Το Ασημένιο Κοράλλι είχε αποβιβάσει τους επιβάτες και το πλήρωμά του και το μέρος είχε ερημώσει απότομα.
- Που νομίζει ότι πάει αυτή; ρώτησε έκπληκτος ο Ταλού.
- Ποιά;
- Μια γυναίκα πήγε πίσω από τα κιβώτια. Δεν έχει χώρο και έχει παντού τυλιγμένα δίχτυα.
Ο Τζίνο ανασηκώθηκε στις μύτες των ποδιών του. Τα κιβώτια ήταν πελώρια και στοιβαγμένα σε τρεις σειρές ύψος, έτοιμα να φορτωθούν το επόμενο πρωί στον Σιρόκο. Τον εμπόδιζαν μα δεν αντιλήφθηκε κάποια κίνηση.
- Δεν διακρίνω κάποιαν. Πρέπει να είναι ανόητη για να πάει εκεί Ταλού.
Ξαφνικά ακούστηκαν γαβγίσματα πίσω από τα κιβώτια που έκαναν τους δυο άντρες να πεταχτούν.
Ένα υπόκωφος θόρυβος, μια γυναικεία κραυγή και ένα δυνατό πάφλασμα στο νερό προέτρεψε τον Τζίνο να τρέξει στη μύτη της πλώρης και να σκαρφαλώσει στην κουπαστή. Είδε ένα μικρόσωμο μαλλιαρό σκυλί, με κομμένο λουρί, να γαβγίζει τα αφρισμένα νερά και δυο χέρια να βυθίζονται. Έλυσε τα κορδόνια από τις δερμάτινες μπότες του, τις έβγαλε και τις πέταξε στο κατάστρωμα όπως και το σακάκι του.
- Μην βουτήξεις από εκεί, είναι κοφτερά τα βράχια, θα σε σκίσουν, προειδοποίησε ο Ταλού.
- Δεν είναι η πρώτη φορά που δεν θα τολμήσουν, αποκρίθηκε ο Τζίνο και του χάρισε ένα χαμόγελο γεμάτο αυτοπεποίθηση. Τίναξε το σώμα του όσο πιο μακριά γινόταν από την προβλήτα και με μια θεαματική βουτιά χάθηκε μέσα στην κυματώδη θάλασσα.
Ο Ταλού έτρεξε προς την αναβάθρα και την κατέβηκε πιο σβέλτα από ποτέ. Στάθηκε λαχανιασμένος δίπλα από τα κιβώτια και ατένιζε την περιοχή γύρω από το σημείο που βούτηξε ο νεαρός άντρας. Το σκυλί τώρα είχε σταματήσει να γαβγίζει και πηγαινοερχόταν αναστατωμένο, πατώντας πάνω στα δίχτυα, κοιτάζοντας τα αλλεπάλληλα κύματα που έσκαγαν στο χείλος της προβλήτας πιτσιλώντας το.
Ο χρόνος κυλούσε και ο Τζίνο παρέμενε άφαντος. Η ανάσα του Ταλού κόπηκε και το χέρι του κάλυψε το μέρος της καρδιάς του. Προτού πάθει έμφραγμα από την ταραχή, τον είδε να αναδύεται και να ανοίγει το στόμα του προσπαθώντας απεγνωσμένα να ρουφήξει αέρα. Στο ένα του χέρι κρατούσε μια αναίσθητη γυναίκα. Με το άλλο κολυμπούσε προς το μέρος του.
- Τράβα την έξω γρήγορα, τον διέταξε.
Ο Ταλού γονάτισε την έπιασε από τις μασχάλες και την έσυρε με κόπο πάνω στον μώλο. Τα βρεγμένα ρούχα της διπλασίαζαν το βάρος της.
YOU ARE READING
ΑΝΕΚΠΛΗΡΩΤΟΙ ΕΡΩΤΕΣ - ΣΟΦΙΑ
Historical FictionΡΟΜΑΝΤΙΚO ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΕΠΟΧΗΣ. ... Ήξερα βαθιά μέσα μου πως το φιλί αυτό ήταν το αντίο μου, κι όμως ήμουν πανέτοιμη να λυγίσω ευχαρίστως στις ευγενικές προσταγές αυτού του άντρα που προκαλούσε αρρυθμίες στην καρδιά μου με απίστευτη ευκολία... Το ΑΝΕΚ...