Το ματς πλησίαζε και μέρα με την μέρα το νερό έπεφτε όλο και πιο πολύ, πλημυρίζοντας την αυλή, το γήπεδο και κάνοντας την λίμνη να ξεχειλίσει.
Καθόντουσαν στον πάγκο των αποδυτηρίων, μούσκεμα μέχρι το κόκαλο. Ο JJ είχε το κεφάλι του σκυμμένο, τα μαλλιά του έσταζαν και δημιουργούσαν μια λιμνούλα στο δάπεδο. Μόνο ο Φλιντ περπατούσε πέρα δώθε νευρικός προσπαθώντας να σκεφτεί.
Φλιντ " Ο καιρός είναι μαύρα χάλια. Δεν μπορούμε να παίξουμε με τέτοιον καιρό."
Theo " Έλα αλήθεια; Δεν το είχαμε συνειδητοποιήσει!"
Είπε δυνατά και ειρωνικά. Ο Φλιντ απότομα σταμάτησε να περπατάει και γύρισε προς το μέρος του. Σίγουρα βαθιά μέσα του ήθελε να σπάσει το κεφάλι του Theo, να τον τιμωρήσει για την ειρωνεία του. Σίγουρα σκεφτόταν τον σεβασμό που έπρεπε να δείχνει ο Theo σε έναν μεγαλύτερο του. Άλλα δεν έκανε κάποια επιθετική κίνηση. Έμεινε άκακος, όμως ο θυμός του φάνηκε στην φωνή του.
Φλιντ " Έχεις καμία ιδέα Nott να μας βγάλεις από την δύσκολη θέση;"
Ο Theo έμεινε έτοιμος να αντιμιλήσει όμως δεν είχε κάτι καλό να πει. Υποχώρησε σφίγγοντας τις γροθιές και το σαγόνι του. Κοίταξε με νεύρο κάτω, απογοητευμένος με τον εαυτό του. Ο JJ δεν μπορούσε να μείνει άπραγος. Ο Theo είναι φίλος του. Και εξάλλου είχε τα παράπονα του και θεωρούσε ότι ήταν λάθος να γκρινιάζει πίσω από την πλάτη του Φλιντ.
JJ " Αν μας είχες προπονήσει καλύτερα ίσως και να μπορούσαμε να πετάξουμε Φλιντ!"
Σήκωσε το βλέμμα του καρφώνοντας τα σκοτεινά μάτια του Φλιντ. Άρχισε να χάνει την υπομονή του ο αρχηγός. Μια μικρή σύσπαση εμφανίστηκε στο μέτωπο του.
Φλιντ " Τι γίνεται; Κάνατε κόμμα τα τριτάκια και κατηγορείτε εμένα για την αχρηστία σας;"
Ετοιμαζόταν να πει και άλλα, να έχει τον τελευταίο λόγο. Δεν γούσταρε να χάσει. Πήγαινε τον Φλιντ, όμως αυτός φταίει για το ότι ήταν απροετοίμαστοι. Ήταν τόσο σίγουρος για την νίκη τους που θεωρούσε άσκοπες τις πολλές προπονήσεις και τώρα ως αποτέλεσμα δεν είναι έτοιμοι να πετάξουν με τέτοιο καιρό. Θα το έλεγε, θα μιλούσε, αλλά ο Blaise μπήκε στην μέση.
Blaise " Με τους καυγάδες πάντως δεν θα καταφέρουμε τίποτα."
Και έτσι έπεσε σιωπή. Βαθιά σιωπή. Τα γρανάζια από όλους τους εγκεφάλους άρχισαν να δουλεύουν, όσα γρανάζια δηλαδή τους είχαν απομείνει. Προσπαθούσαν να βρουν κάτι καλό. Κάτι να τους σώσει.