Το σπίτι μου

70 10 0
                                    

Έχουν συμβεί πράγματα στο σπίτι μου που δεν μπήκα ποτέ στον κόπο να τα συζητήσω με άλλον άνθρωπο. Σκέφτηκα πως δεν είναι πράγματα για συζήτηση και πως ακόμη κι αν το έκανα να τα συζητήσω, μπορεί να ακούγονταν γελοία. Δεν ξέρω πώς κατέληξα να τα γράφω εδώ. Μάλλον ήθελα να μοιραστώ αυτές τις περίεργες περιπτώσεις, δίχως την πρόθεση να τρομάξω κάποιον. Αν και καθώς τα γράφω αυτά με περιτριγυρίζει μια ακατανόμαστη, ανήσυχη αύρα. Είναι λες και, όσο περισσότερο μιλάω, τόσο πιο πραγματικά γίνονται. Είναι δύσκολο, γιατί ύστερα απ' αυτά, θα αρχίσω να βλέπω το σπίτι με αλλιώτικο μάτι. Σαν να το φοβάμαι. Ίσως πάντα να υπήρχε ο φόβος ότι αν άνοιγα διάλογο για αυτά τα πράγματα, τότε θα με έπιανε ατόφιος και επιβεβαιωμένος τρόμος στην συνειδητοποίηση ότι το σπίτι όπου ζω μπορεί και να είναι στοιχειωμένο.

*

Όταν ήρθαμε εδώ πριν από δέκα χρόνια παρατήρησα ένα αναπηρικό καροτσάκι χωμένο ανάμεσα στο καλοριφέρ και ενός σαρακοφαγωμένου καναπέ που με το πέρασμα του χρόνου είχε αλλάξει πέντε αποχρώσεις. Και το καροτσάκι, αλλά και ο καναπές ανήκαν στους προγενέστερους ενοίκους. Μας τα είχαν χαρίσει, αν και ποτέ δεν κατάλαβα το λόγο γιατί κάποιος να θέλει να μας κάνει τέτοιο δώρο. Ο πατέρας μου επέμενε να τα πετάξουμε και τα δυο, όταν λίγο καιρό μετά μάθαμε πως το καροτσάκι και ο καναπές ήταν ενός ηλικιωμένου που είχε πεθάνει μέσα στο διαμέρισμα. Ποτέ δεν μπήκα στον κόπο να ρωτήσω από τι πέθανε.

*

Από τότε που ήρθαμε εδώ, έχουν υπάρξει φορές που ένιωσα ότι δεν μπορώ να κοιμηθώ στο απόλυτο σκοτάδι. Ίσως υπήρχε κάποιος υποσυνείδητος φόβος, αλλά δεν θυμάμαι ποτέ μου να φοβόμουν πραγματικά το σκοτάδι, ξέρετε, σαν φοβία. Οπωσδήποτε όχι με τέτοιο τρόπο. Ωστόσο, πάντοτε αφήνω την πόρτα ανοιχτή μια χαραμάδα, ίσα-ίσα για να μπαίνει λίγο φως από το μπάνιο μας μέσα στο υπνοδωμάτιο μου. Από μικρό παιδί είχα συνηθίσει να κοιμάμαι στο απόλυτο σκοτάδι, γιατί με εξανάγκαζε ο σατανάς η αδελφή μου να κοιμάμαι έτσι, μα από τότε που άρχισαν να μου συμβαίνουν αλλόκοτα πράγματα το έχω σταματήσει. Για να ακριβολογούμε, το έχω σταματήσει εδώ και δύο χρόνια. Έβλεπα ανήσυχα όνειρα που με δυσκολία θυμόμουν όταν ξυπνούσα. Επίσης, είχα διακεκομμένο ύπνο και το πρόγραμμά μου ήταν ανισόρροπο. Άλλες φορές είχα αϋπνίες μέσα στα σκοτάδια του δωματίου και άλλες φορές ένιωθα λες και τα όνειρά μου ήταν μαύρη πίσσα. Όταν ένας εφιάλτης με τάραζε την νύχτα, κατέβαινα από την κουκέτα, έτρεχα ξυπόλυτος στα ξύλινα πατώματα και άνοιγα εντελώς την πόρτα. Αισθανόμουν ένα βάρος να φεύγει από το στήθος μου όποτε το έκανα αυτό, μαζί με εκείνη την παρουσία που δεν έπαυε να με κοιτάζει έντονα. Τις φορές που δεν άνοιγα την πόρτα, οι σκέψεις μου τρελαίνονταν. Είναι κάποιος στο δωμάτιο, σκεφτόμουν, είναι κάποιος στο δωμάτιο, άνοιξε το φως! Όχι, μην είσαι παιδί. Μην τολμήσεις να τρέξεις ως την πόρτα, ήταν απλώς ένας εφιάλτης.
Κι όμως, όταν έμαθα να κοιμάμαι με την πόρτα μισάνοιχτη, τα ανήσυχα όνειρα και οι εφιάλτες ξαφνικά σταμάτησαν. Ποτέ μου δεν μπόρεσα να το εξηγήσω αυτό.

Ιστορίες τρόμουWhere stories live. Discover now