01. Η πρόταση

250 16 1
                                    

<<Όχι όχι δεν θέλω να πηδήξω είναι πολύ ψηλά. Ε τι κάνεις μη...αααα >>
** Μπιπ Μπιπ Μπιπ **
Τι;.. άντε πάλι <<Τώρα τώρα μωρέ καλά σηκώνομαι.>> όνειρο ήταν. 7:30 τέλεια. Τα μάτια μου μισόκλειστα ως αντίδραση από τις ακτίνες του ήλιου που εισέρχονται από το παράθυρο.     

  Στην κυριολεξία σέρνομαι μέχρι την άλλη άκρη του διπλού στρώματος μου, και κατεβάζω τα πόδια μου στο μαλακό χαλί. Το υπόλοιπο σώμα μου είναι μπρούμυτα και αρνείται να αφήσει το κρεβάτι. Τελικά καταφέρνω να κάτσω γονατιστή και να πάρω την απόφαση να προχωρήσω στο μπάνιο.
Το κρύο νερό ανάγκασε τα μάτια μου να ξυπνήσουν. Χτενισα τα ξανθοκαστανα μαλλιά μου και έκανα μια λεπτή μαύρη γραμμή με το eyeliner στα κάστανα μου μάτια. Φόρεσα ένα γρι φούτερ με την μαύρη φόρμα και τα κόκκινα σταρακια μου , κατευθύνθηκα προς την κουζίνα, πήρα ένα κρουασανακι στο ένα χέρι και στο άλλο την τσάντα. Ως συνήθως κατέβηκα από τις σκάλες και ξεκίνησα τον δρόμο για το σχολείο με μόνη στάση το σπίτι της κολλητής μου,Μαρίας που μένει λίγα στενά μακριά.

   Αφού της χτύπησα το κουδούνι, και μετά από λίγες άβολες στιγμές με την μισή πολυκατοικία .Όπως να μου κρατάνε την πόρτα για να περάσω και να προσπαθώ να εξηγήσω στον καθένα ξεχωριστά πως απλώς περιμένω κάποιον. Και επιτέλους κατέβηκε, τραγουδώντας κάτι που άκουγε στο Ραδιόφωνο μέσα από τα ακουστηκα της ,όπως κάθε πρωί. <<Καλημέρα >>είπα κάπως αχνά και κοιμισμένα. <<Καλημέρα. Πετάνε καθόλου τα μαλλιά μου;>>είπε ακούγοντας και εκείνη περίπου στην ίδια κατάσταση με εμένα. Και αφού κοίταξα τα τόσο σκούρα βυσσινί μαλλιά της και φτιάχνοντας μια τούφα από το πάνω μέρος <<Τώρα μια χαρά>>και της χαμογέλασα. <<Ευχαριστώ.Τι έχουμε πρώτη ώρα είπαμε ;>>
<<Βιολογία.νομίζω τουλάχιστον>>της απάντησα . <<Α ναι ναι με τον χοντρουλη>> είπε και έσκασα ένα ελαφρύ γέλιο.<<Α και δεν σου είπα...>> Ε μετά άρχισε να φλυαρει για έναν που μιλάει στο fb και στελνανε καρδούλες όλο το βράδυ και τέτοια. Η Μαρία τα έχει κάνει όλα. Η μάλλον είναι "προχω" όπως λέει η ίδια.
Φτάσαμε καθυστερημένα στην τάξη, ως συνήθως, αν και ο χοντρουλης πάντα αργεί περισσότερο από όλους καθώς είναι και ο λυκειάρχης, τρομάρα του.
 
  Οι ώρες περνούσαν σχεδόν ατέλειωτα, και το μόνο που σκέφτομουν στο βάθος του μυαλού μου ήταν πως είχα αρχίσει να πεινάω. Ε καλα όχι μόνο αυτό ίσως και για το ότι Φυσική δεν είχα καταλάβει τίποτα και το τετράμηνο είχε φτάσει στο τέλος του.
   Στο διάλειμμα, Μαρία με έσυρε ως τα σκαλιά που οδηγούν στην ταράτσα, μαζί με τον πρώτο φίλο που έκανα ποτέ στην ζωή μου, Ηλία, και τον τωρινό κολλητό του Κώστα, για να κάνουν ένα τσιγάρο όπου εγώ προσωπικά δεν είχα βάλει ποτέ στο στόμα μου ούτε για πλάκα και ο καπνός που φυσουσαν μου έφερνε ζάλη.

