Η Ναταλία

5.6K 45 4
                                    

  Όλα ξεκίνησαν πριν από 12 χρόνια. Ένα όμορφο μεσημεράκι του Ιουλίου, παίζαμε μπάλα εγώ και τα αδέρφια μου στη πίσω αυλή, εγώ με το μεγάλο και τα διδυμάκια. Πάντα κερδίζαμε εγώ με το Διονύση, γιατί τα δίδυμα ήταν πολύ ντίβες για μπάλα, παρ'όλο που πάντα ήταν πιο ευκατάστατοι σωματικά.
  Η μητέρα μας μάς φωνάζει να πάμε μέσα. "Σήμερα δε θα φάμε μόνοι μας. Θα έρθει και μια μαθήτρια μου από τη σχολή, που θέλει κάποιες συμβουλές πάνω σε ένα έργο της.", είπε με αυστηρότητα, αλλά και γλυκήτητα ταυτόχρονα, γιατί ξέρει πόσο ζωηροί μπορούμε να γίνουμε... Ντάξει, είχε πολύ δίκιο όντως, δε παλευόμαστε ώρες-ώρες. Η γλυκιά μου η μαμά, ποτέ δε μας μάλωσε για τα εκατοντάδες βάζα που είχαμε σπάσει, για τα οποία κυρίως φταίγανε οι "Ολύμπιοι" της οικογένειας.
  ΝΤΙΝ-ΝΤΙΝ... Χτύπησε το κουδούνι. Η μαμά πήγε να ανοίξει, ενώ εμείς στηθήκαμε ο ένας δίπλα στον άλλο.
Αλ: Καλώς ήρθες Ναταλία μου, πέρασε μέσα.
Ν: Χαίρετε κυρία Αλεξάνδρα. Τι κάνετε; Είστε καλά;
Αλ: Μια χαρά είμαστε όλοι. Να έλα να σου συστήσω τα παιδιά...

  Και τότε την βλέπουμε... Μια όμορφη, ψηλή κοπέλα γύρω στο 1.72, 73, κανονική προς αδύνατη, γαλάζια μάτια, καστανά μαλλιά, ελαφρά γυμνασμένη, γεμάτη καμπύλες, με μέτριο στήθος, αλλά με το καλύτερο κώλο που έχω δει ποτέ (τώρα θα μου πείτε πως ξέρω από κώλους, αφού υποτίθεται είμαι 12, αλλά μαντέψτε τι κάνουν τα αγόρια όταν πάνε γυμνάσιο... Φαπ-Φαπ με κάθε ευκαιρία).
  Επί τόπου καταλάβαμε το πρόβλημα που θα έχει ο Διονύσης... Οι καστανές είναι η αδυναμία του...
  Αλ: Από εδώ ο μεγάλος μου γιος ο Διονύσης.
Δ: Χαίρομαι πολύ για τη γνωριμία. (Πίσω από τους τρόπους του, φαινόταν πως ήταν έτοιμος να της πει θέλω να σε πάρω εδώ και τώρα... Τον ξέρω τον αδερφό μου. Χαχαχαχα)
Ν: Και εγώ.
Αλ: Από εδώ τα δίδυμα, ο Άρης...
Α: Γειααα.
Αλ: Και ο Ερμής.
Ε: Γειααα.
Ν: Χάρηκα παιδιά.
Αλ: Και από εδώ ο βενιαμίν της οικογένειας, ο Πέτρος.
Π: Χάρηκα!
Ν: Και εγώ μικρέ.
"Άμα σε βάλω κάτω, θα σου πω ποιος είναι μικρός.", ψιθύρησα από μέσα μου...
Αλ: Το φαγητό είναι έτοιμο, θες να σερβίρω Ναταλία μου;
Ν: Ναι αν γίνεται, γιατί πεινάω.
Δ: Ό,τι θέλει η φιλοξενούμενη... Έρχομαι να σε βοηθήσω μαμά.
Αλ: Παιδιά, πηγαίνετε με τη Ναταλία στη τραπεζαρία και ερχόμαστε.

