Κεφάλαιο 2 - Κασσάνδρα

175 16 3
                                    

Κασσάνδρα

 

Σήμερα

 

Αδυνατώ να σκεφτώ κάτι άλλο που θα μπορούσε να πάει στραβά απόψε. Ακόμη και τα σύννεφα τα έχουν βάλει μαζί μου. Διαφορετικά θα μου έκαναν την χάρη και θα συγκρατούσαν το περιεχόμενο τους μέχρι να φτάσω. Βέβαια δεν έχει καμιά σημασία πλέον, αφού έχω μουσκέψει από την κορυφή μέχρι τα νύχια και ο παγωμένος αέρας πριονίζει τα κόκκαλα μου. 

Μπράβο Κάσι! Πολύ έξυπνο να εγκαταλείψεις το σπίτι στις τρεις το βράδυ δίχως ομπρέλα και κυρίως… δίχως πορτοφόλι!

Αν υπάρχει Θεός τότε μάλλον είναι αντίθετος με αυτήν την απόφαση. Αλλά από την άλλη, αν υπήρχε Θεός δε θα έφτανα ποτέ στο σημείο να χρειαστεί να πάρω μια τέτοια απόφαση. Δε θα ήμουν αυτή που είμαι. Εκείνος δε θα το επέτρεπε. Σωστά;

«Πφφ… Τι βλακείες σκέφτομαι…» Μαλώνω τον εαυτό μου, την στιγμή που ένα μαύρο αυτοκίνητο με πολλά χρόνια στην πλάτη του, κόβει ταχύτητα περνώντας δίπλα μου.

Προσπαθώ να το αγνοήσω, μα με την άκρη του ματιού μου βλέπω το παράθυρο του συνοδηγού να κατεβαίνει.

«Εεε! Κοπελιά! Για πού το έβαλες τέτοια ώρα μέσα στην βροχή;» Ρωτά ο άγνωστος άντρας με γεμάτο υπονοούμενα τόνο.

Δεν βλεφαρίζω καν προς το μέρος του. Απλά συνεχίζω τον δρόμο μου σαν να μην τρέχει τίποτα.

«Να σε πετάξουμε κάπου;»

Σφίγγω το χερούλι της βαλίτσας, που σέρνω πίσω μου και καταπίνω την πικρή γεύση που αφήνει ο φόβος στο στόμα μου. Ο άγνωστος γελάει μαζί με την παρέα του. Μάλλον θεωρούν γελοίο να τους το παίζει δύσκολη μια κοπέλα ντυμένη στα μαύρα με γόβες και εφαρμοστό κολλάν, που περπατάει μόνη στους δρόμους με τέτοιο καιρό σέρνοντας μια βαλίτσα. Πρέπει να μοιάζω με μεθυσμένη έφηβη, που την πέταξαν από το σπίτι οι γονείς της, επειδή ανακάλυψαν πως είναι εθισμένη στα ναρκωτικά. Που τέτοια τύχη…

Το όχημα ευτυχώς επιταχύνει και στρίβει στο τέλος του δρόμου. Ξεφυσάω ελεύθερα και σταματάω κάτω από ένα υπόστεγο για να δώσω στους παλμούς της καρδιάς μου την ευκαιρία να ηρεμήσουν. Ένα λεπτό αργότερα η μηχανή ενός ακόμη αυτοκινήτου γρυλίζει καθώς μπαίνει στο στενό δρόμο και πριν προλάβω να αντιδράσω το ίδιο μαύρο όχημα φρενάρει απότομα μπροστά μου. Τρεις άντρες κατεβαίνουν με τα μάτια καρφωμένα πάνω μου και τρία προκλητικά χαμόγελα ζωγραφισμένα στα χείλη τους. 

Μια στάλα παράδεισοςWhere stories live. Discover now