Διακοπές στο νησί

45 0 0
                                    

Οι εβδομάδες πέρασαν χωρίς να τηρήσει την υπόσχεση της. Δεν επικοινώνησε ποτέ μαζί τους. Το καλοκαίρι μπήκε για τα καλά και εκείνη περνούσε τις ημέρες της καθισμένη στον κήπο, κάτω από το μεγάλο κιόσκι με τις πασχαλιές. Δεν είχε καμία ενόχληση από τον Ανδρέα Αποστόλου , ούτε από κανέναν σύμβουλο της εταιρείας τους. Τι στο καλό την είχε ξεχάσει; Σε ερώτηση που έκανε στον φίλο και δικηγόρο του πατέρα της, την είχε διαβεβαιώσει ότι όλα είναι υπό έλεγχο. Δεν ήξερε πως τα έφερναν βόλτα, η ζωή της και οι ανέσεις τους δεν είχαν μειωθεί στο ελάχιστο. Λες και όλα είχαν μπει στον αυτόματο. Τέλος Ιουλίου το τηλέφωνο της χτύπησε. Ήταν η Τζένη «Απ' έξω είμαστε άνοιξε». Σηκώθηκε και πάτησε το κουμπί της ηλεκτρικής εξώπορτας. Ξαφνικά η αυλή γέμισε με φωνές.

«Εδώ είσαι κυρία μου» φώναξε από μακριά η Τζένη μόλις την αντίκρισε, και την ακολούθησαν η Ρούλα και η Μαργαρίτα.

«Εδώ είμαι» ψιθύρισε σχεδόν εκείνη και άνοιξε τα χέρια της να τις προϋπαντήσει.

Έπεσαν στην αγκαλιά της με γέλια και φωνές και πέρασαν κάμποσα λεπτά για να κοπάσει ο ενθουσιασμός της συνάντησης τους για να της ανακοινώσουν ότι είχαν ήδη κλείσει τις καλοκαιρινές τους διακοπές. Το μόνο που είχε να κάνει ήταν να ετοιμάσει τις βαλίτσες της. «Είστε τρελές σας το είπα έτσι;» ρώτησε γελώντας η Ζέτα τις φίλες της και εκείνες με μία φωνή απάντησαν όπως ένας καθηγητής τους στο λύκειο «Πολλάκις» και ξέσπασαν σε γέλια όπως κάθε φορά που έλεγαν αυτή την λέξη.

«Φεύγουμε την Παρασκευή για Σκόπελο» επισήμανε ξανά η Μαργαρίτα για να το ακούσει εκείνη ακόμα μία φορά.

«Ρε κορίτσια να σας πω κάτι; Μην γελάσετε όμως. Να ακόμα και τώρα που ετοιμάσατε τις διακοπές και θα φύγουμε και είμαι σίγουρη ότι θα περάσουμε «σούπερ», μου λείπει ο μπαμπάς μου. Θα του ζητούσα λεφτά και εκείνος θα έβαζε τα χέρια στις τσέπες, θα έπαιρνε εκείνο το σοβαρό ύφος και θα άρχιζε το κήρυγμα, να μην είμαι σπάταλη, να προσέχω τα ποτά μου όταν βγαίνω και να μην κάθομαι στον ήλιο πολύ γιατί ξεφλουδίζεται η μύτη μου» . Αντί να γελάσουν όμως, έπεσε απόλυτη σιωπή ανάμεσα στα κορίτσια, μέχρι που ήρθε κοντά τους η Κορνηλία με ένα δίσκο με λαχταριστή σπιτική λεμονάδα, που ποτέ δεν πίνεις μόνο ένα ποτήρι. «Διακόπτω τίποτα σοβαρό, γιατί πολύ ησυχία διακρίνω και δεν μου αρέσει» είπε χαριτολογώντας και δεν πρόλαβε να αφήσει το δίσκο κάτω. Η Ρούλα είχε αρπάξει ήδη το ποτήρι της και ρουφούσε με λαιμαργία με το καλαμάκι της. Έκατσε μαζί τους και άκουσε τα σχέδια τους για τις καλοκαιρινές τους διακοπές. Έκαναν σαν κοριτσόπουλα που ετοιμάζονται για την πενταήμερη του σχολείου. Γελούσαν με την καρδιά τους και πείραζε η μία την άλλη. Συζητούσαν και σχεδίαζαν με λεπτομέρειες τα πάντα, κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο, από το τι θα πάρουν μαζί τους μέχρι ποιες παραλίες θα επισκεφτούν και σε ποια μπαρ θα πάνε και εκείνη χαιρόταν με την χαρά τους. Χάρηκε περισσότερο που το μικρό της κοριτσάκι αποφάσισε να βγει από το σπίτι επιτέλους. Το τηλέφωνο της χτύπησε και εκείνη απομακρύνθηκε διακριτικά από την κοριτσοπαρέα. «Καλημέρα σας κύριε Αποστόλου» είπε σιγανά και η καρδιά της πήγε να σπάσει από την αγωνία, όπως κάθε φορά που της τηλεφωνούσε. Ποτέ δεν είχε κρύψει το παραμικρό από την μικρή της πριγκίπισσα και από τη στιγμή που της είχε ζητήσει τη βοήθεια της ο Ανδρέας έτρεμε στην σκέψη μήπως την ανακαλύψει η Ζέτα της. Αισθανόταν λίγο ένοχη, αλλά ήξερε πως έπρεπε να γίνουν όλα όσα είχε συμφωνήσει ο μακαρίτης μαζί του. «Κορνηλία, όλα καλά;» της απάντησε κοφτά, αντιλαμβανόμενος την αγωνία στην φωνή της. «Όλα καλά, απλά προέκυψαν διακοπές. Είναι όλα κανονισμένα, από τα κορίτσια. Φεύγουν στις τρεις Αυγούστου, την Παρασκευή, για Σκόπελο. Νομίζω πως έπρεπε να το μάθετε».

ΈΚΑΝΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ  ΣΕΝΑTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang