4 μέρες αργότερα.Αφού μπήκα στο αεροπλάνο, βρήκα την θέση που μου έλεγε το εισιτήριο και κάθισα. Έχω τουλάχιστον 12 ώρες για να φτάσω Κορέα και η ώρα ήταν 5:30 το πρωί. Μην γνωρίζοντας τι να κάνω, αποφάσισα να διαβάσω τις οδηγίες από το κινητό τηλέφωνο που μου είχε πάρει ο ξάδερφος μου χθες. Μου είχε πει πως με αυτό θα μπορούμε να εποικηνονούμε. Όταν διάβασα τις οδηγίες, έβγαλα ένα χαρτί με άλλες γραπτές οδηγίες που μου είχε κάνει ο πατέρας μου. Μάλιστα ο αποχαιρετισμός μας θα μείνει για πάντα στην μνήμη μας. Δεν ήταν μεθυσμένος εκείνη την φορά αλλά ήταν ο πατέρας που ονειρευόμουν εδώ και τόσα χρόνια. Θλιβερό ήταν πως δεν μπορέσαμε να ήμασταν τόσο αγαπημένοι πριν χρόνια. Άλλα ήταν η πρώτη, τελευταία και καλύτερη ανάμνηση που μπόρεσε να μου χαράξει στην μνήμη μου. Εκεί που έκανα αναδρομές, αποκοιμήθηκα.
Μετά από 12 ώρες και 49 λεπτά.
Το απόγευμα, στις 6:20, είχα κατέβει από το αεροπλάνο και περιφερόμουν στο αεροδρόμιο κρατώντας το χαρτί με το τι έπρεπε να κάνω. Μετά από ώρα κατάφερα και βρήκα την έξοδο. Καθώς προχωρούσα, διαβάζοντας το χαρτί με τις οδηγίες, έπεσα πάνω σε έναν ψηλό νεαρό με αποτέλεσμα το ρόφημα που κρατούσε να πέσει λίγο πάνω στην λευκή μπλούζα μου και πάνω στο χαρτί που κρατούσα. Μόλις σήκωσα το κεφάλι μου για να τον αντικρίσω, είδα πως φορούσε μια μαύρη μάσκα το οποίο μου ήταν αδύνατον να δω ποιος είναι. Δεν με πείραζε αυτό. Με προβλημάτισε όμως το συναίσθημα που ένιωσα όταν κοίταξα αυτά τα σκουρόχρωμα και μικρά μάτια του. Τον κοιτούσα σαν χαμένη. Ήταν η πρώτη μου φορά που ένιωσα έτσι για κάποιον: δεν γνώριζα τι συναίσθημα ήταν αυτό αλλά ένιωθα το στομάχι μου να σφίγγετε. Και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του διέφεραν από των αγοριών στην Αμερική. Το ίδιο ίσχυε και για τις κοπέλες. Εγώ όμως γιατί να μην τους μοιάζω;
Από το λήθαργο με έβγαλε η κίνηση του χεριού του μπροστά από τα μάτια μου καθώς και η συνεχής ερώτηση που μου έκανε στην Κορεάτικη γλώσσα.
Ε:"Δεν μπορώ να σε καταλάβω, συγγνώμη."Του είπα στα αγγλικά, κάνοντας τον να σταματήσει και να με κοιτάξει σκεπτικός. Προτού μου ξανά απευθυνθεί άκουσα κάποιον να φωνάζει το όνομα μου. Μόλις γύρισα να δω για ποιον επρόκειτο, αντίκρισα ένα αντρόγυνο μεγάλης ηλικίας να έρχονται προς το μέρος μου με γοργό ρυθμό. Όταν κατάφεραν και ήρθαν δίπλα μου, με αγκάλιασαν και με φίλησαν καθώς δάκρυα κυλούσαν από τα γερασμένα μάγουλα τους. Ο νεαρός όπου βρισκόταν πίσω μου, έφυγε τρέχοντας αφού πρώτα μου ζήτησε συγγνώμη. Αμέσως μετά, το αντρόγυνο αυτό μου συστήθηκε. Ήταν ο παππούς και η γιαγιά μου, μητέρα και πατέρας της μητέρας μου. Όταν μου συστήθηκαν, πήγαμε στο σπίτι τους.
Μόλις φτάσαμε, αντιλήφθηκα πως ο τρόπος που ήταν χτισμένο το σπίτι τους αντιστοιχούσε με τον τρόπο που είχε χτιστεί το σπίτι που έμενα με τον πατέρα μου, απλά η αυλή τους ήταν πράσινη και γεμάτη με άνθη και τα χρώματα ήταν πιο χαρούμενα και φωτεινά. Όταν μπήκαμε μέσα, το σπίτι είχε χαρούμενη και γαλήνια ατμόσφαιρα καθώς ο ήλιος μπορούσε να φωτίζει κάθε γωνία του σπιτιού που μου άλλαξε την διάθεση αμέσως. Μου την άλλαξε η ατμόσφαιρα αυτού του σπιτιού. Βοηθώντας με ο παππούς μου, ανεβήκαμε πάνω και μου έδειξε το δωμάτιο μου.
Π:"Ελπίζω να μην σε πειράζει που θα έχεις το δωμάτιο της μαμά σου." Είπε καθώς άφησε την βαλίτσα μου δίπλα από την πόρτα.
Ε:"Τι; Αλήθεια; Αυτό είναι υπέροχο, ευχαριστώ." Κοίταξα τον χώρο γύρω μου με ανοιχτό το στόμα. Απίστευτο ήταν πως κράτησαν όλα της τα πράγματα διατηρημένα και καθαρά. Μάλιστα αυτός ήταν ένας τρόπος να νιώσω πιο κοντά την μητέρα μου. Ο παππούς μου, μου χαμογέλασε και με άφησε να τακτοποιηθώ. Έτσι και έγινε. Έψαξα, μελέτησα κάθε λεπτομέρεια και μυστικό του δωματίου και τακτοποίησα και τα δικά μου ελάχιστα πράγματα που είχα. Μόλις τακτοποιήθηκα, κατέβηκα κάτω και κάθισα δίπλα στους νέους μου συγκάτοικους, την οικογένεια μου.
Το σαββατοκύριακο πέρασε υπέροχα. Μου έκαναν μερικά βασικά κορεάτικα μαθήματα, με ξενάγησαν στην γειτονία και μου είπαν πράγματα για την μαμά που δεν γνώριζα. Ήταν όντως εξαιρετική όπως είναι και οι γονείς της. Μακάρι να ζούσε... Μου λείπει και ας μην την είχα συναντήσει ποτέ. Μου λείπει η αγάπη και η στοργή της. Μου λείπει αυτό που δεν μπορέσαμε να ζήσουμε. Μάνα και κόρη. Να μου δώσει αυτό που δεν μου έδωσε σωστά ο πατέρας μου. Να έδινε στον μπαμπά αυτό που δεν κατάφερα να του δώσω διότι δεν με άφησε. Μήπως αν ζούσε η μητέρα θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα. Αν ζούσε εκείνη και όχι εγώ, θα ήταν καλύτερα.
Αλλά τώρα... τώρα έχω ανθρώπους δίπλα μου που μπορούν να μου δείξουν ότι με αγαπάνε και είμαι πολύ ευγνώμων.
ESTÁS LEYENDO
We meet by accident.
Fanfic"Μπορεί να με πήρε καιρό να καταλάβω πως δεν συναντάμε ανθρώπους καταλάθος. Αντιθέτως υπήρχε λόγος για να μας συναντήσουν."