~chapter one~

37 2 2
                                    


Όλοι μέσα στο κλαμπ χόρευαν και εκείνη εκεί στην μέση της πίστας να λικνύζεται στον ρυθμό της μουσικής και να νιώθει ελεύθερη ,τα φώτα την έλουζαν λες και ήταν κάτι το μοναδικό , ενώ ήταν απλά μια κοπέλα με ένα φανταχτερό φόρεμα με μακριά σχεδόν μαύρα μαλλιά και γεμάτη όρεξη για ζωή.
Σταμάτησε να χορεύει και βγήκε στο μπαλκόνι να πάρει λίγο καθαρό αέρα , έβγαλε το κινητό της από το μαύρο μικρό τσαντάκι που είχε κρεμασμένο στον ώμο της.
Είχε δύο αναπάντητες από  αυτήν
«Πφφ και νόμιζα ότι θα καθόμουν και άλλο μόνη μου ευτυχώς »
Μπήκε μέσα και προσπέρασε με δυσκολία όλο το πλήθος των νέων ανθρώπων που χόρευαν παθιασμένα, κατέβηκε τις σκάλες και βγήκε έξω στον στον δρόμο , μέσα στο σκοτάδι μια μυστήρια φιγούρα καθόταν πάνω σε μια μηχανή και περίμενε έσβησε την μηχανή και έβγαλε το κράνος  και τα καταξανθα μαλλιά της έπεσαν πίσω στην μέση της.

«Λούνα ! , ήρθες πάνω στην ώρα που τα πράγματα άρχισαν να γίνονται βαρετά »

«τέλεια , έλα λοιπόν πάμε τι περιμένεις;»

Είπε και της έδωσε ένα δεύτερο κράνος που είχε δεμένο πάνω στην μηχανή
Η Τζεννα το φόρεσε και ανέβηκε στην μηχανή.
Τα αστέρια στον ουρανό φώτιζαν τόσο όμορφα το σκοτάδι που την έκαναν να θέλει να απλώσει τα χέρια της να τα πιάσει , γλυκά και ονειροπόλα όπως και εκείνη .Ξαφνικά η μηχανή συγκρούεται με ένα αμάξι και η Τζέννα πετάγεται από την μηχανή .Εκείνη την στιγμή κατέβασε το βλέμμα της και είδε ότι πετούσε στον αέρα  ναι τώρα μπορούσε να φτάσει τα αστέρια ! Ήταν τόσο κοντά  αν δεν υπήρχε η καταραμένη βαρύτητα θα τα είχε καταφέρει αλλά άρχισε να πέφτει τόσο απότομα που τα έχασε όλα
..
Ξύπνησε  λουσμένη στον ιδρώτα και απογοητεύτηκε , σηκώθηκε και άνοιξε την κουρτίνα του παραθύρου της .Ο καλοκαιρινός ήλιος την αγκάλιασε πιο σφιχτά απ'οτι έπρεπε ,αλλά η θεά της θάλασσας την χαροποιούσε.
Πήγε στο ντους άνοιξε την βρύση και στάθηκε κάτω από το κρύο τρεχούμενο νερό.
«Όλα ήταν πάλι ένα όνειρο » σκέφτηκε φανερά απογοητευμένη
Βγήκε από το ντουζ και τύλιξε το σώμα της με μια πετσέτα έκανε δύο βήματα μέχρι τον καθρέφτη και έριξε μια ματιά στον εαυτό της .
«Χμμ πάντως θα μου πήγαινε το χρυσό» είπε και χαμογέλασε

Το κινητό της άρχισε να δονείται πάνω στο κρεβάτι και έτρεξε να το σηκώσει

«Εμπρος; »

«Γεια σου χαζούλη μου, τι κάνεις;»

Ήταν ο Noah το αγόρι της ,ο άνθρωπος που την έκανε χαρούμενη τους τελευταίους μήνες

«Χευ πως πάει; »

« Πολύ καλά ,έλεγα αν θες να βγούμε»

«υπεροχη ιδέα!»

Mental SatisfactionWhere stories live. Discover now