~6~

34 10 8
                                    

-Είχα καταλάβει ότι είσαι μοναχικός τύπος, αλλά όσο σε παρατηρώ τόσο πιο πολύ μου κεντρίζεις το ενδιαφέρον....! 

Από κάπου δίπλα μου ακούστηκε η αέρινη φωνή της, μια δροσούλα που με έβγαλε λιγάκι από την αποπνικτική νύχτα. Γύρισα το κεφάλι μου προς τα πίσω σε μια προσπάθεια να ακολουθήσω τον νοητό δρόμο από όπου άκουσα τη φωνή της. 

-Πιέρι...; την κοίταξα διστακτικός

Καθόταν ακριβώς από δίπλα μου στην άκρη του βράχου. Ορθάνοιξα τα μάτια μου μη πιστεύοντας την θεϊκή όψη της. Το λουλουδένιο φόρεμα της σάλευε στον αέρα και οι μικρές ατίθασες σταγόνες της θάλασσας κολλούσαν χαριτωμένα πάνω στα μπλεγμένα της μαλλιά. Μέσα στο σκοτάδι οι ασημένιες σταγόνες στόλιζαν τα κύματα των καστανών μαλλιών της. Μόλις αντιλήφθηκα το πόσο κοντά μου βρισκόταν, σε μια προσπάθεια της να χωρέσει στον χώρο δίπλα μου, τράβηξα απότομα και νευρικά το κορμί μου πιο πέρα για να μπορέσει να καθίσει άνετα. 

-Ναι εγώ είμαι! χαμογέλασε και ένιωσα τα χνώτα από το γέλιο της να μου γαργαλάνε το λαιμό

-Πώς...εννοώ, τι κάνεις εσύ τέτοια ώρα εδώ; οι λέξεις έμοιαζαν να κλαίνε μέσα στις απότομες στροφές που έπαιρνε ο λόγος μου 

-Μου αρέσει και εμένα να χαζεύω τη θάλασσα κάποια βράδια. Απόψε η βραδιά είναι βαριά και η ζέστη αφόρητη. Το νερό με ηρεμεί και με κάνει να νιώθω πιο ανάλαφρη.

Έφερε το σωματάκι της πιο κοντά μου και εγώ ένιωσα το στέρνο μου να αρχίζει να καίει. Κάτι πάνω της με μαγνήτιζε και μου παρακινούσε το κορμί μου να φαντάζεται οργασμούς και πάθη δίπλα στο ακρογιάλι. 

-Κατάλαβα... είπα σιγανά, τόσο σιγανά που μπορεί και να μην με άκουσε και γύρισα το κεφάλι μου από την άλλη μεριά 

-Σου αρέσει εδώ; με ρώτησε και ξανά το πρόσωπο μου χτύπησε ο ανοιξιάτικος αέρας των χειλιών της 

-Πολύ! μου ξέφυγε με ενθουσιασμό

-Τότε γιατί δεν μένεις; μου χαμογέλασε

Στα μάτια μου το χαμόγελο της φάνταζε πονηρό και ακαταμάχητο, μα προσπάθησα να εκλογικεύσω τα ερεθίσματα από το περιβάλλον μου και να κατεβάσω το μυαλό μου στη Γη σε μια απόπειρα να ηρεμήσω και το κορμί μου.

-Δεν μπορώ να μείνω...μένω μακριά από εδώ... είπα ξεψυχισμένα νιώθοντας την καρδιά μου να με χτυπάει σαν να κοντοζύγωνε το τέλος της ζωής μου 

-Που μένεις; Είναι πολύ μακριά; έμοιαζε να θέλει να μάθει όλο και πιο πολλά για μένα, να επιθυμεί να εισχωρήσει περισσότερο στη ζωή μου, όπως ήθελα να εισχωρήσω και εγώ σε κάθε τι δικό της

-Στην Αθήνα...! έσμιξα τα χείλια μου στριμώχνοντας την απογοήτευση μου 

-Μμμ, είσαι μακριά... σκέφτηκε για λίγο και με κοίταξε διαπεραστικά 

Το βλέμμα μου κόλλησε στο δικό της με μιας. Οι κόρες των ματιών της μεγάλωσαν και μέσα στο σκοτάδι τα ματάκια της από μελί γίνανε κατάμαυρα, έτοιμα να μου επιτεθούν σε ένα ερωτικό παιχνίδι που μόνο καλό τέλος δεν θα είχε. 

-Τότε θέλω να σε κάνω να θυμάσαι για πάντα αυτόν τον τόπο- πλησίασε το πρόσωπο της στο δικό μου και με κόλλησε στον τοίχο με το βλέμμα της- να θυμάσαι για πάντα εμένα! η φωνή της ήταν καυτή και ένιωσα το μέσα μου να ξεσηκώνεται βίαια

Με μια απότομη κίνηση πέταξε τις τιράντες του φορέματος της κάτω ξεγυμνώνοντας τα χέρια της από τα δεσμά τους. Το βλέμμα μου έτρεξε στους λεπτούς ώμους της. Το λευκό δέρμα της έμοιαζε αγγελικό και χρυσαφένιο πάνω στο φως του φεγγαριού. Άφησα τα μάτια μου να παίξουν με το τοπίο. Το βλέμμα μου κύλισε προς τα κάτω και έφτασε το γυμνό πλεόν στήθος της. Αμέσως το κορμί μου ανατρίχιασε και οι πόροι του σώματος μου άνοιξαν απότομα. Ήταν ερεθιστική η ομορφιά της και το χαμόγελο της μου έστελνε νοήματα πάθους και έρωτα κάτω από το μαύρο πέπλο της νύχτας. Άφησα τα χέρια μου να αγγίξουν το αμάλγαμα που είχε για σώμα της. Μα μόλις τα δάκτυλα μου ακούμπησαν το ιδρωμένο κορμί της αμέσως η εικόνα της χάθηκε. Κοίταξα τριγύρω μου με ανήσυχο βλέμμα.

Τι στο καλό; Ονειρευόμουν; 

Τι στο καλό; Ονειρευόμουν; 

Oops! This image does not follow our content guidelines. To continue publishing, please remove it or upload a different image.
Με αγάπη Σελίμ και ΠιέριWhere stories live. Discover now