-Πάμε να φύγουμε από εδώ! μου είπε με μια ανάσα ο φίλος μου
-Αυτό θα σου έλεγα και εγώ, αλλά εσύ γιατί είσαι τόσο ταραγμένος; Και θα σε ξανά ρωτήσω, τι έκανες με την Πιέρι μέσα στην τουαλέτα του δωματίου μας;
-Νόμιζα ότι με ήθελε, αλλά ήταν δύσκολη...ε! Πήγα και εγώ να την πλησιάσω την ώρα που μπήκε μέσα για να καθαρίσει και έκλεισα την πόρτα με φόρα. Ήλπιζα να μην ξυπνήσεις γιατί φοβόμουν ότι θα μας το χάλαγες....που να φανταστώ;
Οι νευρώσεις μου είχαν πεταχτεί έξω και ένα περίεργο μουγκρητό της καρδιάς μου με εμπόδιζε να αποκωδικοποιήσω τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος μου.
-Τι της έκανες; είπα ορμητικά
-Την έπιασα από τη μέση και...
Σήκωσα το χέρι μου ψηλά και του έκανα νόημα να σιωπήσει. Εκείνη τη στιγμή έμοιαζε σαν να είχα ορθώσει ένα πελώριο τοίχος εμπρός του με σκοπό να εμποδίσω κάθε προσπάθεια του να επικοινωνήσει μαζί μου. Τα λόγια του και οι συνακόλουθες εικόνες του αρρώστησαν τους αδένες της ψυχής μου και ένας τρομερός χειμώνας με κοφτερά δόντια με χτύπαγε αδυσώπητα στην πλάτη. Έπρεπε να φύγουμε από εκεί μέσα σήμερα κι όλα! Δεν ήθελα να θυμάμαι το τι είχε συμβεί πριν από λίγο, τα μάτια της, το δέρμα της, τα χείλη της, τη γνωριμία μας.
-Μάζεψε τα πράγματα σου! Φεύγουμε τώρα! είπα με ορμή και βρόντηξα την πόρτα πίσω μου
Βγήκα στην αυλή για να πάρω λίγο καθαρό αέρα. Ήθελα ένα γερό χέρι ξύλο να με συνεφέρει από τον εφιάλτη που αναπυρωνόταν στις φλέβες της η καρδιά μου και από το τρέμουλο που ταλάνιζε τα κόκαλα μου. Εκείνη τη στιγμή το μόνο που αντίκρισα ήταν ο μοχθηρός ήλιος που με προκαλούσε σε μια άνιση μονομαχία ως το βράδυ. Τα πάντα γύρω μου μοιάζανε άσπρα και ένα ανώμαλο φως μου τρυπούσε το καφέ των ματιών μου.
-Σελίμ! με τράνταξε η γλυκιά φωνή της
Γύρισα απότομα το κεφάλι μου και την συνάντησα λίγα μέτρα πιο πίσω μου. Στεκόταν με τη γαλανή μπλούζα της να κουνιέται εδώ και εκεί ανάμεσα στις νότες του καλοκαιρινού αέρα.
-Πιέρι... την πλησίασα τρέχοντας
-Σελίμ! επανέλαβε το όνομα μου με έναν τόνο λύτρωσης
-Πιέρι ήθελα να σου ζητήσω συγγνώμη για τη συμπεριφορά του Πάρη σήμερα...ειλικρινά δεν έχω λόγια... χτύπησα τις παλάμες μου πάνω στα μπατζάκια μου
-Εσύ; Μα εσύ τι φταις;
-Ειλικρινά αν είχα καταλάβει κάτι...δεν ήξερα...απλά κοιμόμουν! προσπάθησα με νύχια και με δόντια να δικαιολογηθώ για τις ασελγείς κινήσεις του φίλου μου
Ένας κόμπος μου έπνιγε το λαιμό και έτσουζε τα σωθικά μου. Ένιωθα να πεθαίνω εκείνα τα λίγα δευτερόλεπτα βλέποντας τα μάτια της να βουρκώνουν.
-Θα φύγουμε Πιέρι σήμερα! Ζητώ βαθύτατα συγγνώμη για όλα τα προβλήματα που σου προξενήσαμε! Δεν θα μας ξανά δεις! Μπορείς να μου ζητήσεις όσα χρήματα θες για αυτά τα δύο εικοσιτετράωρα που σε ταράξαμε με την παρουσία μας!
Η γυναίκα με κοίταζε βαθιά στα μάτια σαν να μην είχε καταλάβει για ποιο πράγμα της μιλούσα ενώ το κεφαλάκι της είχε μια ελαφρά κλίση προς τα δεξιά. Το βλέμμα της ήταν αθώο και μου προκαλούσε μια έξαψη, μια έντονη ανάγκη να τη φιλήσω και να της δώσω οξυγόνο από το δικό μου.
-Πόσα χρήματα θες;
-Δεν θέλω κάτι ειλικρινά! έπιασε την καρδιά της με το δεξί της χέρι
-Μα...θες να σου αφήσω εγώ; δεν ήξερα τι έλεγα, είχα χάσει για τα καλά τη σκέψη και το μυαλό μου
Η λογική μου είχε χαθεί κάπου στην αγκαλιά του ήλιου και η ανάσα μου έτρεχε να διορθώσει τα λάθη του Πάρη.
-Δεν θέλω κάτι, μην το συζητάς! μου είπε τελικά με τα χειλάκια της να τρεμοπαίζουν
Ο Πάρης βγήκε σύντομα από το δωμάτιο σέρνοντας τις βαλίτσες μας. Στάθηκα απέναντι από την Πιέρι και άνοιξα τα χέρια μου μηχανικά για να την αγκαλιάσω. Μόλις εκείνη μου χαμογέλασε με τον ίδιο αθώο τρόπο και έκανε δυο βήματα κοντά μου αμέσως έκλεισα τα χέρια μου και της έτεινα το δεξί μου χέρι ως ένδειξη χειραψίας. Νόμιζα πως δεν θα μπορούσα να ελέγξω την επιθυμία μου να τη φιλήσω και να τη δέσω με το δικό μου σώμα. Η κοπέλα στάθηκε για μερικά δευτερόλεπτα κοιτώντας με με έναν αλλόκοτο τρόπο και έπειτα μου έδωσε με μιας το χέρι της. Ο Πάρης είχε ήδη απομακρυνθεί και το ταξί μας είχε φτάσει. Την χαιρέτησα από μακριά με την καρδιά μου να λιγοθυμά στη σκέψη πως ήταν η τελευταία φορά που την έβλεπα.
YOU ARE READING
Με αγάπη Σελίμ και Πιέρι
RomanceΕδώ βρίσκονται οι σκέψεις του Σελίμ, ένας ολόκληρος κόσμος μέσα σε ένα μπλεγμένο κεφάλι και μια ζωντανή καρδιά. Ο τρόπος με τον οποίο ο Σελίμ ερωτεύτηκε την Πιέρι, τα κύματα της ψυχής του, τις γυμνές ανασφάλειες και τον γεροδεμένο εγωισμό του που υψ...