Ventisette

136 10 121
                                    

Κι η επιστροφή  άργησε.

Ο πόνος ήρθε.

Ο φόβος εμφανίστηκε.

Το μισος είχε εγκατασταθεί.

Είχε έρθει η καταιγίδα.

Οι κεραυνοί  φώναζαν από μακριά "ΘΑΝΑΤΟ"

Εκείνους όμως Φαινόταν  ότι δεν του επηρέαζε.

Ή τουλάχιστον  έτσι έδειχναν.

Και ενώ όλα μωρις τώρα είχαν αρχίσει , φανταζαν  ότι είχαν τελειώσει.

Και όπως σε κάθε καταιγίδα,  μετά την καταστροφή  έρχεται  το ουράνιο τόξο. 

Μόνο που τώρα φαινόταν πολύ  μακρινό.
____________________________________________________________________________

Η ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΕΦΤΑΣΕ

Ήταν ακόμα δεμένη. Ανήμπορη  να αθρωση λέξη.

Οι δύο μπλε ωκεανοί  της είχαν πλημμυρίσει  δάκρυα.

Της είχαν πέσει όλα μαζί.

Πονούσε.

Της έλειπε η οικογένεια  της.

Της έλειπε η ηρεμία της

Και εκείνη τη στιγμή το κοριτσάκι που είχε μέσα της ξανά εμφανίστηκε.

Και η Valentina επέστρεψε.

Μαζί της επέστρεψαν και οι αναμνήσεις.

Άρχισε να τις θυμάται μια προς μια. Ήθελε να φύγει. Να εξαφανιστεί.  Να σταματήσει να υπάρχει .

Να σταματήσει να πονάει

Ψυχολογικά ήταν σχεδόν νεκρή. Τα λόγια της μητερας της έπαιζαν σαν κασέτα στο κεφάλι της..

"Μόνο που εγώ δεν σαγαπαω"

Πονούσε ξανά και ξανά.

Η καρδιά της είχε ραγίσει .

Εκείνος την πλησίασε.

Εκείνη έκανε σαν λυσασμενο  σκυλί να ξεφύγει.

Δεν άντεχε να είναι δίπλα της.

Οι παιδικοί της φοβοι επεστρεψαν και ένιωθε πως έχανε ξανά την ζωή της.

Εκείνος ανεπηρέαστος  συνέχισε να την πλησιάζει.  Έφτασε ακριβώς μπροστά  της.

Της χαμογέλασε.

Ορκίζονταν μάσα της πως ήταν το πιο άρρωστο  χαμόγελο που είχε δει ποτέ της.

La bellezza dell'imperfezioneOù les histoires vivent. Découvrez maintenant