Κεφάλαιο 4

84 14 0
                                    

Παιδιά.

Όταν έκλεισε η πόρτα όλοι τρόμαξαν. Είχαν μείνει ακίνητοι. Να κοιτούν την πόρτα και να νομίζουν τα χειρότερα. Ξαφνικά άκουσαν την Άρια να φωνάζει : "Θάνο με ακούς;!!!"

Θάνος: Είναι ζωντανές!
Η Άρια ξαναφώναξε του Θάνου.
Θάνος: Άρια σε ακούω!!! Είσαι καλά;;

Άρια: Καλά είμαστε!!
Τότε πετάγεται κι ο Δημήτρης.

Δημήτρης: Η Μαρία μου είναι καλά; Μαρία!!!!

Μαρία: Καλά είμαι. Απλά είναι λίγο σκωτεινά εδώ μέσα.

Μάνος: Κι εδώ έξω είναι λίγο σκωτεινά γιατί βραδιάζει.

Άρια: Θάνο βγάλε μας έξω σε παρακαλώ. Η πόρτα δεν ανοίγει!!

Θάνος: Βγήτε από τα παράθυρα.

Μαρία: Δεν έχει παράθυρα εδώ κάτω. Λογικά θα έχει στον πάνω όροφο. Και δεν υπάρχει και φως!!

Λίνα: Μήπως να σπάσουμε την πόρτα;

Λουκάς: Καλή ιδέα. Θα προσπαθήσω εγώ.

Άρια: Όχι πριμένετε!! φώναξε

Όλοι κοκάλωσαν. Τί έπαθε;

Λίνα: Άρια τί έγινε;;

Άρια: Το κλειδί με το άπειρο που βρήκαμε ποιός το έχει;

Αντριάνα: Εγώ!

Άρια: Προσπαθήστε να ανοίξετε την πόρτα με αυτό.

Είχε ένα δίκιο η Άρια. Ο Μάνος έβαλε το κλειδί στην πόρτα, το γύρισε μία φορά και η πόρτα άνοιξε. Αμέσως ο Δημήτρης πήγε στην Μαρία και ο Θάνος στην Άρια ενώ τα άλλα παιδιά τους κοιτούσαν. Η Αντριάνα έβγαλε το κλειδί και το ξαναπήρε. Ενώ τα παιδιά μιλούσαν για το τι μπορεί να συμβαίνει εκεί, ο Δημήτρης είδε μια εφημερίδα πάνω σε μία καρέκλα. Πήγε την πήρε και τότε άκουσαν ένα θόρυβο.Τα παιδιά σώπασαν. Ξαφνικά άρχισαν να ακούν ένα πιάνο να παίζει. Και προφανώς δεν έπαιζε μόνο του. Κάποιος υπήρχε στον πάνω όροφο.

Έκαναν βήματα προς τα πίσω μέχρι που βγήκαν έξω. Έκλεισαν την πόρτα και έτρεξαν μακρυά από το σπίτι. Όχι στο δάσος βέβαια.. Από την πίσω μεριά του σπιτιού φαινόταν ένα κίτρινο φως να ανάβει. Κατευθήνθηκαν προς αυτό. Ήταν λίγο μακρυά αλλά κάποια στιγμή έφτασαν απ'έξω. Έμοιαζε με ταβέρνα αυτό που είδαν. Μπήκαν μέσα και αντίκρισαν 1 γυναίκα να σερβίρει και μερικά άλλα άτομα να διασκεδάζουν ακούγωντας μουσική. Ανάμεσα στα άτομα υπήρχαν γυναίκες, άνδρες και 3 παιδιά. Το κλίμα δεν φαίνονταν να είναι τρομακτικό και αυτό βοήθησε τα παιδιά να ηρεμήσουν. Έκατσαν να φάνε αφού πεινούσαν αρκετά.

Άρια: Θάνο δεν μπορείς να φανταστείς πόσο τρομάξαμε.

Θάνος: Το φαντάζομαι. Όλα θα πάνε καλά. Μην το σκέφτεσαι..

Άρια: Θα προσπαθήσω αν και είναι λίγο δύσκολο.

Θάνος: Είσαι για grafiti?

Λουκάς: Έλεος ρε φίλε. Ακόμα τα graffiti σκέφτεσαι;

Λίνα: Εγώ θα έλεγα να μιλήσουμε στην κυρία που σερβίρει για το σπίτι αυτό. Κάτι θα ξέρει παραπάνω.

Μάνος: Δίκιο έχεις.

Φώναξαν την κυρία που σερβιρε και εκείνη δέχτηκε να τους βοηθήσει σε ότι απορίες έχουν .
Άρχισαν λοιπον, να της λένε για το σπίτι και ότι είχαν περάσει μέχρι τώρα. Τα πρώτα λόγια όμως της κυρίας Σάρας, όπως την έλεγαν, άφησαν τα παιδιά άφωνα.......

Απαγορευμένος ΚωδικόςDonde viven las historias. Descúbrelo ahora