Τσιγάρο

24 6 0
                                    

Με κοίταξες στα μάτια και είπες:
Τσιγαράκι να κεράσω;

Άραγε ξέρεις πώς το χαμόγελό σου φώτισε τις λέξεις;
Πώς εκείνο το μειδίαμα,
το αναθεματισμένο μειδίαμα,
είχε ήδη ανάψει το τσιγάρο;

Προβληματάκι να κεράσω;
Μήπως κάτι που να σκέφτεσαι και να μην μπορείς να πεις;
Κάτι που καίει τα σωθικά σου χειρότερα από την νικοτίνη;
Ή ίσως ένα ακόμα μειδίαμα;

Όλα, απάντησα.
Δώσε από όλα.

Και με κάθε ανάσα
-τζούρα, τις αποκαλούσες-
περνούσα μέσα μου έναν άλλο κόσμο.

Εκείνον τον δικό σου,
που μου περιέγραψες χιλιάδες φορές.
Εκείνον που γεύτηκα στα χείλη σου,
και άγγιξα στα ακροδάχτυλα σου,
και μύρισα στην ανάσα σου.

Εκείνον τον κόσμο,
που άφησες να χάνεται ανάμεσα στα σεντόνια,
να μπλέκεται αδέξια ανάμεσα στα δάχτυλά μας.

Και ας μου έκαιγε η νικοτίνη τα πνευμόνια,
τι είναι λίγο κάψιμο
μπροστά σε αυτό που έκανες;

Τσιγαράκι να κεράσω;

Ναι.

Truth BitesWhere stories live. Discover now