Ο Νικηφόρος θόλωσε, από την ομορφιά της κοπέλας , όλην την ημέραν εκείνην σκεφτόταν είχε θαμπωθεί. Έτσι όπως ήταν κουκλάρα μέσα στο μαύρο στραυταλιζε φόρεμα . Κι εκείνο τ'ονομα , Ασημίνα . Τι αριστοκρατικό ! Ήθελε να την δει να την κοιτάξει, να αντικρίσει τα όμορφα πράσινα μάτια της . Ήθελε να τη φιλήσει να την αγγίξει , να αισθανθεί την ανάσα της . Ήτανε στην Νομαρχία και δούλευε , το μυαλό του είχε κάνει ένα ταξίδι μακρινό σε εκείνη την κοπέλα. Όταν ο Καλογεράς, πέρασε να βγει έξω . Τον είδε

Δ: Εΐ! Νικηφορε! Που ταξιδεύεις παιδί μου;
Αναφώνησε
Ν: Με συγχωρείτε κύριε Καλογερά , δεν είμαι πολύ καλά σήμερα, αλλά δεν πειράζει,θα πάω μέχρι το μπάνιο να πλυθω και θα συνέλθω .
Δ: Δεν χρειάζεται Νικηφορε , πάρε το ρεπό σου σήμερα. Άντε φύγε ! Τι περιμένεις!
Ν: Ευχαριστώ κύριε Καλογερά .
Είπε κι σηκώθηκε, το είχε πάρει απόφαση! Θα βρει που έμενε η Ασημίνα. Πήγε στο υποθηκοφυλακείο. Εκεί θα είχαν τα χαρτιά για το σπίτι οπότε θα ήξεραν πού μένει.
Ν: Καλημέρα σας , μπορείτε να μου πείτε πού μένει η Ασημίνα Σταμίρη;
Υ: Ποιος είστε κύριε ;
Ν: Νικηφόρος Σεβαστός. Δουλεύω στην Νομαρχία Λάρισας, χρειάζομαι την διεύθυνση της Ασημίνας Σταμίρη!
Υ: Ε-εμμμ τότε περιμένετε παρακαλώ.
Ν: Εντάξει.
Ο υπάλληλος έφυγε κι κατέβηκε τη σκαλίτσα. Κι σε λίγο είχε επιστρέψει με ένα χαρτάκι .
Υ: Ορίστε .
Ν: Ευχαριστώ, χαιρετώ !
Είπε κι έφυγε. Πήγε σε ένα περίπτερο κι είπε .
Ν: Μπορώ να κάνω ένα τηλεφώνημα;
Π(περιπτεράς ) : Ναι , φυσικά κύριε .
Ο Νικηφόρος σήκωσε το ακουστικό και "πληκτρολόγησε" τον αριθμό.
Ν: Καλησπέρα, ένα ταξί παρακαλώ, έξω απ'την νομαρχία .
*Έκλεισε το ακουστικό.
Ν: Ευχαριστώ πολύ.
Ανυπομονούσε, ήθελε να τη δει τόσο πολύ, που δεν περνούσε η ώρα. Όταν το ταξί έφτασε . Εκείνος μπήκε μέσα κι έδωσε το χαρτάκι που του είχαν δώσει.
Ν: Εκεί θέλω να με πάτε .
Τ: Εντάξει.
Μόλις είχαν διανύσει λίγη απόσταση , έφτασαν στο πανέμορφο Διαφάνι.
Ν: Εδώ αφήστε με .
Τ: Ναι , είναι 20 δραχμές.
Ν: Ορίστε .
Ο Νικηφόρος έδωσε τα χρήματα, κι κατέβηκε, και μπήκε στο καφενείο .
Σ: Καλησπέρα , ξένος είσαι ;
Ν: Όχι , οι γονείς μου μένουν στην Λάρισα, αλλά εγώ έζησα αρκετά χρόνια στο Παρίσι με την θεία μου, σπούδασα , κι πέρυσι ήρθα εδώ και δουλεύω στην Νομαρχία.
Σ: Α! Παριζιάνος, και τι θες στα μέρη μας;
Ν: Ψάχνω την Ασημίνα Σταμίρη.
Ο Νέστορας σηκώθηκε.
Νε: Την Ασημίνα μας , θα σας πάω εγώ .
Ν: Ευχαριστώ.
Ο Νέστορας πήγε με τον Νικηφόρο στο σπίτι των Σταμίριδων.
Νε: Λενιώ ! Ασημίνα! Δροσουλα!
Η Ελένη βγήκε έξω .
Ε: Κυρ'Νεστορα ! Τι συμβαίνει; Ποιος είναι ο άνθρωπος.
Νε: Ο κύριος ...
Ν: Σεβαστός.
Νε: Ο κύριος Σεβαστός , ζητάει την Ασημίνα.
Ε: Την Ασημίνα... Από πού κι ως που;
Ν: Πείτε της το όνομα μου κι θα καταλάβει .
Η Ασημίνα, βγήκε έξω
Α: Ποιος είναι Λενιώ ; Κ-κυριε Σεβαστε; Τι κάνετε εσείς εδώ ;
Ε: Ασημίνα, γνωρίζεις τον κύριο;
Α: Με έσωσε , από ένα κλέφτη , στην γιορτή της νομαρχίας όταν γυρνούσα κι μου περιποιήθηκε λίγο τις πληγές. Κατά τ'αλλα δεν τον γνωρίζω.
Ε: Τι την θέλετε; Θα φωνάξω την αστυνομία.
Νε: Ελένη! Ηρέμησε! Ο κύριος δεν έχει κακές προθέσεις.
Ν: Μπορώ να μιλήσω με την δεσποινίδα Σταμίρη.
Α: Ναι , Ελένη Κυρ'Νεστορα, σας παρακαλώ αφήστε μας μόνους .
Η Ελένη με τον Νέστορα μπήκαν σπίτι ενώ η Ασημίνα με τον Νικηφόρο, έμειναν έξω μόνοι .
Α: Τι θέλετε εδώ ; Το καταλαβαίνετε ότι θα με βάλετε σε μπελάδες!
Ν: Με συγχωρείτε δεν ήθελα να σας πιέσω. Απλά , Ασημίνα... Από τότε που σε πρωτοείδα, έχεις μπει στο μυαλό μου, κι έχεις κολλήσει εκεί για πάντα. Δεν Μπορώ να σε βγάλω από το μυαλό μου... Σ'αγαπώ Ασημίνα