   Όταν επιτέλους σχολασαμε, άφησα την Μαρία απο το σπίτι της και συνέχισα για το δικό μου.
Και ναι εκεί που ήταν μια συνηθισμένη μέρα βλέπω μερικά μέτρα μπροστά μου τον Αλεξ - μεγάλη προϊστορία. Μου είχε πει κάποτε η Μαρία πως με κοιτούσε, που να ήξερε πως μου αρέσε κάπως από πριν ,αλλά τώρα ακόμα περισσότερο. Δεν της το είχα πει. Τον θεωρεί κάπως κατώτερο όπως το: "Υπάρχουν και πολύ καλύτεροι"
Μπήκε στο στενό και τον έχασα.

  Φτάνοντας στο σπίτι πέρασα από το υπόγειο πάρκινγκ, όπου βρίσκονται και οι αποθήκες, ώστε να σιγουρευτώ πως το αμάξι της μάνας μου έλειπε.
Η μητέρα μου δουλεύει από αργά το πρωί μέχρι αργά το απόγευμα, αν και πολλές φορές δεν την βλέπω καθόλου γιατί μιας και οι γονείς μου έχουν χωρίσει από τα έξι μου,έχει βρει έναν καινούριο που δεν μου τον έχει γνωρίσει ακόμα.
Κατευθύνομαι προς την κουζίνα και βάζω να ζεσταθεί το φαγητό ώσπου να πλυθω και να συνδέσω το κινητό μου στο ηχείο ώστε να δημιουργηθεί μια ξεχωριστή ατμόσφαιρα ειδική για να ξεχαστώ από την ατέλειωτη μέρα.
Παίρνω ένα πιάτο φαγητό, και κάθομαι στο κρεβάτι.Το κινητό μου έχει τρελαθεί από τις ειδοποιήσεις και μαζί ένα μήνυμα από την Μαρία: <<Έχεις κανονίσει κάτι για το Σάββατο;>>
Νεφέλη: <<Όχι τι σκέφτεσαι;>>
Μαρία: <<Είναι μια τεράστια ευκαιρία να κάνεις αυτό που λέγαμε.!!>>
Μάλιστα, άντε πάλι.Πρέπει να είναι η μόνη φίλη που να παροτρύνει και να χαίρετε τους άλλους όταν είναι να ΤΟ κάνουν πρώτη φορά.
Νεφέλη: <<Δεν ξέρω θα το σκεφτώ>>
Μαρία: << Καλά Καλά...>>
Κατάλαβε πως την απέφευγα,αλλά δεν μπορούσα να κάνω κάτι.
Νωρίς το απόγευμα βυθηστηκα στα μαθήματα μου -παραλείποντας την Φυσική του χαζού που απλώς βάζει ασκήσεις και φεύγει- μπορεί να μην είμαι και η καλύτερη άλλα προσπαθώ.

  Η ώρα πέρασε σχετικά γρήγορα και η μητέρα μου δεν είχε φανεί ακόμα. Ίσως φταίει που ήταν Πέμπτη και συνήθως τέτοια μέρα λείπει.
Ξάπλωσα κοιτώντας το κομοδίνο. Σκεφτόμουν πως ίσως η Μαρία είχε δίκιο, σκεφτόμουν πως με τον Άλεξ θα χρειαστεί πολύ δουλειά προτού γίνει οτιδήποτε, αφού δεν γνωριζόμαστε καλα και με το ζόρι λέμε ένα καλημέρα.
Δεν έχω κάτι το ιδιαίτερα άσχημο πάνω μου. Τότε γιατί να μην έχω κάνει σχέση από την τρίτη γυμνασίου για μια εβδομάδα με έναν στις τότε διακοπές του καλοκαιριού μου; Μήπως τους τρομάζω; Ίσως δεν κοιτάω τους σωστούς. Δεν ξέρω.
Απλώς ΔΕΝ ΞΈΡΩ.
Και έτσι αποκοιμήθηκα.

Are YouThe One?Where stories live. Discover now