Μέσα σε όλο αυτό το εξωφρενικά ταραγμένο κλήμα από τον κορωνοϊό κανείς δεν μπορούσε να χαμογελάσει. Κανείς δεν μπορούσε να απολαύσει μια μέρα χωρίς να εστιάσει στη συμφορά και στις πληγές που η πανδημία του Covid-19 είχε φέρει. Κανείς, εκτός από έναν! Στην «προστατευμένη προσεχώς» Ελλάδα, ζει ένας νέος, ένας έφηβος που ποτέ δεν κατάφερε ο ιός να του κλέψει το αψεγάδιαστο αυτό χαμόγελό του. Κάθε μέρα ξυπνούσε και ονειρευόταν με χαμόγελο. Ένα βαθύ και φωτεινό χαμόγελο. Κάθε μέρα σκεφτόταν την ζωή μετά την καραντίνα και έκανε όνειρα πάνω σε αυτή. Όνειρα πολλά, όσα τα αστέρια που φωτίζουν τον ελληνικό ουρανό τα καλοκαίρια με ξαστεριά.
Ήταν ένας έφηβος μυστήριος και πολύ χαμογελαστός. Δεν άφηνε -τίποτα- να χαλάσει την διάθεσή του καθημερινά για κανέναν λόγο. Ήταν λες και όλοι οι άγγελοι είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους για να είναι αυτός και οι δικοί του άνθρωποι ευτυχισμένοι! Εκείνος τους αγαπούσε όλους, χωρίς εξαίρεση. Προσπαθούσε να τους ανοίγεται, ειδικά στην οικογένειά του. Μόνο που κάποιες φορές, ακόμα και στην καραντίνα που ήταν πολύ ώρα στον ίδιο χώρο, έφτανε στα όριά του.
- Αναστάσηη, φώναξε ο αδερφός του καθώς άνοιξε με μανία την πόρτα του δωματίου τους.
- Φύγε, τι θέλεις, του απάντησε απασχολημένος ο Αναστάσης.
- Θέλω να με βοηθήσεις να βγάλω το ποδήλατό μου έξω. Ήρθαν οι φίλοι μου και θα πάμε βόλτα.
- Μα αν ο κορωνοϊός σε περιμένει στη γωνία με τα σκουπίδια και σε κυνηγήσει;
- Τότε θα φωνάξω εσένα να τον διώξεις, του αποκρίθηκε ο μικρός του αδερφός!
- Άμα προλάβεις! Έλα πάμε. Έχω δουλειά, είπε γελώντας νευρικά καθώς σηκώθηκε από το γραφείο του.Πήγαν στο γκαράζ και τον βοήθησε να βγάλει το ποδήλατό του ανοίγοντας την πόρτα του γκαράζ. Άρχισε να «φωνάζει» ψιθυριστά...
- Μην αργήσεις εντάξει;, του είπε με αγάπη ο Αναστάσης.
- Όχι, μην ανησυχείς μόνο τρία χρόνια, είπε ειρωνικά!
- Ποιος σου έμαθε αυτές τις ειρωνείες χαζούλη;
- Ο αδερφός μου, κύριε αδερφέ.
- Μωρέ εξυπνάκια άμα σε πιάσω! Όπως σου είπα νωρίς, πριν νυχτώσει!!
- Ναι σου είπα! Πήγαινε τώρα μέσα μη σε δούνε οι φίλοι μου και με κοροϊδεύουν και τους χάσω, ξανά.
- Τι σου έχω πει για αυτό το θέμα; Μη..
- Πήγαινε Αναστάση, πήγαινε!
- Μη....
- ΕΕ πήγαινε, του φώναξε!
- Καλά καλά... Καλά να περάσεις...Τον αποχαιρέτησε και καθώς τον έβλεπε να ανεβαίνει στο ποδήλατο και να χαιρετάει τους φίλους του, ένα δάκρυ κύλησε από το πρόσωπό του. Είχε φύγει ο αδερφός του και πια ήταν μακριά από το σπίτι, κάπου με τους φίλους του. Ο Αναστάσης ανέβηκε πάνω και πήγε στο γραφείο του, κάθισε στην καρέκλα και έβαλε το χέρι στο πρόσωπό του. Ήταν λες και θα σκεφτόταν κάτι σημαντικό. Κάτι τον απασχολούσε μα, δεν ήταν μόνος στη σκέψη! Το χαμόγελο και η καρδιά του, τα δύο αυτά πανίσχυρα όπλα που διέθεται τον βοηθούσαν και του έδιναν δύναμη και κουράγιο για να συνεχίσει να σκεφτεί και να ολοκληρώσει την σκέψη που μόνο εκείνος έκανε με τόση αφοσίωση.
ESTÁS LEYENDO
Μετά την καραντίνα
Novela JuvenilΣτην πανδημία του covid-19 γνωστός ως κορωνοϊός λίγοι άνθρωποι έχουν την δύναμη να χαμογελάσουν και να μείνουν περισσότερο θετικοί και αισιόδοξοι. Ανάμεσά τους και ένας νέος. Μέσα από την καραντίνα ονειρεύεται και προετοιμάζει τους ανθρώπους του αλλ...