  Οι επόμενες δύο ώρες πέρασαν χωρίς καν να τις καταλάβουμε... Μιλήσαμε κυρίως για τέχνη. Η Ναταλία μας είπε για το πάθος της για τη ζωγραφική και τη γλυπτική, πάθος το οποίο της πέρασε ο πατέρας της... Η μαμά άλλαξε θέμα μετά, ώστε να συμμετέχουμε και εμείς στη συζήτηση και όχι μόνη εκείνη, η φιλοξενούμενη μας και ο μεγάλος αδερφός, ο οποίος χρησιμοποιούσε πάντα την ατέλειωτη βάση δεδομένων που είχε για εγκέφαλο ώστε να μπορεί να συμμετέχει σε οποιαδήποτε συζήτηση ήταν δυνατόν.
  Αλ: ... Και δε μου λες Ναταλία μου, πόσο χρονών είσαι;
Ν: 22, κυρία Αλεξάνδρα...
Αλ: Αααα ναι, μου το είχες πει τις προάλλες.
Ν: Ναι, όταν μιλάγαμε για το έργο μου.
(Ο Διονύσης γυρνάει ίσα- ίσα και μου λέει στο αυτί:
Δ: Μικρέ, τη θέλω!
Π: Σκάσε ακούγεσαι...)
Αλ: Την απόφαση να ασχοληθείς με τα καλλιτεχνικά ήρθε από κάπου από την οικογένεια μου είχες πει αν θυμάμαι καλά, σωστά;
Ν: Ναι ναι, πολύ σωστά. Με επηρέασε πολύ ο πατέρας μου. Ήταν γραφίστας βλέπετε, οπότε το σχέδιο ήταν πάντα μέσα στη ζωή μου από μικρό κορίτσι. Όταν του είπα ότι θέλω να γίνω καλλιτέχνης, το καταχάρηκε.
Αλ: Είναι πολύ όμορφο όταν υπάρχει τέτοιου είδους στήριξη μέσα στην οικογένεια. Το λέω αυτό γιατί το να αποδεχθεί κάποιος γονιός ότι το παιδί του θα ασχοληθεί με τα καλλιτεχνικά, που δεν είναι και το επάγγελμα με την πιο άμεση επαγγελματική αποκατάσταση, είναι σπουδαίο.
Ν: Καταλαβαίνω τι θέλετε να πείτε. Είμαστε αρκετά δεμένη οικογένεια βλέπετε. Όπως και η δική σας απ'ότι έχω καταλάβει. Αλήθεια, παιδιά, πόσα χρόνια διαφόρα έχετε;
Δ: Εγώ είμαι 17, τα δίδυμα είναι 15, και ο μικρός 13 πριν μια βδομάδα...
Αλ: Έμενα επί τόπου έγκυος όπως κατάλαβες.
Ν: Μια χαρά, πολύ ωραία... Αλήθεια ο κύριος Χάρης πού είναι;
Αλ: Του έτυχε μια δουλειά στο γραφείο. Ασφαλιστής βλέπεις. Περίεργα πράγματα...
Ν: Δε θα ήθελα ποτέ να ασχοληθώ με αριθμούς...
Δ: Να και κάτι κοινό μας.
  Τότε σκάσανε και οι δύο ένα μικρό γελάκι. Νομίζω πως είχαν αρκετά καλή χημεία μεταξύ τους... Η μόρφωση του Διονύση ούτως ή άλλως ήταν πάντα το δυνατό του σημείο...
Αλ: Λοιπόν, μιας και φάγαμε, θες να πάμε στο ατελιέ να δουλέψουμε λίγο το consept του έργου;
Ν: Ναι, βέβαια.
Αλ: Ο καθένας το πιάτο του στη κουζίνα και πάρτε και το δικό μου και της Ναταλίας. Και μην ακούσω φασαρίες, έχουμε δουλειά. Διονύση μου να διαβάσεις εσύ, ναι αγόρι μου;
Δ: Μείνε ήσυχη μαμά...
Αλ: Πάμε Ναταλία μου.
Ν: Φύγαμε.

  Η ώρα πέρασε και υπήρχε άπλετη ησυχία στο σπίτι. Η Ναταλία βγήκε μόνο μια φορά απο το ατελιέ για να πιει ένα ποτήρι νερό.
  Βράδιασε έξω... Ο μπαμπάς δεν είχε έρθει ακόμα γιατί βγήκε για δείπνο με άλλο πελάτη (αράχτε, δε παίζει γκόμενα... Από τη μαμά τη πήραμε τη λαγνεία και οι τέσσερις. Άπειρες φορές έχουμε κρυφακούσει συζητήσεις με φίλες της για το τι κάνανε όταν ήταν φοιτήτριες. Λεπτομέρειες που δε θέλω να θυμάμαι). Η ώρα πέρασε, όπως είπα και η Ναταλία έπρεπε να φύγει... Καθώς βγήκαν από το ατελιέ, η μαμά της έλεγε:
Αλ: Λοιπόν, ίδια ώρα την άλλη βδομάδα;
Ν: Ναι βέβαια... Μπορώ πολύ εύκολα.
Αλ: Τέλεια κανονίστηκε...
Έδωσαν τα χέρια και η Ναταλία πήγε να ανοίξει τη πόρτα...
"Μισόοοοο.", φώναξε ο Διονύσης, και πήγε εκείνος να ανοίξει τη πόρτα.
"Δεν αφήνουμε πότε μια κυρία να ανοίξει τη πόρτα μόνη της...", είπε κοιτώντας την στα μάτια.
Η Ναταλία, θαμπωμένη από την ευγένεια του, και με κάτι το σέξι στο βλέμμα της, είπε: " Εις το επανιδείν, τότε...", δίνοντας το χέρι της στο Διονύση. Εκείνος, ανταπέδωσε τη χειρονομία και της ευχήθηκε καλό βράδυ...


Το κοινό μυστικόWhere stories live. Discover now