Ο Πάρις δεν έχασε ευκαιρία να την ξανά δει. Ειδικά απόψε που ήταν μια γλυκιά καλοκαιρινή νύχτα και όλος ο δρόμος μύριζε γιασεμί. Βγήκε από το δωμάτιο στα πονηρά και κυλίστηκε ως την πόρτα της. Ό,τι έβρισκε στο δρόμο του το έκανε να μοιάζει μικρό και ενοχλητικό αφήνοντας πάνω του μια εισχωρητική μυρωδιά ψεύτικου έρωτα. Εγώ έμεινα πίσω στο δωμάτιο. Έχυσα όλο μου το κορμί στο πάπλωμα και περίμενα τον εαυτό μου να αρχίσει να με βρίζει σαν παρείσακτο ον που δεν ήμουν εγώ εκείνος που θα έτρεχα κοντά της και θα της ζήταγα μια μαγική βραδιά στη μέση ενός κήπου γεμάτο με κρίνα. 'Ένοιωθα το σώμα μου να σαλεύει στις σκέψεις μου και τα άκρα μου να μεταμφιέζονται σε μαξιλάρια και σεντόνια, ένα με το κρεβάτι σαν να μην είχα καρδιά μέσα μου, με σώμα μαλακό σαν άμμος χωρίς ψυχή και καμιά ομορφιά. Το στομάχι μου παραπονιόταν πως πεινούσε και εγώ ο άχρηστος δεν του έδειχνα την αγάπη μου με το να του χαρίσω λίγο φαγητό. Δεν ήταν ότι ήμουν άκαρδος, απλά τα πόδια μου είχαν πια παραλύσει. Μπροστά στην πυγμή και το θράσος του φίλου μου έμοιαζαν σαν μικρό ανίσχυρο ανθρωπάκι, μια πέτρα ασήμαντη μέσα στο βαθύ και ατέλειωτο γαλάζιο της θάλασσας. Δεν είχα κουράγιο να τρέξω κοντά της και να της φιλήσω εγώ τα χέρια, ούτε να την κοιτάξω και τα χείλη μου να σχηματίσουν το όνομα της. Δεν ήμουν τίποτα παραπάνω από ένα μικρό παιδί μπροστά σε μια χίμαιρα συναισθημάτων έτοιμο να με καταβροχθήσει. Άφησα το βλέμμα μου να πλανηθεί στον δρόμο. Όλα ήταν σκοτεινά. Άραγε πόση ώρα να είχε περάσει με τον Πάρη να λείπει από διπλανό κρεβάτι; Όσο καθόμουν έπαιζε μέσα στο κεφάλι μου η εικόνα που το σιχαμερά και γεμάτα γλοιώδη οργασμούς χείλια του ακουμπούσα τα ανοιξιάτικα χεράκια της. Εισχωρούσε το αηδιαστικό βλέμμα του μέσα στις νευρώσεις του εγκεφάλου μου και διέλυε ένα ένα τα κύτταρα τους. Τα πνευμόνια μου φούσκωσαν και το στήθος μου ανεβοκατέβηκε με φόρα. Σηκώθηκα απότομα από το κρεβάτι και κοίταξα ανήσυχος το ρολόι μου. Οι δείκτες του ίσως και να με κορόιδευαν και μου έδειχναν ότι είχε περάσει κοντά μια ώρα από όταν έφυγε ο Πάρις. Ανακάθισα και ένιωσα τη ψυχή μου να κλαίει και να σιγοτραγουδά ένα σκοπό σαν μοιρολόι. Η πόρτα άνοιξε απότομα και μέσα στο δωμάτιο χίμηξε η άνοιξη.
