα

63 3 0
                                    

" Ντάϊμον ;Τι κάνεις; Τρελάθηκες ;" είπα και τον τράβηξα μέσα " Όχι δεν τρελάθηκα! Αυτά ειναι για εσένα " είπε και έτεινε το μπουκέτο με τα λουλούδια προς εμένα " Μα γιατί έχει τόση φασαρία ..Ααα γεία σου Ντάϊμον " είπε η Σίλβια από τις σκάλες" Τώρα δεν μπορείς να φύγεις από στιγμή σε στιγμή η μητέρα μου θα είναι εδώ" είπα μπερδεμένη Γιατί μου το κάνει αυτό σκέφτηκα " Οκ Σίλβια πήγαινε τον Ντάϊμον στο δωματιό μου και θα δω εγώ τι θα κάνω με τι μαμά " είπα και ο Ντάϊμον κόλλησε τα χείλη του πάνω στα δικά μου. Αρχικά αφέθηκα στο φιλί μας, αλλά μετά η σκέψη ότι θα μπορούσε εκείνη την στιγμή να μπει στο σπίτι η μητέρα μου με τρόμαξε και τραβήχτηκα " Γρήγορα ανέβα τις σκάλες!" είπα και μετά μια σκέψη με χτύπησε σαν χαστούκι " Δεν πιστεύω να πάρκαρες απ'έξω από το σπίτι "είπα τρομοκρατημένη " Όχι το πάρκαρα λίγο πιο κάτω,αλλά δεν φαίνεται αν αυτό είναι που θες να μάθεις " είπε πληγωμένος και έφυγε προς τα πάνω Είμαι απαίσια μαζί του,αλλά δεν γίνεται αλλίως σκέφτηκα και κάθισα σε μία από τις καρέκλες και τότε η πόρτα άνοιξε και μου ξέφυγε ένας αναστεναγμός " Τι έπαθες; " είπε η μητέρα μου καθως κλείδωνε την πόρτα Παει τώρα ο Ντάϊμον δεν γίνεται να φύγει απο εδώ σκέφτηκα " Τίποτα δεν είμαι σίγουρη αν πέτυχα το γλυκό " είπα καθώς το έβγαζα από το ψυγείο " Η Σίλβια είναι πάνω;  διαβάζει;" ρώτησε με αγωνία " Να,ι δεν έχει κατέβει από τότε που ήρθα, αλλά φαντάζομαι ότι κατάλαβε ότι είμαι εδώ " είπα και τις χαμογέλασα ανύσηχη" Λοιπόν θα δοκιμάσεις το γλυκό μου ''είπα και της πρόσφερα ένα κομμάτι και τότε άκουσα την Σίλβια να κατεβένει τις σκάλες " Τι καλό έφτιαξες; Μυρίζει υπέροχα!" είπε και σχεδόν έχωσε την μύτη της μέσα στην τάρτα " Πρόσεχε Σίλβια" είπα και της έκοψα ένα κομμάτι"Μμμ είναι υπέροχη " είπε η μαμά και η Σίλβια έγνεψε καταφατικά " Εγώ θα πάρω δύο κομμάτια  γιατί είμαι αυτή που την έφτιαξε και αμά θέλετε και εσείς παραπάνω μπορείτε να βάλετε ,εγώ πρεπεί να φτίαξω το δωμάτιο μου " είπα και πήρα τα κομμάτια με την τάρτα και ανέβηκα τις σκάλες. Αναστέναξα και άνοιξα την πόρτα και ο Ντάϊμον στηριζόταν στον τοίχο με τα χέρια του σταυρωμένα " Σου έφερα γλυκό "είπα σχεδόν ψιθυρίζοντας και κλείδωσα την πόρτα " Μου λείπεις " είπε και ένιωσα την καρδιά μου να χάνει παλμόυς " Ντάϊμον και εμένα μου λείπεις " είπα και τον τράβηξα προς το μπάνιο για να μην ακούσει κανείς την συζητησή μας " Αλλά δεν γίνεται να είμαστε μαζί .." είπα και έκλεισα την πόρτα του μπάνιου " Γίνεται, αφου σε αγαπάω και είμαι σίγουρος πως νίωθεις το ίδιο " είπε και με εγκλώβισε με τα χέρια του στον τοίχο " Ντάϊμον..." είπα και δεν ήξερα τι άλλο να πώ, αυτό θα με κατέστρεφε ,αλλά δεν ήξερα τι άλλο να κάνω εγκλωβισμένη, με τα τεράστια, πανέμορφα μάτια του να με κοιτάνε και τον φίλησα . Όταν με αγκάλιασε ξέχασα τα πάντα και σκέφτηκα ότι θα μπορούσαμε τουλάχιστον να προσπαθήσουμε " Ντάϊμον " είπα και τοποθέτησα τις παλάμες μου στο στήθος του , πάνω από την καρδία του που δεν θα πάψει ποτέ να χτυπάει " Θα μπορούσαμε να προσπαθήσουμε το οφείλουμε σε εμάς " είπα και χαμογέλασε και με φίλησε " Όμως δεν γίνεται να κάνουμε τίποτα μέσα σε αυτό το σπίτι όσο και να το θέλω ειναι ριψοκίνδυνο" είπα και με αγκάλιασε " Καταλαβαίνω, αλλά κανείς δεν θα μας πει τίποτα αμά κοιμηθούμε αγκαλία " είπε και με σήκωσε και άνοιξα την πόρτα και βρεθήκαμε στο κρεβάτι.Τόποθέτησα το κεφάλι μου στον θωρακά του και εκείνος πέρασε το χέρι του γύρω μου, σήκωσα το βλέμμα μου και τον είδα να με κοιτάει " Αχ δεν νομίζω ότι μπορώ να τηρήσω αυτό που είπαμε στο μπάνιο " είπα και εκείνος μου χαμογέλασε " Ούτε και εγώ " είπε και έβγαλε την μπλούζα του και τον φίλησα " Σιγά όμως .." είπα καθώς κόλλησα τα χείλη μου πάνω στα δικά του ...

Απαγορευμένος ΚαρπόςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora