Αντίο

407 49 15
                                    

Τραγούδι: Nothing else matters- Metallica

Lydia

Άνοιξε τα μάτια της και πατησε "απενεργοποίηση" στο ξυπνητήρι της. Σηκώθηκε από το κρεβάτι και κοίταξε έξω από το παράθυρο. Ίσα που είχε ξημερώσει. Της άρεσε να ξυπνάει νωρίς το πρωί, της άρεσε να παρακολουθεί τον ουρανό να αλλάζει χρώματα μέχρι τα μάτια της να πονέσουν, της άρεσε να παρακολουθεί τους ανθρώπους να φεύγουν από τα σπίτια τους, ο καθένας για το δικό του λόγο. Εκείνη την ώρα ένοιωθε σα θεατής ενός έργου που όμως γνώριζε το τέλος.

Φόρεσε ένα φθαρμενο τζιν και ένα ριχτο μπλουζακι. Πήρε το μικρο σακο και την τσάντα της στα χερια, και έκλεισε αθόρυβα την πόρτα του σπιτιού πίσω της.
Ο πατέρας της κοιμόταν ακόμη. Θα πήγαινε στο δωμάτιο της για να την ξυπνήσει, δυο ωρες μετά. Κι αφού δεν την έβρισκε στο κρεβάτι της, θα έψαχνε παντού. Και πρώτα, θα πήγαινε στη Luna. Όμως ούτε εκείνη ήξερε. Κανείς δεν ήξερε.

Ο ουρανός είχε πάρει ένα σκούρο γαλάζιο χρωμα, καθώς το σκοτάδι είχε αρχίσει να διαλυεται πια.
Κοίταξε την οθόνη του κινητού της. Η ώρα ήταν 05:30.
Ησυχία τριγυρω. Μπορουσε να ακούσει μονάχα της ανάσα της.
Φόρεσε τα ακουστικά της και άφησε τη μελωδία να αντήχησει στα αυτιά και την ψυχή της.

Περπατούσε μόνη, με τον εαυτό της. Και αυτό την έκανε χαρούμενη, και θλιμμένη ταυτόχρονα.

Luna

Είχε μολις ξυπνήσει και καθόταν στο κρεβάτι της. Καλούσε τον αριθμό της Lydia ξανά και ξανά, χωρίς να παίρνει απάντηση. Κατάλαβε.
Δεν ήξερε πως, απλά καταλαβε.
Ίσως γιατι γνώριζε τη Luna πολύ καλά, κι έτσι καταλαβε.
Είχε φύγει.

Την ήξερε, δε θα δεχόταν να μείνει με τη θεια της. Η Lydia ήταν από εκείνους τους ανθρώπους που επαναστατουσαν οχι γιατι ήταν της μόδας, αλλά γιατι ετσι ήταν ο χαρακτήρας της. Ασυμβίβαστος.

Και τώρα, φοβόταν. Πάντα φοβόταν για τη Lydia, καθώς ήξερε πως δε θα μπορουσε να τη σωζει για πάντα.
Αλλά τώρα, φοβόταν πραγματικά.
Γιατί η Lydia είχε φύγει, χωρίς εκείνη. Και φοβόταν τόσο για εκείνη που αγαπούσε, οσο και για την ίδια.
Μπηκε στο μπάνιο και ξεπλυνε το πρόσωπο της για να διώξει το αγχος που την είχε καταβάλει.
Σκούπισε τα μάτια της με μια πετσέτα και κοίταξε το είδωλο της στον καθρέφτη.
"Μπορείς Luna, μπορείς. Βρες τη."
έλεγε διαρκώς στον εαυτό της.

Κατεβηκε τα σκαλιά και μπηκε στην κουζίνα, όπου η μητέρα της έπλενε τα πιάτα.
Η Luna άνοιξε το ψυγείο χωρίς να της ρίξει ούτε μια μάτια.
Γεμισε μια κούπα με γάλα και την ήπιε βιαστικά.
"Σιγά, θα πνιγεις" είπε η μητέρα της.

SaviorTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang