Είναι ωραίος ο αέρας που μπαίνει από το παράθυρο του αυτοκινήτου και χτυπάει το κεφάλι σου τα καλοκαιρινά βράδια.
Ελευθερία. Ζέστη. Λίγο υγρασία. Κυριακή.
Χωρίς ακριβή προορισμό. Χωρίς έγνοια για το μετά. Μόνο για το αύριο. Μόνο για τον χειμώνα.
Να' ναι οι μπύρες μας παγωμένες. Να μην ξεχάσουμε μια δεύτερη αλλαξιά για το βραδινό μπάνιο. Δεν προλαβαίναμε το μεσημέρι. Δουλεύαμε.
Χωρίς προσδοκίες και μεγάλες υποχρεώσεις για τους επόμενους τρεις μήνες.
Κι είναι αλήθεια τελικά. Τα βότσαλα φαντάζουν πιο βαριά πια. Κι είναι πιο πολλά. Και πονάνε πιο πολύ όταν τα πατάς.
Κι η θάλασσα έχει αλλάξει. Είναι πιο χαλαρωτική πια. Αλλά κρύα στην αρχή. Σε μουδιάζει. Σαν να σου τρυπάνε το δέρμα χιλιάδες μικρές βελόνες και να σου κάνουν το πιο γλυκό εμβόλιο.
Κι ο ήλιος πιο καυτός από ποτέ. Σε καίει λες και σε μισεί. Δεν σε μαυρίζει εύκολα πια. Αλλά τον δέχεσαι. Τον αποζητάς.
Σου λείπει.
ΜΚ
VOUS LISEZ
αόριστες επιστολές
PoésieΛόγια που ποτέ δεν υπόθηκαν, σκέψεις που δεν έγιναν πράξεις και νοσταλγία για καταστάσεις που κανείς δεν έζησε. Sad but true.