-Σελίμ... με κοίταξε ανήσυχη ενώ η ανάσα της την εμπόδιζε από το να μιλήσει
-Τι έγινε Πιέρι;
-Εε..εσύ δεν θα φας; οι γραμμές του προσώπου της είχαν τεντωθεί και η σύγχυση είχε κάνει έρμαια τα μάτια και τα χείλη της
-Δεν πεινάω, για αυτό και δεν ήρθα να φάω! έτρεξα να δικαιολογηθώ
Ίσως και να ήμουν ένας χαζός και άπειρος νέος εμπρός στις λέξεις της. Μπορεί να μην χρειαζόταν να της δικαιολογηθώ. Στρίμωξα το κορμί μου σε μια καμπύλη της πλάτης μου.
-Αα...έλα σε παρακαλώ... με κοίταξε με παρακλητικό βλέμμα
-Θα..έρθω... ξεστόμισα και η απορία μου έσταζε από τις λέξεις μου
Τα ματάκια της έσμιξαν πάλι καθησυχασμένα. Ένα νέο πάντρεμα συνέβη στο πρόσωπο της και στάθηκε δίπλα στην πόρτα κοιτώντας με επίμονα. Σηκώθηκα σαν ελατήριο και την ακολούθησα στην αυλή. Εκεί έξω μας πρόσμενε ένα ξύλινο τραπεζάκι ζωγραφισμένο με μικρά ελαφάκια. Στα δεξιά του στεκόταν ο Πάρις. Το βλέμμα μου ήταν άγριο και έτρεχε από εμένα σε εκείνη λες και αναζητούσε να μάθει το χαμένο θησαυρό.
-Α! Έφερε και αυτόν! ψέλλισε και η άνοιξη δίπλα μου τράβηξε το φουστάνι της κοντά της διακόπτοντας του το χορό του με τον καλοκαιρινό αέρα
-Τι έγινε; Γιατί είσαι έτσι αναψοκοκκινισμένος; τον πλησίασα και έκατσα στην διπλανή από εκείνον καρέκλα
Γύρισε το βλέμμα μου αλλού. Το κόλλησε στο μαρμάρινο συντριβάνι
Η Πιέρι κάθισε δίπλα μου. Την ένοιωθα να ακουμπά την αύρα της πάνω στη δική μου σαν να ήμουν εγώ ο κορμός και εκείνη το μικρό και καλαίσθητο άνθος.
-Δοκίμασε! μου έφερε ένα πιάτο εμπρός μου
Έφαγα με διάθεση κάθε τι που είχε πρώτα αγγίξει εκείνη. Νωρίς τέλειωσα το φαγητό μου όταν παρατήρησα ότι ο Πάρις είχε εξαφανιστεί από κοντά μας. Κοίταξα την Πιέρι με απορία. Το βλέμμα της με παρακαλούσε να καταλάβω κάτι περίεργα συνθήματα που πίστευε ότι μου έστελνε.
-Τι συμβαίνει; γύρισα το σώμα μου αντίκρυ της
-Σου άρεσε; χαμογέλασε και από τον αέρα των χειλιών της βγήκε μια έντονη μυρωδιά χειμωνανθού που με τράβαγε με φόρα κατά πάνω τους
-Ναι! Πολύ ωραίο!
Αρκέστηκε στο να μου χαμογελάσει μια ακόμα φορά, λες και κατάλαβε την ανάγκη μου να πιαστώ από τα χείλη της και έκανε πίσω αμυντικά.
-Καληνύχτα! είπα τελικά νευρικός και οξύς και την άφησα πίσω μου μετέωρη
YOU ARE READING
Με αγάπη Σελίμ και Πιέρι
RomanceΕδώ βρίσκονται οι σκέψεις του Σελίμ, ένας ολόκληρος κόσμος μέσα σε ένα μπλεγμένο κεφάλι και μια ζωντανή καρδιά. Ο τρόπος με τον οποίο ο Σελίμ ερωτεύτηκε την Πιέρι, τα κύματα της ψυχής του, τις γυμνές ανασφάλειες και τον γεροδεμένο εγωισμό του που υψ...