-«Αν σε πιάσω κάηκες μικρέ τυφώνα!» φώναξε από το δωμάτιο της για να ακούσει το κελαριστό γέλιο της ανιψιάς της από το διάδρομο. Μόλις έβγαινε τρέχοντας από το δωμάτιο της Έλλης τρισευτυχισμένη που είχε προκαλέσει τέτοια αναστάτωση στη θεία της.
-«Τι σου έκανε πάλι;» ρώτησε προβληματισμένη η Έμμα μπαίνοντας μέσα , αλλά αντικρίζοντας την νύφη της να προσπαθεί να ξεβάψει με υγρά μαντηλάκια τα χέρια της από τους μαρκαδόρους γέλασε πνιχτά.
-«Πόσες φορές σου έχω πει να μην της αγοράζεις ανεξίτηλους μαρκαδόρους; Κοίτα το καθαρματάκι τι μου έκανε! Αυτό δεν είναι παιδί!» γκρίνιαξε η Έλλη και γύρισε το πρησμένο από τον ύπνο ακόμη πρόσωπο της προς το μέρος της. Η Έμμα έβαλε τη παλάμη στο στόμα της αλλά το χαμόγελο της δεν κρυβόταν με τίποτα.
-«Ω...μην μου πεις Έμμα....» με μια άσχημη δόση υποψίας έτρεξε στο μπάνιο της για να αφήσει μια κραυγή αντικρίζοντας το πρόσωπο της σχεδιασμένο. Στο δεξί μάγουλο της μια πεταλούδα είχε ανοίξει φτερά κόντρα στον εκτυφλωτικό ήλιο του αριστερού της προσώπου.
-«Έχει μια χαρούμενη άποψη το παιδί μας...έλα , κάθισε να σε βοηθήσω να τα βγάλεις.» η Έμμα ήρεμη μπήκε στο μπάνιο και η Έλλη κάθισε στο μικρό σκαμπό παραιτημένη.
-«Από τότε που γύρισες από το νοσοκομείο δεν ξεκολλάει από δίπλα σου η μικρή. Σήμερα έβαλε και την υπογραφή της πάνω σου. Λες και της ανήκεις και θέλει να σε κατοχυρώσει και να το δουν όλοι. » μουρμούρισε σκύβοντας με ένα υγρό μαντηλάκι στο πρόσωπο της Έλλης.
Η Έμμα είχε δίκιο , σκέφτηκε η Έλλη όσο την καθάριζε υπομονετικά η κουνιάδα της. Η μικρή είχε πάθει σοκ στο άκουσμα της είδησης του ατυχήματος της και με το που γύρισε στο σπίτι η Έλλη όλοι σχεδόν παρατήρησαν την ψύχωση και την εμμονή που είχε αναπτύξει γύρω της. Δεν την άφηνε λεπτό μόνη της. Είχαν περάσει σχεδόν δύο μήνες από τότε που είχε πυροβοληθεί στην αγκαλιά του Νιζάρ και ακόμη πονούσε. Όχι στον ώμο, αυτόν το πόνο τον είχε συνηθίσει, ο πόνος της καρδιάς της όμως ήταν αβάσταχτος. Η μόνη παρήγορη σκέψη της ήταν ότι είχε σώσει εκείνη, με το κορμί της, το πολυτιμότερο θησαυρό της καρδιάς της. Και ας μην της άνηκε. Φτάνει που το κορμί της ασπίδα απορρόφησε τη σφαίρα που θα είχε σφηνώσει στο σημείο τη καρδιάς του με ολέθρια αποτελέσματα. Γιατί ο ώμος της έφτανε στο στήθος του. Ανατρίχιασε σύγκορμη στη σκέψη αυτη.
-«Σε πάγωσα;»
Η Έλλη κούνησε αρνητικά το κεφάλι της χαμένη στις σκέψεις της.Για αυτό είχε καλωσορίσει με ανακούφιση την εμμονή της μικρής στο πρόσωπο της. Χρειαζόταν επιτακτικά κάτι να της διασπάει την σκέψη από εκείνον. Να τη βοηθήσει να ξεχνάει πρόσκαιρα εκείνον. Ένα αντιπερισπασμό. Αυτό χρειαζόταν και η Βικτόρια ήταν από μηχανής θεός στη περίπτωση της. Στην αρχή έστω...γιατί τώρα έπειτα από τόσο διάστημα είχε πιάσει πάμπολλες φορές τον εαυτό της παρόλο που η μικρή ήταν στα πόδια της ανάμεσα, η σκέψη της να ταξιδεύει ανατολικά. Στην απόλυτη σιωπή του. Στο απόλυτο τίποτα που της χάρισε. Μονάχα η Ταμαρα συνέχιζε να επικοινωνεί μαζί της. Να ρωτάει για την υγεία της και να κάνει σχέδια για όταν θα ερχόταν εκείνη στην Αμερική συνοδεύοντας την μικρή αδερφή της. Και ο καιρός πλησίαζε.
Χρειαζόταν να γυρίσει στη δουλειά. Και να φύγει. Ακόμα μακρύτερα ακόμα γρηγορότερα.

أنت تقرأ
Το Ρόδο Της Ερήμου
عاطفيةΤο Ρόδο Της Ερήμου βρέχεται μόνο όταν δακρύζει. Όπως ο ήλιος καίει την άμμο έτσι καίγεται και η ψυχή του. Τι και αν είναι από πέτρα; Θα έρθουν στιγμές που θα λυγίσει. Από τα δικά του λάθη, από τα δικά του ψέματα. Θα περιπλανηθεί μεταξύ τριών ηπ...